Μήπως ἡ Ἕλλη δὲν πνίγηκε στὸν Ἑλλήσποντο»η ?Ελλη

 Βίκτωρ Κ. Κοντονάτσιος
ΜΗΠΩΣ ΔΕΝ ΠΜΙΓΗΚΗ Η ΕΛΛΗ ΣΤΟΝ ΕΛΛΗΣΠΟΝΤΟ;

Πολύ γνωστός, αγαπητός και διαδεδομένος στην Άλο και την περιοχή της πρέπει να ήταν ο μύθος για την απόπειρα θυσίας του Φρίξου και της Έλλης και την φυγή τους προς την Κολχίδα πάνω στο κριάρι. Πολλοί μύθοι της περιοχής πρέπει να συνδέονταν με το γεγονός της πρώτης αυτής, πριν από την Αργοναυτική, ναυτικής εκστρατείας των Ελλήνων προς τα μέρη του Ευξείνου Πόντου. Αυτό πρέπει να θεωρηθεί ότι σημαίνει το γεγονός ότι όλες οι σειρές νομισμάτων της Παλαιάς και της Νέας Άλου έχουν στη μία όψη το κεφάλι του Λαφύστιου Δία και στην άλλη τον Φρίξο ή την Έλλη πάνω στο κριάρι που πετάει πάνω από τη θάλασσα. Κανένα άλλο περιστατικό της ιστορίας τους και της μυθολογίας τους δεν θεώρησαν οι Αλείς άξιο να τιμήσουν απεικονίζοντάς το στα νομίσματά τους.
Τα νομίσματα της Άλου με την παράσταση του Φρίξου ή της Έλλης δημιουργούν ωστόσο κάποιο ερμηνευτικό πρόβλημα το οποίο έχει σχέση με το θέμα που πραγματεύεται αυτή η εργασία, τις μυθολογικές δηλαδή επινοήσεις και δημιουργίες των πρώτων εκείνων ανθρώπων της ευρύτερης περιοχής του Αλμυρού. Το ερμηνευτικό αυτό πρόβλημα, απ’ όσο γνωρίζω, δεν αντιμετωπίζεται από κάποιον ερευνητή. Ίσως δεν δημιούργησε σ’ άλλους παρόμοιους προβληματισμούς. Ίσως γιατί δεν προσέχθηκε από την άποψη που εμείς εξετάζουμε το θέμα.
Όπως είναι γνωστό, σύμφωνα με την πολύ και ευρύτερα γνωστή, συνηθισμένη και αποδεκτή από όλους, εκδοχή του σχετικού μυθολογικού επινοήματος, τα δυο αδέλφια, ο Φρίξος και η Έλλη, φωτισμένα ή καθοδηγούμενα από το πνεύμα της μητέρας τους Νεφέλης, για να γλιτώσουν από τον βέβαιο θάνατο που τους περίμενε, ανέβηκαν και τα δύο στη ράχη του χρυσόμαλλου κριαριού και πετώντας μ’ αυτό πάνω από τη θάλασσα, ξεκίνησαν για την Κολχίδα.

               Όταν βρίσκονταν πάνω από το στενό του Ελλήσποντου, ζαλίστηκε η Έλλη και έπεσε στη θάλασσα. Από τότε το στενό αυτό θαλάσσιο πέρασμα προς την Προποντίδα και τον Εύξεινο Πόντο πήρε το όνομά της. Ο Φρίξος, μόνος του πια, μετά την πτώση στη θάλασσα και τον πνιγμό της Έλλης, συνέχισε το ταξίδι μέχρι που έφτασε στον προορισμό του.

          Επομένως, σύμφωνα με την ευρύτερα αυτή γνωστή και από τους περισσότερους αποδεκτή μορφή του μύθου, αρχικά και για ένα ορισμένο χρονικό διάστημα, μέχρι δηλαδή τον Ελλήσποντο, πάνω στο κριάρι βρίσκονταν τα δυο αδέλφια μαζί. Για ένα άλλο χρονικό διάστημα, το υπόλοιπο του ταξιδιού, από τον Ελλήσποντο και πέρα, πάνω στο κριάρι ταξίδευε μόνος του ο Φρίξος. Ποτέ δεν βρέθηκε η Έλλη μόνη της πάνω στο ζώο. Αυτός ήταν ο μύθος που γνώριζαν όλοι. Αυτό ζωγράφιζαν στις διάφορες παραστάσεις τους. Εικόνιζαν ή τα δύο αδέλφια μαζί πάνω στο κριάρι ή μόνο του τον Φρίξο ή κυρίως, ως κάτι το ενδιάμεσο, τον Φρίξο ν’ απλώνει το χέρι του και να προσπαθεί να πιάσει την Έλλη την στιγμή που γλιστρούσε και έπεφτε στη θάλασσα.
