Ὁ νεολιθικὸς οἰκισμὸς τῆς περιοχῆς Ἁλμυροῦ «Ζερέλια»,

  1. Ὁ νεολιθικὸς οἰκισμὸς «Ζερέλια»

Οἱ ἀρχαιολογικὲς ἔρευνες καὶ ἀνασκαφὲς στὴν   περιοχὴ  τῶν Ζερελίων ἔχουν ἀρχίσει νὰ ἐνεργοῦνται  ἀπὸ ἀρχαιολόγους καὶ ἄλλους ἐρευνητὲς  ἀπὸ τὶς  ἀρχὲς ἀκόμα τοῦ 20ου αἰώνα.

Ὁ νεολιθικὸς οἰκισμὸς τῶν Ζερελίων[1] βρίσκεται βορειοανατολικὰ τοῦ ἀκατοίκητου σήμερα χωριοῦ Καραντζάνταλι, σὲ ἀπόσταση περίπου 1.200 μέτρων  ἀπὸ αὐτόν, σὲ μία ἀρκετὰ ὑψηλὴ μαγούλα. Δίπλα στὴ «Μαγούλα Ζερέλια» ὑπάρχουν οἱ δύο ὁλοστρόγγυλες ὁμώνυμες λίμνες, τὸ  «Μεγάλο Ζερέλι» καὶ τὸ  «Μικρὸ Ζερέλι».

Ἡ πρώτη καὶ ἀρχικὴ ἀναμφισβήτητη διαπίστωση  εἶναι ὅτι ὁ οἰκισμὸς «Μαγούλα Ζερέλια» κατοικήθηκε ὁπωσδήποτε κατὰ τὴν Νεολιθικὴ Ἐποχὴ. Ἡ ἀκριβέστερη, ὡστόσο, καὶ εἰδικότερη χρονολόγηση τοῦ οἰκισμοῦ στὶς  ἐπὶ μέρους νεολιθικὲς περιόδους δὲν ἔχει βεβαιωθεῖ. Κάποιες ἐνδείξεις ποὺ  μποροῦν νὰ θεωρηθοῦν ὡς ἐνδείξεις κατοίκησης τῆς Μαγούλας κατὰ τὴν Ἀρχαιότερη Νεολιθικὴ Ἐποχὴ δὲν ἀξιολογοῦνται ὡς πολὺ ἰσχυρές. Ἔτσι ἡ γενικὴ ἐκτίμηση ποὺ  μπορεῖ    νὰ γίνει ἀποδεκτὴ  εἶναι ὅτι ὁ οἰκισμὸς «Μαγούλα Ζερέλια» ὑπῆρχε, τοὐλάχιστον, κατὰ τὰ τέλη τῆς Ἀρχαιότερης Νεολιθικὴ Ἐποχῆς καὶ συνέχισε νὰ ὑπάρχει καὶ στὶς κατοπινότερες ἐποχές.

Ὡστόσο, ἄν καὶ ἡ χρονολόγηση αὐτὴ   γίνεται δεκτὴ μὲ κάποιες ἐπιφυλάξεις, ἐκεῖνο ποὺ  θεωρεῖται βέβαιο καὶ γενικὰ ἀποδεκτό, εἶναι ὅτι ὁ νεολιθικὸς οἰκισμὸς «Μαγούλα Ζερέλια» ὑπῆρχε ὁπωσδήποτε  ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τῆς Μέσης Νεολιθικῆς  Ἐποχῆς,  γύρω στὰ 5.800 – 5.600 π.Χ. καὶ συνέχισε νὰ ὑπάρχει καὶ στὶς ἑπόμενες ἐποχές.

Ἡ παραδοχὴ αὐτή, ὅτι ὁ οἰκισμὸς τῶν Ζερελίων ἄρχισε νὰ δημιουργεῖται κάπου στὸ χρονικὸ διάστημα τῶν διακοσίων αὐτῶν χρόνων, 5.800 – 5.600 π.Χ. γιὰ τοὺς σκοποὺς τούτης τῆς ἐργασίας θεωρεῖται ἀρκετὰ σαφὴς καὶ ἱκανοποιητική.

Μία ἄλλη ἐπίσης γενικῶς ἀποδεκτὴ  ἀπὸ τοὺς ἀρχαιολόγους καὶ ἄλλους ἐρευνητὲς διαπίστωση, χωρίς ἰσχυρὲς ἀμφισβητήσεις, εἶναι ὅτι ὁ οἰκισμὸς τῶν Ζερελίων εἶναι   νεότερος τοῦ γειτονικοῦ νεολιθικοῦ οἰκισμοῦ τοῦ «Καραντζάνταλι».

