Ἡ οἰκογενειακὴ ζωή τῶν νεολιθικῶν κατοίκων τῆς περιοχῆς Ἁλμυροῦ

                                                                                  Οἰκογενειακὴ ζωὴ

                     Πῶς ἦταν ὀργανωμένη ἡ οἰκογενειακὴ ζωὴ τῶν ἀνθρώπων τῆς Νεολιθικῆς Ἐποχῆς; Ὑπῆρχαν καὶ καλλιεργοῦνταν οἰκογενειακὲς καὶ συγγενικὲς σχέσεις; Πραγματοποιοῦνταν κοινὲς κοινωνικὲς ἐκδηλώσεις;  Ὑπῆρχαν οἰκογενειακὲς καὶ συγγενικὲς ἑορταστικὲς συναθροίσεις ἤ καὶ φιλικὲς ἐπισκέψεις σὲ συγγενικὰ ἤ γειτονικὰ σπίτια; Πραγματοποιοῦνταν ἰδιαίτερες συναντήσεις μόνο μεταξὺ γυναικῶν ἤ μόνο μεταξὺ ἀνδρῶν γιὰ εὐχάριστη κουβεντούλα σὲ κάποιες βραδυνὲς ὧρες σχόλης καὶ ἀνάπαυσης;

                 Σαφεῖς καὶ τεκμηριωμένες ἀπαντήσεις, στηριγμένες μὲ ἀσφάλεια σὲ ἀνασκαφικὰ δεδομένα καὶ εὑρήματα, στὰ παραπάνω καὶ σὲ ἄλλα παρόμοια ἐρωτήματα, εἶναι δύσκολο ἀλλὰ καὶ ἀνεύθυνο νὰ δοθοῦν. Γραπτὲς πηγὲς δὲν ὑπάρχουν, ἀφοῦ τὰ ὅποια δεδομένα διαθέτουμε ἀνήκουν στὴν προϊστορικὴ ἐποχή, κατὰ  δὲν ὑπάρχουν γραπτές πηγὲς καὶ τὰ  «βουβά» ἀρχαιολογικὰ εὑρήματα δὲν μποροῦν νὰ δώσουν σαφεῖς ἀπαντήσεις σὲ τέτοια ἐρωτήματα.

                 Ἀπομένει ἡ ἁπλή, διὰ τῆς κοινῆς λογικῆς,  ἑρμηνευτικὴ προσέγγιση κάποιων εὑρημάτων. Καὶ ἡ ἑρμηνευτικὴ αὐτὴ   προσέγγιση διὰ τῆς κοινῆς λογικῆς τοῦ σημερινοῦ παρατηρητῆ πρέπει νὰ εἶναι ἀπαλλαγμένη, ὅσο εἶναι δυνατόν αὐτὸ νὰ γίνει,  ἀπὸ τὶς  ἀγκυλώσεις τῆς διαμορφωμένης καὶ παγιωμένης σύγχρονης ἀντίληψης καὶ νοοτροπίας.

               Αὐτὸ βεβαίως εἶναι πολὺ δύσκολο. Ἡ ἀναγωγὴ τῆς σκέψης τοῦ ἀνθρώπου τοῦ εἰκοστοῦ πρώτου αἰῶνα στὸν τρόπο σκέψης καὶ στὴν νοοτροπία τοῦ νεολιθικοῦ ἀνθρώπου δὲν εἶναι δυνατόν νὰ εἶναι ἀπαλλαγμένη  ἀπὸ τοὺς κινδύνους τῆς ὑποκειμενικότητας καὶ τῆς τεράστιας χρονικῆς ἀπόστασης ἡ ὁποία μεσολαβεῖ.