Και όμως οι κάτοικοι της Άλου επέμεναν να εικονίζουν στα νομίσματά τους την Έλλη μόνη πάνω στο κριάρι να ταξιδεύει. Και είναι οι κάτοικοι της Άλου μόνοι σ’ ολόκληρη την Ελλάδα που διατηρούσαν την εικονογράφηση αυτή.
Είναι δυνατό να θεωρηθεί ότι δεν έχει κάποια ιδιαίτερη σημασία αυτό το γεγονός; Γιατί οι κάτοικοι της Άλου, μόνοι αυτοί σ’ ολόκληρη την Ελλάδα, δεν παρίσταναν στα νομίσματά τους τα δυο αδέλφια να ταξιδεύουν μαζί, ώστε να συμφωνούν με την γνωστή και από όλους παραδεκτή εκδοχή του μύθου; Και αυτήν την επιμονή στην ιδιαιτερότητά τους δεν την παρουσίαζαν κάποιοι τυχαίοι, κάποιοι που ζούσαν μακριά από τον χώρο των γεγονότων, κάποιοι άσχετοι με τον μύθο. Την παρουσίαζαν αυτοί ακριβώς που γνώριζαν πολύ καλά όσα είχαν συμβεί, αφού τα γεγονότα έλαβαν χώρα στον τόπο τους και ήταν οι ίδιοι άμεσοι γνώστες ή εκείνοι που είχαν τις πιο άμεσες αναμνήσεις ή – ακόμα καλύτερα – ήταν οι πρώτοι κατασκευαστές του μύθου.
Και αν ακόμα υποθέσουμε ότι η απεικόνιση μιας παράστασης με δυο ανθρώπους και ένα κριάρι στη μία όψη ενός μικρού σε διαστάσεις νομίσματος, όπως ήταν τα νομίσματα της Άλου, παρουσίαζε κατασκευαστικές δυσκολίες εξαιτίας της πολυπλοκότητας της παράστασης, γεγονός που δεν είναι δυνατόν ωστόσο να γίνει εύκολα αποδεκτό, πάλι δε δικαιολογείται η παραποίηση του μύθου. Θα εικόνιζαν απλά μόνο του τον Φρίξο, όπως τόσοι και τόσοι άλλοι. Αλλά τόσο οι κατασκευαστικές λεπτομέρειες όσο και η τελειότητα της παράστασης που παρουσιάζει η νομισματοκοπή της Άλου δεν επιτρέπουν μία τέτοια υπόθεση.
Μήπως λοιπόν στην επιμονή αυτή των κατοίκων της Άλου , σε πείσμα της γνωστής και κοινά αποδεκτής μορφής του μύθου, να παριστάνουν μόνη της την Έλλη πάνω στο κριάρι κρύβεται μια άλλη, άγνωστη μέχρι τώρα στους πολλούς, εκδοχή του μύθου, που την γνώριζαν μόνο αυτοί και η οποία λησμονήθηκε, όπως τόσοι άλλοι μύθοι της ίδιας περιοχής; Προσωπικά έχουμε την γνώμη ότι κάτι τέτοιο δεν πρέπει να αποκλειστεί και ίσως να είναι και η μόνη δυνατή και συγχρόνως λογική ερμηνεία.
Ενισχυτικό της παραπάνω υπόνοιας πρέπει να θεωρηθεί και το εξής γεγονός, που δεν προσέχθηκε πολύ από τους ερευνητές.
Από τις ανασκαφές που ενεργεί επί είκοσι πέντε σχεδόν χρόνια τόσο στην αρχαία Άλο, την Άλο δηλαδή των κλασικών χρόνων, όσο και στη νέα Άλο, την Άλο των ελληνιστικών χρόνων, ο Ολλανδός αρχαιολόγος Reinder Reinders, ήρθαν στο φως πολλά νομίσματα της πόλης αυτής.          Νομίσματα της Άλου υπάρχουν σε διάφορες νομισματολογικές συλλογές και σε διάφορα μέρη του κόσμου. Όλα αυτά τα νομίσματα, της αρχαίας και της νέας Άλου, στη μια τους όψη παριστάνουν το Λαφύστιο Δία . Είναι ο θεός που λατρευόταν ιδιαίτερα στην περιοχή και στο ιερό του οποίου γίνονταν ανθρωποθυσίες.