Οἱ παραπάνω γενικὲς παραδοχὲς σὲ συνδυασμὸ μὲ τὸ  γεγονὸς τῆς πολὺ μικρῆς  ἀπόστασης, μόλις 1.200 μέτρα, μεταξὺ τῶν δύο αὐτῶν νεολιθικῶν οἰκισμῶν, τοῦ «Καραντζάνταλι» καὶ τῶν «Ζερελίων», ἐπιτρέπουν τὸ  λογικὸ συμπέρασμα ὅτι ὁ δεύτερος οἰκισμὸς, αὐτὸς τῶν Ζερελίων, μπορεῖ    νὰ εἶναι, ἄν ὄχι πρέπει νὰ εἶναι, διάδοχος τοῦ παλαιότερου οἰκισμοῦ, διάδοχος τοῦ νεολιθικοῦ οἰκισμοῦ τοῦ «Καραντζάνταλι». Θεωροῦμε ὡς λογικὸ συμπέρασμα τὴ σκέψη ὅτι ὁ οἰκισμὸς Ζερέλια δημιουργήθηκε στὴ θέση αὐτὴ   ἔπειτα  ἀπὸ μετακίνηση τῶν κατοίκων ἤ, ἔστω, κάποιων κατοίκων τοῦ οἰκισμοῦ  ἀπὸ τὸ  Καραντζάνταλι.

Ὡστόσο, ἄν τελικὰ ὁ οἰκισμὸς Ζερελίων δημιουργήθηκε  ἀπὸ μετακίνηση τῶν κατοίκων τοῦ οἰκισμοῦ τοῦ Καραντζάνταλι, εἶναι πολὺ πιθανόν ἡ μετακίνηση αὐτὴ   νὰ ἔγινε σταδιακά. Αὐτὸ ἐπιτρέπει τὴ σκέψη ὅτι οἱ δύο οἰκισμοὶ  συνυπῆρξαν γιὰ κάποιο διάστημα κατὰ τὸ  ὁποῖο ὁ ἀρχαιότερος ἐγκαταλειπόταν καὶ σταδιακὰ μειωνόταν ὁ πληθυσμός του ἐνῶ ταυτόχρονα ὁ νεότερος δημιουργοῦνταν καὶ αὐξανόταν.

Ὅλα  αὐτὰ εἶναι βεβαίως σκέψεις, οἱ ὁποῖες φαίνονται πολὺ λογικὲς καὶ κατὰ κάποιον τρόπο ὑποδεικνύονται  ἀπὸ τὰ σχετικὰ εὑρήματα, ἀλλὰ δὲν μπορεῖ    νὰ ἀποδειχθοῦν ἀναντίρρητα μὲ τὰ ἀρχαιολογικὰ δεδομένα. Ἐξάλλου τὰ προϊστορικὰ εὑρήματα, τὰ μὴ γραπτά,  θὰ παραμένουν πάντοτε βουβὰ καὶ δὲν θὰ διαμαρτύρονται γιὰ ὅ,τιδήποτε λέγεται γι’  αὐτά.

Δυσκολία στὴν ἀναντίρρητη παραδοχὴ τῶν παραπάνω λογικῶν σκέψεων δημιουργεῖ    καὶ τὸ  γεγονὸς ὅτι ὁ γειτονικὸς καὶ ἀρχαιότερος νεολιθικὸς οἰκισμὸς τοῦ «Καραντζάνταλι», ὅπως δείχνουν τὰ ἀρχαιολογικὰ ἀνασκαφικὰ δεδομένα, δὲν ἐγκαταλείφθηκε ὁριστικὰ γιὰ νὰ δημιουργηθεῖ    ὁ νεότερος οἰκισμὸς «Ζερέλια» ἀλλὰ ἐξακολούθησε νὰ κατοικεῖται καὶ στὰ κατοπινὰ χρόνια, ἔστω ὡς μικρότερης ἔκτασης οἰκισμὸς, μέχρι σχεδὸν καὶ τὴν Τελικὴ Νεολιθικὴ Ἐποχὴ καὶ νὰ ὑπάρχει παράλληλα μὲ τὸν οἰκισμὸ τῶν Ζερελίων.