                   Οἱ κίνδυνοι αὐτοὶ  μποροῦσαν νὰ μετριασθοῦν ἐὰν χρησιμοποιοῦνταν σχετικὲς πληροφορίες ἑλλήνων ἀρχαίων συγγραφέων, οἱ ὁποῖες εἶναι πλησιέστερες σ’ ἐκείνη τὴν ἐποχὴ  ἀπὸ τὶς  δικὲς μας. Εἶναι ἕνας ἐνδιάμεσος σταθμὸς ὁὁποῖος  ἴσως  ἐξασφαλίζει λιγότερη ὑποκειμενικότητα. Οἱ σχετικὲς ὅμως πληροφορίες τῶν ἀρχαίων συγγραφέων γιὰ τέτοια θέματα  σπανίζουν.

                 Με βάση τοὺς παραπάνω ἐνδοιασμοὺς θὰ προσπαθήσουμε νὰ δώσουμε κάποιες εἰκόνες τῆς οἰκογενειακῆς ζωῆς τῶν νεολιθικῶν ἀνθρώπων μὲ βάση τὴν λογικὴ.

                    Ἡ ὑποχρεωτικὴ ἐκ τῶν πραγμάτων συγκατοίκηση τῶν μελῶν μιᾶς οἰκογένειας καὶ ἡ συγκέντρωσή τους, τοὐλάχιστον τὶς  βραδινὲς ὧρες στὸ ἴδιο σπίτι, μπορεῖ    καὶ πρέπει νὰ θεωρεῖται δεδομένο. Τὸ δεδομένο αὐτὸ ὑποδεικνύει ὡς συνέπεια καὶ λογικὸ συμπέρασμα τὴν ὕπαρξη καὶ τὴν ἀνάπτυξη δεσμῶν ἀγάπης, στοργῆς, φροντίδας, συμπαράστασης, συνεργασίας καὶ ἀλληλοβοήθειας μεταξὺ τῶν μελῶν τῆς οἰκογένειας.

                   Τὰ παιχνίδια καὶ οἱ ἀστεϊσμοί, οἱ ἀγκαλιὲς καὶ τὰ χάδια γονιῶν καὶ παιδιῶν, οἱ μικροτσακωμοὶ  μεταξὺ τῶν ἀδελφῶν, οἱ συμβουλὲς καὶ οἱ ἐντολὲς τῶν γονιῶν πρὸς τὰ παιδιά, τὰ μαλώματα καὶ οἱ τιμωρίες σὲ περιπτώσεις ἀπειθαρχίας καὶ ἀταξιῶν στὸ χῶρο  τοῦ σπιτιοῦ, ἦταν, ὁπωσδήποτε μία πολὺ συνηθισμένη καθημερινὴ ἐνδοοικογενειακὴ ἀτμόσφαιρα. Μία τέτοια ἀτμόσφαιρα εἶναι φυσική, ἔμφυτη, πανανθρώπινη καὶ διαχρονική.

                 Ἡ υἱοθέτησὴ της ἑπομένως  ἀπὸ ἕναν «σύγχρονο» νοῦ δὲν ἐμπεριέχει τὸν κίνδυνο λαθεμένης ἤ ὑποκειμενικῆς διάγνωσης. Οἱ τέτοιες σχέσεις εἶναι φυσικὲς διαχρονικὲς  καὶ σταθερὲς ἀνθρώπινες συμπεριφορὲς οἱ ὁποῖες  δὲν ἐξελίσσονται ἀνάλογα μὲ τὴν πρόοδο καὶ τὴν ἀνάπτυξη τοῦ πολιτισμοῦ. Παραμένουν σταθρὲς διαχρονικῶ καὶ πανανθρωπίνως. Είναι σταθερῶς ἀνθρώπινες.