              Ο Λαφύστιος ήταν, όπως είδαμε παραπάνω, αρχαιότατος χθόνιος θεός, προολυμπιακής προέλευσης, «πρότερος θεός», ο οποίος όταν η λατρεία του Δία κυριάρχησε σ’ όλο τον ελλαδικό χώρο, στην επιβεβλημένη θεοκρασία που ακολούθησε, έγινε απλά ένα συνοδευτικό λατρευτικό επίθετο κοντά στο νέο θεό και δημιουργήθηκε ο Λαφύστιος Δίας.Ενώ λοιπόν η μία όψη όλων των νομισμάτων παραμένει πάντοτε η ίδια, παριστάνοντας τον Λαφύστιο Δία, είτε πρόκειται για τα νομίσματα της αρχαίας Άλου, της Άλου δηλαδή των κλασικών χρόνων, είτε για τα νομίσματα της νέας Άλου, των ελληνιστικών χρόνων, η άλλη όψη διαφοροποιείται. Σ’ άλλα από αυτά παριστάνεται ο Φρίξος μόνος του πάνω στο κριάρι και σ’ άλλα εικονίζεται μόνη της η Έλλη.

             Παρατηρείται όμως το εξής πολύ αξιοπρόσεκτο χαρακτηριστικό, το οποίο και θεωρούμε ότι ενισχύει σημαντικά την υποστηριζόμενη άποψή μας.
Τα νομίσματα εκείνα που παριστάνουν την Έλλη να κάθεται μόνη της στη ράχη του κριαριού είναι όλα νομίσματα της αρχαίας Άλου. Είναι δηλαδή τα πιο παλαιά. Ανήκουν στον 4ο αιώνα π. Χ. Δεν βρέθηκε ακόμη κάποιο νόμισμα της πόλης αυτής που να παριστάνει είτε τον Φρίξο μόνο του, είτε τα δυο αδέλφια μαζί πάνω στη ράχη του κριαριού. Αντιθέτως τα νομίσματα εκείνα που παριστάνουν μόνον του τον Φρίξο είναι όλα, χωρίς καμία εξαίρεση, νομίσματα της νέας Άλου, αυτής δηλαδή των χρόνων της ελληνιστικής εποχής. Είναι δηλαδή αυτά τα νομίσματα, νεότερα κατά έναν περίπου αιώνα, και κατατάσσονται στον 3ο αιώνα π.Χ.
Ο Reinder Reindres, που εξέτασε όλα τα γνωστά ανά τον κόσμο νομίσματα της Άλου, κατατάσσει αυτά σε 21 σειρές. Από αυτές οι πέντε πρώτες σειρές περιλαμβάνουν νομίσματα της αρχαίας Άλου και υπόλοιπες δεκαέξι της νέας Άλου. Στις τέσσερις από τις πέντε σειρές των νομισμάτων της αρχαίας Άλου παρατηρείται ακόμη και κάτι άλλο. Ο Δίας παριστάνεται σ’ αυτές να κρατάει υψωμένο κεραυνό έτοιμος να τον εκσφενδονίσει. Είναι ο τιμωρός Δίας, ο λαφύστιος. Στις υπόλοιπες σειρές ο Δίας παριστάνεται χωρίς τον κεραυνό. Φαίνεται ως να μην είναι αυτό το κύριο χαρακτηριστικό του. Ο «πρότερος θεός», ο τιμωρός λαφύστιος Δίας της αρχαίας Άλου, της Άλου του Αθάμαντα και των ανθρωποθυσιών, παίρνει ηπιότερες και γλυκύτερες μορφές. Γίνεται πλέον «μειλίχιος».
Το γεγονός αυτό δημιουργεί τις εξής σκέψεις, που τις καταθέτουμε όχι με σκοπό να πείσουμε να γίνουν οπωσδήποτε αποδεκτές, έστω κι αν προσωπικά τις υιοθετούμε, αλλά μόνο και μόνο για δημιουργία κάποιου προβληματισμού και κάποιων σκέψεων. Προβληματισμό απλά θέλουμε να δημιουργήσουμε. Εξάλλου στην εργασία μας αυτή αναφερόμαστε στην μυθολογία, όπως αυτή ακουγόταν σε τούτη την περιοχή. Αυτήν προσπαθούμε να καταγράψουμε και τίποτε περισσότερο.