Στὸν ὅλο παραπάνω συλλογισμὸ ὑπεισέρχεται καὶ ὁ ρόλος τῆς ὕπαρξης στὴν   περιοχὴ  τῶν δύο λιμνῶν τῶν Ζερελίων. Ἡ ὕπαρξη τῶν δύο λιμνῶν στὴν   περιοχὴ  αὐτὴ καὶ ἡ προσωπικὴ μας πίστη καὶ παραδοχὴ ὅτι τὰ ἀρχαιολογικὰ εὑρήματα μιᾶς τόσο μακρινῆς  ἐποχῆς, καὶ μάλιστα ὅταν αὐτὰ εἶναι πολὺ λιγοστὰ καὶ πολὺ ἀποσπασματικά, μὲ μεγάλα  καὶ πολλὲς φορὲς ἀρκετὰ ἀμφισβητήσιμα  ὅρια χρονολόγησής τους, ἐπιτρέπει τὴν διατύπωση κάποιων ἀπόψεων.

Ἡ εὐρύτερη   περιοχὴ   Ζερελίων, κατὰ τὴν Νεολιθικὴ Ἐποχή, φαίνεται ὅτι ἦταν ἔνας ἀρκετὰ ἑλκυστικὸς τόπος γιὰ κατοίκηση. Δύο  περίπου χιλιόμετρα ἀνατολικὰ τῶν Ζερελίων ὑπῆρχε καὶ ἄλλος νεολιθικὸς οἰκισμὸς τῆς ἴδιας περίπου ἐποχῆς, ὁ οἰκισμὸς «Μαγούλα Ἀμπέλια Ἁλμυροῦ».

Ἡ ὕπαρξη  τῶν δύο λιμνῶν, δίπλα στὴ «Μαγούλα Ζερέλια», πρέπει νὰ ἦταν καὶ νὰ λειτουργοῦσε ὡς ἕνας πολὺ ἰσχυρὸς ἑλκυστικὸς παράγοντας γιὰ τὴν ἐκεῖ    μακραίωνη παρουσία τοῦ οἰκισμοῦ τῆς «Μαγούλας Ζερέλια», ἄν δὲν ἦταν καὶ ὁ ἀρχικὸς καὶ ὁ κυριότερος λόγος τῆς ἵδρυσής του. Πρέπει νὰ θεωρεῖται πολὺ πιθανὸ  ὅτι ἡ ὕπαρξη τῶν δύο λιμνῶν τῶν Ζερελίων, ὅποια καὶ ἄν ἦταν ἡ αἰτία τῆς δημιουργίας τους, ἦταν ἕνα γεγονὸς ποὺ  πρέπει νὰ πραγματοποιήθηκε μεταξὺ τοῦ τέλους τῆς κατοίκησης τοῦ οἰκισμοῦ «Καραντζάνταλι» καὶ τῆς ἀρχῆς  τῆς κατοίκησης τοῦ οἰκισμοῦ «Ζερέλια».

Ἡ δημιουργία τοῦ οἰκισμοῦ «Καραντζάνταλι» σὲ ἀπόσταση μόλις 1.200 περίπου μέτρων  ἀπὸ τὶς  δύο λίμνες Ζερελίων, οἱ ὁποῖες ἀποτελοῦσαν ὁπωσδήποτε ἰσχυρὸ ἑλκυστικὸ παράγοντα γιὰ τὴν ἀνθρώπινη ἐγκατάσταση κοντὰ τους, δημιουργεῖ    ἐρωτήματα.

Πολὺ εὔλογο θεωροῦμε τὸ  ἐρώτημα: Δεδομένου ὅτι οἱ νεολιθικοὶ  οἰκισμοὶ  χτίζονταν κοντὰ σὲ πηγὲς νεροῦ, γιατί τὸ  νερὸ ἦταν τὸ  πλέον ἀπαραίτητο στοιχεῖο γιὰ τὴν ἐπιβίωσὴ τους, γιατί ὁ οἰκισμὸς «Καραντζάνταλι» δημιουργήθηκε σὲ μία θέση 1.200 μέτρα μακριὰ  ἀπὸ τὴν τόσο πρόσφορη καὶ τόσο ἑλκυστικὴ αὐτὴ   πηγὴ νεροῦ;  Γιατὶ οἱ «Καραντζανταλιῶτες» δὲν ἐγκαταστάθηκαν  ἀπὸ τὴν ἀρχὴ κοντὰ στὶς  δύο λίμνες ἀλλά,  ὅπως φαίνεται, πολὺ ἀργότερα μετακινήθηκαν πρὸς αὐτές;