                  Οἱ φιλικὲς ἐπισκέψεις καὶ τὰ φιλέματα μεταξὺ συγγενικῶν καὶ γειτονικῶν οἰκογενειῶν μποροῦμε μὲ βεβαιότητα νὰ ἰσχυρισθοῦμε ὅτι  ὁπωσδήποτε γίνονταν. Ὁ ἐλεύθερος χρόνος στὶς  βραδυνὲς ὧρες, στὶς  ἀτέλειωτες ἰδίως χειμωνιάτικες νύχτες, ἦταν πολύς. Οἱ συγκεντρώσεις φιλικῶν καὶ γειτονικῶν οἰκογενειῶν πρέπει νὰ ἦταν ἕνας καλὸς καὶ εὐχάριστος τρόπος κάλυψης τοῦ κενοῦ.

                Οἱ εἰκόνες συγκεντρωμένων γυναικῶν μιᾶς γειτονιᾶς «γιὰ νὰ περάσει ἡ ὥρα» μὲ κουβέντες ἁπλὲς καὶ καθημερινές, πολὺ συνηθισμένες ἰδίως στὰ μικρὰ χωριὰ τῆς ἑλληνικῆς ὑπαίθρου, ἰδίως στὰ τελευταῖα χρόνια, πρὸ τοῦ 1940, εἶναι εἰκόνες οἱ ὁποῖες λογικὸ εἶναι νὰ ὑποθέσουμε ὅτι  καὶ ἐκείνη τὴν ἐποχὴ πρέπει νὰ ἦταν καθημερινὴ πραγματικότητα.

               Τὰ παιδικὰ παιχνίδια καὶ ἀθύρματα τὰ ὁποῖα  βρέθηκαν  στὰ νεολιθικὰ σπίτια, εἴτε αὐτὰ ἦταν κατασκευὲς καὶ δῶρα τοῦ «μπαμπᾶ» εἴτε ἦταν «ἀγορασμένα»  ἀπὸ κάποιον εἰδικευμένο τεχνίτη, ὑποδεικνύουν μὲ βεβαιότητα ὅτι τὰ παιδιά τῆς νεολιθικῆς ἐποχῆς, ὅπως ὅλα  τὰ παιδιὰ τοῦ κόσμου καὶ ὅλων τῶν ἐποχῶν, ἔπαιζαν καὶ μόνα τους στὸ οἰκογενειακὸ περιβάλλον ἀλλὰ καὶ ὁμαδικά, κατὰ γειτονιές, στὶς  αὐλὲς τῶν σπιτιῶν τους ἤ  στοὺς ἐλεύθερους κοινόχρηστους χώρους τοῦ χωριοῦ.

                Κάποια  ἀπὸ τὰ παιχνίδια κατασκευάζονταν καὶ πουλοῦνταν  ἕτοιμα στὸν χῶρο  τοῦ ἐργαστηρίου κάποιου εἰδικευμένου τεχνίτη ἤ πουλοῦνταν ἀπὸ περιοδεύοντες μικροπωλητὲς διαλαλῶντάς τα στὶς  γειτονιὲς καὶ στὰ χωριὰ οἱ ὁποῖοι μπορεῖ νὰ ἦταν οἱ ἴδιοι καὶ  κατασκευαστές καὶ πωλητές.  Κάποια παιχνίδια πιθανόν νὰ κατασκευάζονταν κατόπιν εἰδικῆς παραγγελίας.

                  Ἄν ὁ «Ὀδυσσέας» παρίστανε τὸν πραγματευτὴ διαλαλῶντας τὸ  ἐμπόρευμὰ του, γιὰ νὰ ἀνακαλύψει τὸν κρυμμένο ἀνάμεσα στὰ κορίτσια τοῦ Λυκομήδη Ἀχιλλέα, γιατὶ δὲν θὰ μποροῦσε νὰ κυκλοφοροῦσε καὶ  στοὺς διαφόρους  νεολιθικοὺς οἰκισμοὺς τῆς εὐρύτερης περιοχῆς τοῦ Ἁλμυροῦ, ἔστω τῆς Τελικῆς Νεολιθικῆς Ἐποχῆς, ἕνας πραγματευτὴς μὲ εἴδη τὰ ὁποῖα  δὲν μποροῦσαν νὰ τὰ ἔχουν στὰ σπίτια τους οἱ κάτοικοι ἤ νὰ τὰ κατασκευάσουν οἱ ἴδιοι;