Οι κάτοικοι της αρχαίας Άλου είχαν κάποια μορφή μύθου που ήθελε την Έλλη να διασώζεται ή τουλάχιστο να ταξιδεύει μόνη της πάνω σε κριάρι. Αυτήν την εκδοχή του μύθου, η οποία για τους άλλους είχε πια λησμονηθεί ή τους ήταν άγνωστη, εξακολουθούσαν να εικονίζουν στα νομίσματά τους.
Εξάλλου η κοινή, αναμφισβήτητα, ρίζα της λέξης Έλλη με τις λέξεις Ελλάδα και Έλληνες θα πρέπει να μην επέτρεπε την παραδοχή ενός μύθου που θα παρουσίαζε θάνατο της Έλλης – Ελλάδας.
Στα νεότερα χρόνια όμως, τα ελληνιστικά, στα χρόνια της Νέας Άλου, όταν πλέον παντού, κάτω από το βάρος και την ευρύτερη διάδοση των εντυπωσιακών δημιουργιών των τραγικών ποιητών και άλλων κλασικών συγγραφέων, έγινε καθολικά αποδεκτή η μορφή του μύθου που ήθελε η Έλλη να πέφτει και να πνίγεται στον Ελλήσποντο και μόνο ο Φρίξος να σώζεται, οι ανίσχυροι, λόγω του μειωμένου κύρους τους και της ανυπαρξίας δημιουργών τραγωδιών και μύθων, κάτοικοι της μικρής και ασήμαντης Άλου, εγκατέλειψαν και αυτοί την δική τους εκδοχή και υποτάχθηκαν στη κοινά αποδεκτή μυθολογική εκδοχή. Δεν αποκλείεται να την είχαν ίσως και οι ίδιοι λησμονήσει αφού μετά την καταστροφή της πόλης τους από τον Φίλιππο, εγκατέλειψαν τα σπίτια τους και τα ιερά τους και σκορπίστηκαν σ’ άλλα μέρη. Όταν ύστερα από χρόνια, διαλυμένοι και ρημαγμένοι, αναγκάστηκαν να συνοικισθούν μαζί με πολλούς άλλους ξένους σ’ ένα μάλλον στρατιωτικής οργάνωσης οικιστικό σύνολο, την Ελληνιστική Άλο, ασφαλώς είχαν χάσει κάθε αίσθηση ιδιαίτερης ταυτότητας και αυτόνομου συνόλου ώστε να έχουν κάποια συνείδηση που να ζητά την απεικόνιση της.
Εξάλλου δεν πρέπει να περνά απαρατήρητο, αλλά να λαμβάνεται σοβαρά υπόψη, το γεγονός ότι η Νέα Άλος (Ελληνιστική) έζησε για πολύ λίγα χρόνια και επί πλέον ήταν μια πόλη η οποία δε χτίστηκε οικειοθελώς από τους κατοίκους της αλλά συνοικίσθηκε, μάλλον με βίαιο τρόπο, κάτω από την επιβολή του Κάσσανδρου ή ίσως του Δημητρίου του Πολιορκητή ή άλλου Μακεδόνα στρατηγού, για στρατηγικούς κυρίως σκοπούς.
Οι κάτοικοι της Νέας (Ελληνιστικής) Άλου πολύ λίγη σχέση πρέπει να είχαν με τους κατοίκους της αρχαίας Άλου και οπωσδήποτε ελάχιστη κοινωνική συνοχή και αίσθηση κοινής κοινωνικής ταυτότητας. Δεν είχαν τις ίδιες παραδόσεις, τις ίδιες αναμνήσεις. Εξάλλου τα τριάντα περίπου χρόνια που έζησαν στην πόλη τους, αφού μετά πάλι σκορπίστηκαν, δεν θα ήταν ποτέ δυνατόν να επαρκέσουν για τη δημιουργία μιας και ενιαίας κοινωνικής ταυτότητας. Ακόμη είναι σχεδόν βέβαιο ότι η Νέα Άλος δεν ήταν μία πόλη με την συνηθισμένη οργάνωση των πόλεων. Ήταν μία στρατιωτικά οργανωμένη συνοίκηση για εξυπηρέτηση πολεμικών σχεδίων. Ήταν κοινωνικά «ανεμοσκορπίσματα» που υποχρεώθηκαν να συνοικισθούν.