Μία πολὺ εὔλογη ἀπάντηση στὰ ἐπίσης εὔλογα  αὐτὰ ἐρωτήματα μπορεῖ    νὰ εἶναι ὅτι ὅταν δημιουργοῦνταν ὁ οἰκισμὸς «Καραντζάνταλι» δὲν ὑπῆρχαν οἱ δύο λίμνες τῶν Ζερελίων. Μετὰ τὴ δημιουργία τῶν δύο λιμνῶν οἱ κάτοικοι τοῦ «Καραντζάνταλι», ἤ μᾶλλον μερικοὶ  κάτοικοι τοῦ «Καραντζάνταλι», μετακινήθηκαν καὶ ἐγκαταστάθηκαν κοντὰ στὶς  δύο αὐτὲς λίμνες καὶ ἔτσι δημιουργήθηκε ὁ νέος οἰκισμὸς «Μαγούλα Ζερέλια». Βεβαίως καὶ αὐτὸ δὲν μποροῦμε νὰ τὸ  ἀποδείξουμε. Τὸ βρίσκουμε ὅμως ὡς μία εὔλογη ἀπάντηση.

Βεβαίως μπορεῖ    νὰ διατυπωθεῖ    ἡ εὔλογη ἔνσταση ὅτι οἱ κρατῆρες τῶν δύο λιμνῶν, εἴτε αὐτοὶ  ὀφείλονται σὲ καθίζηση τοῦ ἐδάφους, εἴτε σὲ σεισμό, εἴτε σὲ πτώση μετεωριτῶν, εἴτε σὲ κάποια ἄλλη αἰτία,  φαίνεται ὅτι δημιουργήθηκαν πολὺ πρὶν τὴν ἵδρυση τοῦ οἰκισμοῦ τῶν Ζερελίων. Ἀφοῦ οἱ δύο κρατῆρες των σημερινῶν λιμνῶν εἶχαν δημιουργηθεῖ πολὺ καιρὸ πρὶν τὴν ἵδρυση τοῦ οἰκισμοῦ τῶν Ζερελίων ἤ καὶ πολὺ καιρὸ πρὶν τὴν ἵδρυση τοῦ οἰκισμοῦ τοῦ Καραντζάνταλι, γιατὶ ἄργησαν τόσο πολὺ οἱ νεολιθικοὶ κάτοικοι τῆς περιοχῆς νὰ κατοικήσουν κοντά τους; Στὴν ἔνσταση αὐτὴ ἤ στὸ ἐρώτημα  μπορεῖ νὰ εὐσταθεῖ ὡς ἀπάντηση ὅτι μεταξὺ τῆς στιγμῆς  τῆς δημιουργίας τῶν δύο κρατήρων καὶ τῆς μετατροπῆς  τους σὲ λίμνες μὲ τὴν σταδιακὴ εἰσχώρηση σ’ αὐτοὺς  πηγαίου ὕδατος μεσολάβησε πολύς χρόνος.

Θεωρῶντας ἀρκετὰ τὰ παραπάνω, εἴτε αὐτὰ ἐκληφθοῦν ὡς ἁπλὲς καὶ μόνο ὑποθέσεις, εἴτε ὡς ἐρωτηματικὰ δεκτικὰ καὶ ἄλλων διαφορετικῶν ἀπαντήσεων, θὰ καταθέσουμε κάποιες πληροφορίες γιὰ τὴν ταυτότητα τοῦ νεολιθικοῦ οἰκισμοῦ τῶν Ζερελίων, γιὰ νὰ ὁλοκληρώσουμε τὸ  κεφάλαιο αὐτό, στὸ βαθμὸ ποὺ  ἐκτιμοῦμε ὅτι πρέπει νὰ ἔχει στὴν ἐργασία αὐτή.

Ἔντονο ὑπῆρξε τὸ  ἐνδιαφέρον, τῶν πρώτων ἰδίως ἀνασκαφέων, γιὰ τὴν ἔρευνα τοῦ χώρου τῶν δύο γειτονικῶν αὐτῶν οἰκισμῶν, «Καραντζάνταλι» καὶ «Μαγούλα Ζερέλια». Τὸ βασικὸ κίνητρο τοῦ ἔντονου αὐτοῦ ἐνδιαφέροντος ἐμπεριεῖχε καὶ ἀρκετὴ δόση φιλοδοξίας τῶν καιροσκόπων ἰδίως καὶ μὴ τοπικῶν διορισμένων καὶ ὑπεύθυνων ἀρχαιολόγων ἀνασκαφέων, ἐπειδὴ στὴν   περιοχὴ  αὐτὴ  ἀναζητοῦνταν τὸ  περίφημο Ἱερὸ τῆς Ἰτωνίας Ἀθηνᾶς .