                 Γιατὶ δὲν θὰ μποροῦσε νὰ φτάσει ἕνας πραγματευτὴς μέχρι τὴν «Ἀϊδινιώτικη Μαγοῦλα», κατακαμπὶς στὸ κάμπο ἤ νὰ μεταβεῖ    στὴν παραλιακὴ «Πύρασο», στὴν «Πουρναρόλακα» ἤ στὸν οἰκισμὸ «Καρατζαγλὶ» καὶ νὰ διαλαλήσει καὶ πουλήσει παιχνίδα καὶ ἄλλα μικροείδη;

                       Στὸ «Μπελίτσι» μάλιστα, τὸ  ὁποῖο ἀποδειγμένα  εἶχε ὄχι μόνο χερσαῖες ἀλλὰ καὶ θαλάσσιες ἐπαφὲς μὲ ἄλλα μέρη, γιατί δὲν θὰ μποροῦσε νὰ φτάσει ἕνας πραγματευτὴς καὶ νὰ πουλάει «κοῦκλες», σπιτάκια, ἀλογάκια, βραχιόλια, σκουλαρίκια, περιδέραια, ξίφη, ὄμορφα καμωμένα  ἀπὸ κάποιον εἰδικευμένο καλλιτέχνη κατασκευαστή;

                 Ἡ γυναικεία φιλαρέσκεια, ἔμφυτη πανανθρώπινη καὶ διαχρονικὴ τάση τῆς ἀνθρώπινης φύσης, ἦταν φυσικὸ ν’ ἀναπτυχθεῖ    στὸ κοινωνικὸ περιβάλλον τὸ ὁποῖο  δημιούργησε ὁ νεολιθικὸς ἄνθρωπος. Ἔχοντας δικό της σπίτι ἀλλὰ καὶ ἐλεύθερο χρόνο ἡ νεολιθικὴ νοικοκυρὰ αἰσθανόταν  ἀσφαλῶς τὴν ἀνάγκη νὰ περιποιηθεῖ    καὶ νὰ στολίσει τὸν ἐαυτό της ἀλλὰ καὶ τὸν γύρω της χῶρο, τὸ  σπίτι της ἤ καὶ τὴν αὐλὴ της.

                      Ἔτσι κάποτε κρέμασε στὸ λαιμὸ της, περασμένες σὲ σχοινί, τὶς  χάντρες ποὺ  τῆς χάρισε ὁ ἄντρας της καὶ χαμογέλασε αὐτάρεσκα καμαρώνοντας τὸν ἑαυτὸ της. Κάποια ἄλλη γυναίκα, γειτόνισσὰ της, περισσότερο εὑρηματική, ἀνάμεσα στὶς  χάντρες πέρασε γιὰ ποικιλία καὶ κάποια πολύχρωμα κοχύλια τρυπῶντας τα. Μπορεῖ    νὰ εἶδε νὰ τὸ  κάνει αὐτὸ κάποια ἄλλη γυναίκα στὸν διπλανὸ οἰκισμὸ καὶ τῆς φάνηκε ὄμορφη. Ἔτσι αὐτὴ   βάλθηκε νὰ γίνει ὀμορφότερη καὶ νὰ τὴν ξεπεράσει. Κι ὁ γείτονας, τότε, βλέποντας τὴν δική του γυναίκα νὰ ζηλεύει τὶς  γειτόνισσὲς της, γιὰ νὰ κάνει ἀκόμη ὀμορφότερη τὴ δική του γυναίκα, ἀγόρασε ἀπ’ τὸν περαστικὸ πραγματευτὴ ἀκόμη ὀμορφότερα καὶ πιὸ περιποιημένα κοχύλια.