Ο τρόπος αυτός της συνοίκησης της πόλης ασφαλώς δεν άφηνε στους κατοίκους της την δυνατότητα ν’ αποφασίζουν ελεύθερα την μορφή της νομισματοκοπίας τους. Αυτοί που τους κυβερνούσαν και που επομένως αποφάσιζαν για τα πάντα στην πόλη ήταν ξένοι προς τις τοπικές παραδόσεις. Εκείνοι από τους κατοίκους της Νέας Άλου που ήταν απόγονοι ων κατοίκων της αρχαίας Άλου πρέπει να ήταν μία μικρή μειοψηφία. Ο Φίλιππος εξάλλου είχε καταστρέψει την αρχαία Άλο, γιατί βρισκόταν υπό την επιρροή των εχθρών του Αθηναίων, και την είχε υποτάξει παραδίνοντάς την στους φίλους του Φαρσάλιους. Καθόλου απίθανο να τους απαγόρεψε το παλιό είδος νομισματοκοπής. Έτσι στη Νέα Άλο, την Άλο της ελληνιστικής εποχής, δεν βρίσκουμε πια νομίσματα με την Έλλη, αλλά μόνο με το Φρίξο, σύμφωνα με τη μορφή του μύθου που όλοι οι άλλοι γνώριζαν και υιοθετούσαν. Μαζί με την καταστροφή της Αρχαίας Άλου χάθηκαν και οι παραδόσεις της ή ίσως προσπάθησαν κάποιοι να τις εξαφανίσουν.
Ακόμη οι κάτοικοι της Νέας Άλου δεν ήταν εκείνοι της παλαιάς Άλου, της Άλου των μύθων, των θρύλων, των παραδόσεων. Στη Νέα Άλο αναγκάστηκαν να συνοικισθούνν διαφορετικοί άνθρωποι από διάφορα γειτονικά μέρη χωρίς κοινές παραδόσεις και αναμνήσεις. Στα οικήματα της Νέας Άλου μπορούσαν να ήταν εγκαταστημένοι οχτώ χιλιάδες περίπου άνθρωποι, αριθμός πολύ μεγαλύτερος από τους κατοίκους της αρχαίας Άλου. Οι απόγονοι των κατοίκων της Αρχαίας Άλου, της Άλου δηλαδή της Πλατανιώτικης Μαγούλας, που θα εγκαταστάθηκαν στη νέα πόλη, μέσα σ’ αυτό το πολυποίκιλο συνονθύλευμα των οχτώ χιλιάδων στρατιωτικά οργανωμένων ανθρώπων, ήταν μια ασήμαντη και κυρίως μια ταπεινωμένη, μια νικημένη μειοψηφία.
Όπως ο Λαφύστιος υποτάχθηκε στο Δία, ο Ίτωνος ή η Ιτωνία στην Αθηνά, η Ασπαλίδα στην Άρτεμη, ο Αρισταίος στον Απόλλωνα, ο Κέραμβος στον Πάνα, διότι η «ακαλλιέργητη», άσημη, φτωχή, σκοτεινή και παραγκωνισμένη περιοχή της Όρθρης και της Αχαΐας Φθιώτιδας δεν μπορούσε ν’ αντιπαλέψει στο ανατέλλον Ολύμπιο φως και στην προβολή που μπορούσαν να κάνουν οι κλασικοί συγγραφείς της Αθήνας με τις εκδοχές των μύθων που αυτοί επέλεγαν ή δημιουργούσαν οι ίδιοι, έτσι κάπως πρέπει, και οι Αλείς να πείστηκαν να εγκαταλείψουν τη δική τους «τρελή» εκδοχή του μύθου που ήθελε να διασώζεται η Έλλη και δέχτηκαν και αυτοί και πίστεψαν ή – γιατί όχι – αναγκάστηκαν να πιστέψουν ότι σώθηκε μόνο ο Φρίξος. Θα τους ρώτησαν τάχα οι στρατοκράτορες που έχτισαν την πόλη και τους ανάγκασαν να συγκεντρωθούν εκεί και να συνοικήσουν, με πολλούς άλλους, τι θέλουν να εικονίζεται στα νομίσματά τους; Πολύ θα τους πήγαινε. Μήπως εξάλλου στην πόλη ζούσαν μόνο οι κάτοικοι της παλιάς Άλου;