Μία ἀρκετὰ φιλόδοξη καὶ σταθερὴ ἐπιδίωξη τῆς Φιλαρχαίου Ἑταιρείας Ἁλμυροῦ ἦταν,  ἀπὸ τὴν πρώτη στιγμὴ τῆς ἐπίσημης νομικῆς  ἀναγνώρισης καὶ ἵδρυσής της ἀλλὰ καὶ πιὸ πρίν, ἡ εὕρεση τοῦ ἱεροῦ αὐτοῦ.

Ὁ Vollgraff, καθοδηγημένος  ἀπὸ μέλη τῆς Φιλαρχαίου Ἑταιρείας Ἁλμυροῦ, στὶς  ἀρχὲς τοῦ 20ου αἰώνα, ἐρεύνησε τὴν   περιοχὴ τοῦ  Καραντζάνταλι καὶ τῶν Ζερελίων, ἀναζητῶντας μάταια τὸ  Ἱερὸ τῆς Ἰτωνίας Ἀθηνᾶς. Ἔτσι, ἀπογοητευμένος, διέκοψε τὴν περαιτέρω ἔρευνα ὕστερα  ἀπὸ λίγες μέρες ἀνασκαφῆς, θεωρῶντας ἀσήμαντα τὰ ὁποιαδήποτε ἄλλα εὑρήματα.

Ἡ εὕρεση τοῦ περίφημου αὐτοῦ Ἱεροῦ τῆς Ἰτωνίας Ἀθηνᾶς  ἀπασχόλησε καὶ ἄλλους ἐρευνητὲς στὰ κατοπινὰ χρόνια. Μία ὑπόδειξη ποὺ   εἶχε διατυπώσει  ὁ Δημήτριος Θεοχάρης ὅτι τὸ  Ἱερὸ τῆς Ἰτωνίας Ἀθηνᾶς  πρέπει νὰ ἀναζητηθεῖ, γιατί ἐκεῖ    πρέπει νὰ βρισκόταν, σὲ μία  ἀπὸ τὶς  δύο λίμνες  εἶχε ἐξάψει τὴν φαντασία καὶ τὰ ὄνειρα πολλῶν, κυρίως ἁπλῶν ἀνθρώπων, ἀλλὰ καὶ ἐρευνητῶν γιὰ πολλὰ χρόνια. Στὰ 1980, ὡστόσο, οἱ δύο λίμνες πράγματι ξηράθηκαν γιὰ ἕνα μικρὸ χρονικὸ διάστημα, ἔπειτα  ἀπὸ ἕνα σεισμὸ ποὺ  ἔγινε αἰτία νὰ ἀπορροφηθοῦν τὰ νερὰ τῶν λιμνῶν, ἀλλὰ δὲν παρατηρήθηκαν ἀρχιτεκτονικὰ ὑπολείμματα κάποιου ἱεροῦ.

Τὴν ὑποψία ὅτι ὁ ναὸς τῆς Ἰτωνίας Ἀθηνᾶς βρισκόταν στὸν βυθὸ μιᾶς ἐκ τῶν δύο λιμνῶν τῶν Ζερελίων εἶχαν διατυπώσει καὶ τὰ μέλη τῆς Φιλαρχαίου Ἑταιρείας Ἁλμυροῦ «Ὄθρυς», φιλοδοξῶντας ἀκόμη καὶ τὴν ἐκκένωσή τους. Στὰ 1899 πραγματοποίησαν μία «ἀρχαιολογικὴ ἐκδρομὴ» στὰ Ζερέλια. «Αὕτη εἶχε διπλοῦν σκοπόν, τὴν ἐξερεύνησιν τοῦ ἐδάφους πρὸς τοποθέτησιν τοῦ ναοῦ τῆς Ἰτωνίας Ἀθηνᾶς καὶ ἐὰν εἶναι δυνατὸν ἐκκενουμένων τῶν Ζερελίων ἑλῶν»

Τὸν Ἰούνιο τοῦ 1908  οἱ  Wace, Droop καὶ Thompson πραγματοποίησαν ἀνασκαφὴ στὴ «Μαγούλα Ζερέλια». Περίληψη τῆς σχετικῆς ἔκθεσής τους δημοσιεύθηκε στὸ «Δελτίο» τῆς Φιλαρχαίου Ἑταιρείας Ἁλμυροῦ, τὴν ὁποία παρουσιάζουμε:

«Ἡ λεγομένη Μαγούλα ἀποτελεῖται ὑπὸ σωροῦ χώματος ὀφειλομένου εἰς τὰ ἐρείπια τῶν καλυβῶν τῶν κατοίκων καὶ ἔχει ὕψος ἀπὸ 6 – 8 μέτρων. Τὰ χώματα διαιροῦνται εὐκόλως εἰς ὀκτὼ διάφορα στρώματα, τὰ ὁποῖα ἀποχωρίζονται τὸ ἓν τοῦ ἄλλου διὰ ζωνῶν πλίνθων, ξύλων, στάχτης κ.τ.λ. Ἀπὸ τὰ εὑρεθέντα, εἰς τὰ διάφορα στρώματα, ἀγγεῖα βλέπομεν εὐκόλως τὴν πρόοδον ἤ τὴν κατάπτωσιν τῆς τέχνης.

Εἰς τὸ πρῶτον, ἤτοι εἰς τὸ κατώτερον στρῶμα,  τὸ ὁποῖον ἀνήκει εἰς τὸ ἔτος 2.500 π. Χ., ἀνεκαλύφθησαν ἁπλᾶ κόκκινα ἀγγεῖα ἀπὸ πηλὸν λεπτὸν καὶ κάλλιστα ἐψημένον, καὶ ἐπίσης ὄχι πολλὰ ἀποσπάσματα ἀγγείων μετ’ ἐρυθρῶν κοσμημάτων ἐπὶ λευκοῦ ἐδάφους. Εἰς τὸ δεύτερον στρῶμα τοὐναντίον κυριεύει· δηλαδὴ τὰ χρωματιστὰ ἀγγεῖα πλεονάζουν  ἀπὸ τὰ ἁπλᾶ ἐρυθρά. Εἰς τὸ τρίτον, τέταρτον, πέμπτον στρώματα βαθμηδὸν ἐκλείπουσι τὰ δύο ταῦτα  εἴδη ἀγγείων. Ἐν δὲ τῇ θέσει των ἀρχίζουν νὰ ᾖναι ἐν χρήσει ἔγχροα ἀγγεῖα χονδρᾶς κατασκευῆς καὶ εἰς ταύτην τὴν ἐποχὴν εὑρίσκονται ἐν Ζερελίοις  ἐζωγραφημένα ἀγγεῖα τοῦ γνωστοῦ ρυθμοῦ τοῦ Διμινίου μετὰ παραστάσεων ἑλικοειδῶν καὶ γεωμετρικῶν. Εἰς δὲ τὰ τελευταῖα τρία στρώματα, τὸ ἕκτον, τὸ ἕβδομον καὶ ὄγδοον, ἐλλείπουσι περίπου ἐντελῶς ἔγχροα ἀγγεῖα, καὶ εὑρίσκονται ἄχροα ἀγγεῖα, τῶν ὁποίων ὁ πηλὸς εἶναι ὁτὲ μὲν ἐρυθρός, ὁτὲ δὲ μέλας. Εἰς δὲ τὸ ὄγδοον στρῶμα εὑρέθησαν δεκαπέντε τεμάχια μυκηναϊκῶν ἀγγείων τῆς τελευταίας μυκηναϊκῆς περιόδου καὶ τεμάχια βιδωτῶν ἀγγείων τῆς περιόδου Ὀρχομενοῦ. Ἐκ τούτων δὲ βλέπομεν ὅτι ἡ χρονολογία τοῦ τελευταίου ἤ ὀγδόου (ἐπάνω) στρώματος εἶναι περίπου τὸ 1200 π. Χ. ἔτος.

Εἰς ὅλα δὲ τὰ στρώματα εὑρέθησαν τεμάχια πηλίνων ἀγαλματίων, τὰ ὁποῖα δεικνύουσιν ὅτι κατέπεσεν ἡ τέχνη τῶν ἀγαλματίων συγχρόνως τῇ τέχνῃ τῶν ἀγγείων. Τὸ ἐναντίον δὲ παρατηρεῖται εἰς τοὺς λιθίνους πελέκεις, ὧν οἱ παλαιότεροι εἶναι ἀτρύπητοι καὶ οἱ τοῦ ὀγδόου στρώματος εἶναι τρυπημένοι· ὥστε δυνάμεθα νὰ εἴπωμεν ὅτι τὸ ὄγδοον καὶ ἴσως καὶ τὸ  ἕβδομον στρῶμα ἀνήκουσιν ἐἰς τὴν ἀρχὴν τοῦ χαλκοῦ αἰῶνος.

Αὕτη ἡ ἰδέα βεβαιοῦται ἀπὸ εὕρεσιν ὀκτὼ τάφων τοῦ χαλκοῦ αἰῶνος εἰς τὸ ἐπάνω μέρος τοῦ ὀγδόου στρώματος. Οἱ τάφοι εἶναι κατεσκευασμένοι μὲ πλάκας ὀρθίας καὶ περιεῖχον ὀλίγα κτερίσματα. Ὁ καλλίτερος τάφος εἶχε τὰ ὀστᾶ ἡλικιωμένου ἀνδρὸς καὶ ἕνα πέλεκυν διάτρητον, ἕν χαλκοῦν ἐγχειρίδιον (μαχαίρι) καὶ μίαν αἰχμὴν βέλους ἐκ πυρίτου λίθου. Εἰς ἄλλον τάφον παιδίου μικροῦ τὰ ὀστᾶ ἦσαν κεκαλυμμένα μὲ τὸ ἥμισυ ἑνὸς πίθου καὶ εὑρέθησαν ὁμοῦ μερικαὶ χάνδραι ὑάλιναι καὶ μία χαλκῆ. Ἐν ἑτέρῳ δὲ τάφῳ εὑρέθη ἕν μικρὸν ἄχρουν ἀγγεῖον.

Τὰ ἀποτελέσματα τῶν ἀνασκαφῶν δυνάμεθα νὰ συμπεράνωμεν ὡς ἑξῆς. Ἀπὸ τοῦ ἔτους 2500 π.Χ. μέχρι περίπου 2000 π. Χ. ἤκμαζεν ὁ νεολιθικὸς πολιτισμός, ἔκτοτε δὲ βαθμηδὸν ἤρξατο καταπίπτων. Εἰς τὸ ἔτος 1200 περίπου π.Χ. ὁ μυκηναϊκὸς πολιτισμὸς ἐξετάθη εἰς τὴν Θεσσαλίαν, ἀλλὰ χωρὶς νὰ διώξῃ τοὺς παλαιοὺς κατοίκους. Δηλαδὴ ἕως ἐκεἰνην τὴν ἐποχὴν ἡ βόρειος Ἑλλὰς ἐχωρίσθη ἀπὸ τὴν νότιον. Καὶ ἄλλο σημεῖον ὅτι οἱ λαοὶ τῆς βορείου καὶ τῆς νοτίου Ἑλλάδος δὲν ἦσαν ὅμοιοι ἔχομεν ἐν τῷ καλῷ ἀγαλματίῳ τοῦ ἑβδόμου στρώματος. Τοῦτο παριστάνει ἄνδρα γυμνὸν καθήμενον καὶ στηρίζοντα τὰς χεῖρας ἐπὶ τῶν γονάτων, ἔχοντα δὲ τὸν φαλλὸν ὄρθιον.

Τοῦτο τὸ ἄσεμνον ἀγαλμάτιον διαφέρει ἐντελῶς ἀπὸ τὰ σεμνὰ ἀγαλμάτια τῶν Μυκηνῶν καὶ τῆς Κρήτης. Ἀπὸ ἀνασκαφικῶν καὶ ἀπὸ τοπογραφικῶν μελετῶν γνωρίζομεν ὅτι ὁ αὐτὸς λαὸς κατὰ τὸν νεολιθικὸν αἰώνα κατώκει τήν τε Θεσσαλίαν καὶ τὴν κοιλάδα τοῦ Σπερχειοῦ καὶ τὴν Φωκίδα μέχρι τοῦ Ὀρχομενοῦ. Ἀλλ’ εἰς τὴν Φωκίδα καὶ τὴν κοιλάδα τοῦ Σπερχειοῦ ἐξετάθη ὁ μυκηναϊκὸς πολιτισμὸς πολὺ πρότερον πρὶν ἤ εἰσαχθῇ εἰς τὴν Θεσσαλίαν. Ἡ δὲ λύσις τοιούτων καὶ ἄλλων ζητημάτων ἀναμένεται ἀπὸ τὰ ἀποτελέσματα τῶν ἄλλων ἀνασκαφῶν».

Στὶς πρόσφατες ἀνασκαφὲς τὶς ὁποῖες  διενεργεῖ    ἡ Ἐφορεία Ἀρχαιοτήτων Μαγνησίας στὸ λόφο τῶν Ζερελίων ἐντοπίστηκαν, σὲ βάθος 1,70 μ. περίπου, πασσαλότρυπες καὶ ἴχνη πήλινου δαπέδου, ποὺ  ἀποδόθηκαν σὲ πασσαλόπηκτη οἰκία τῆς ἐποχῆς  τῆς Πρώιμης Χαλκοκρατίας καὶ τῆς ἐποχῆς  τῆς μετάβασης στὴ Μέση Ἐποχὴ Χαλκοῦ (4η-3η χιλιετία π.Χ.).

Εὑρήματα ποὺ  περιέχονταν σὲ λάκκο ποὺ  βρέθηκε στὸ χῶρο  τῆς ἀνασκαφῆς  στὸ λόφο τῶν Ζερελίων ἀνῆκαν σὲ προϊστορικὲς καὶ ἱστορικὲς περιόδους μέχρι περίπου  τὴν κλασικὴ περίοδο. Ἡ ὕπαρξη ἑνὸς ἀργυροῦ νομίσματος Φωκέων, ποὺ  χρονολογεῖται μὲ ἀκρίβεια στὶς  ἀρχὲς τοῦ 5ου αἰ. π.Χ., ἀποτελεῖ    μέχρι τώρα τὸ  πιὸ ἀσφαλὲς ὅριο γιὰ τὸ  χρόνο γεμίσματος τοῦ λάκκου.

Διαπιστώθηκε ἡ ὕπαρξη ἐπάλληλων στρώσεων  ἀπὸ δάπεδα καὶ πήλινες κατασκευὲς ποὺ  σχετίζονται μὲ τὴν οἰκιστικὴ δραστηριότητα στὴ «Μαγούλα» καὶ δείχνουν ὅτι σημαντικὸ μέρος τῆς ἐπίχωσης τῆς «Μαγούλας Ζερέλια» δημιουργήθηκε κατὰ τὴν Ἐποχὴ τοῦ Χαλκοῦ.

Φαίνεται ὅτι ἡ συνεχὴς ἐπισκευὴ τῶν κτισμάτων καὶ οἱ ἀλλεπάλληλες ἀνακατασκευὲς τῶν ἐπιμέρους οἰκιακῶν κατασκευῶν στὰ Ζερέλια ὑπῆρξε πολὺ ἔντονη κατὰ τὴν Χαλκοκρατία μὲ κτίσματα κατασκευασμένα  ἀπὸ πηλὸ καὶ ξύλινους πασσάλους.

Καταλήγοντας οἱ ἀνασκαφεῖς ἀρχαιολόγοι τῆς Ἐφορείας Ἀρχαιοτήτων Μαγνησίας βεβαιώνουν ὅτι τὰ κεραμικὰ ποὺ  συλλέχτηκαν ἐπιφανειακὰ φαίνεται νὰ σταθεροποιοῦν τὴν εἰκόνα ποὺ  ἔχουμε γιὰ τὰ Ζερέλια, ἡ ὁποία βασίστηκε στὰ ἀποτελέσματα τῶν ἀνασκαφῶν ποὺ  πραγματοποιήθηκαν  ἀπὸ τοὺς Wace, Droop καὶ Thompson καὶ Volgraff.

Ἡ ἐξέταση τῶν εὑρημάτων τῆς Μαγούλας Ζερέλια ἔδειξε ὅτι οἱ  ἄνθρωποι ποὺ  ἔζησαν σ’ αὐτὴ   ἀποτελοῦσαν μία καλὰ ὀργανωμένη ἀγροτικὴ κοινότητα ἡ ὁποία ἐκμεταλλευόταν συστηματικὰ τοὺς φυσικοὺς πόρους τῆς περιοχῆς. Τα ἀγγεῖα ποὺ  συγκεντρώθηκαν μᾶς πληροφοροῦν γιὰ τὰ εἴδη τῆς οἰκοσκευῆς  τῆς κοινωνίας αὐτῆς. Τὰ πηνία, τὰ σφονδύλια καὶ τὰ κουμπιὰ μᾶς δίνουν πληροφορίες γιὰ τὴν οἰκοτεχνία τοῦ οἰκισμοῦ. Τὰ λίθινα καὶ ὀστέινα ἐργαλεῖα μᾶς βοηθοῦν νὰ πάρουμε κάποιες πληροφορίες γιὰ τὶς  ἄλλες δραστηριότητες καὶ τὶς  βοηθητικὲς ἐργασίες μέσα καὶ ἔξω  ἀπὸ τὸ  σπίτι, οἱ δε αἰχμὲς τῶν βελῶν δηλώνουν τὴν ἐνασχόληση τῶν κατοίκων της μὲ τὸ  κυνήγι.

 

[1] Μὲ ὑπουργικὴ ἀπόφαση ἡ ὁποία  δημοσιεύθηκε στὸ  Φ.Ε.Κ. 172Β/24-4-1963 κηρύχθηκε  ἀρχαιολογικὸς χῶρος  «ὁ γήλοφος μεγάλου προϊστορικοῦ συνοικισμοῦ ΝΔ τοῦ Ἁλμυροῦ, κατὰ τὴν θέσιν «Ζερέλια»».