Κάπως έτσι πρέπει να πίστεψαν και οι ίδιοι ότι ο μεγάλος Αχιλλέας τους δε σκότωσε τον Κύκνο εκεί κοντά στην πατρίδα τους γιατί βασάνιζε την περιοχή τους και αυτούς τους ίδιους αλλά . . . στην Τροία. Κάπως έτσι μπορεί να τους «έφυγε» και η πριγκίπισσά τους η Ανδρομάχη από τις δικές τους Φθιώτιδες Θήβες και να ταξίδεψε ως τις . . . ανύπαρκτες Υποπλάκιες Θήβες, γιατί έτσι το θέλησε, γιατί έτσι του άρεσε να διανθίσει ο Όμηρος το έπος του. Ας λάβουμε υπόψη μας και την άποψη ότι ο Όμηρος ίσως συνέδεσε σε ενιαία μορφή πολλά προϋπάρχοντα τραγούδια προκειμένου να συνθέσει τα έπη του. Άντε τώρα να ψάχνουν οι φτωχοί κάτοικοι των Φθιωτίδων Θηβών να βρουν που την ταξίδεψαν την χαμένη πριγκίπισσά τους οι μεγάλοι τραγικοί ποιητές και μυθοπλάστες! Ποιος από αυτούς μπορούσε και είχε τη διάθεση και το χρόνο ν’ αντιπαλέψει με όσα έλεγαν οι μεγάλοι σοφοί;
Για να ολοκληρώσουμε τη θέση αυτή πρέπει να πούμε ότι στη μυθολογία υπάρχει και μία εκδοχή που ακουγόταν κυρίως στα μέρη της Μακεδονίας και της Θράκης και η οποία δέχεται ότι η Έλλη δεν πνίγηκε, διότι σώθηκε από τον Ποσειδώνα ο οποίος ενώθηκε μαζί της και μάλιστα την έκανε μητέρα τριών παιδιών, του Παίονα, του Ηδωνού και του Άλμωπα ή Αλμωπού, που και οι τρεις τους έγιναν επώνυμοι ήρωες των αντίστοιχων λαών και χωρών.
Ο Αθανάσιος Σταγειρίτης, διασώζοντας μία άλλη εκδοχή του μύθου, λέει ότι πέφτοντας η Έλλη αρπάχτηκε από το ένα κέρατο του κριού που έσπασε και έτσι έπεσε μαζί με αυτό.
Σύμφωνα εξάλλου με όσα υποστηρίζει ο Διόδωρος ο Σικελιώτης ούτε χρυσόμαλλο κριάρι υπήρχε ούτε σ’ αυτό ανέβηκε ο Φρίξος με την Έλλη. Τα δυο παιδιά του Αθάμαντα ταξίδεψαν πάνω σε ένα καράβι που είχε στην πρώρα του σκαλισμένο ένα κριάρι. Συνηθιζόταν η πρώρα των καραβιών να στολίζεται με κάποιο κεφάλι ζώου. Ο Κριός λοιπόν ήταν απλά το καράβι που μπροστά του είχε σκαλισμένο ένα κριάρι. Η Έλλη που υπόφερε από ναυτία είχε σκύψει από το καράβι, ζαλίστηκε και έπεσε και πνίγηκε. Ο Διόδωρος ο Σικελιώτης, μην μπορώντας να κάνει διαφορετικά, αφού όλοι ήθελαν να πνίγεται το κορίτσι, έβαλε την Έλλη να ζαλίζεται και να πέφτει στη θάλασσα: «Διαπλεῦσαι γὰρ αὐτόν φασι οἱ μὲν ἐπὶ νεὼς προτομὴν ἐπὶ τῆς πρώρας ἐχούσης κριοῦ, καὶ τὴν Ἕλλην δυσφοροῦσαν ἐπὶ τῇ ναυτίᾳ, καὶ διὰ τοῦτο ἐπὶ τοῦ τοίχου τῆς νεὼς ἐκκύπτουσαν, εἰς τὴν θάλασσαν προσπεσεῖν»
Ας δεχτούμε λοιπόν κι εμείς μαζί με τους απλοϊκούς εκείνους ανθρώπους της ταπεινής αρχαίας Άλου, της μόνης αυθεντικής Άλου, της Άλου των γνήσιων Αλέων, ότι η αγαπημένη τους Έλλη δεν πνίγηκε αλλά γλίτωσε και ξέφυγε από το αδηφάγο στόμα του λαίμαργου Λαφύστιου. Εξάλλου ήταν η μόνη που δεν είχε ποτέ της μπερδευτεί ούτε με συνωμοσίες ούτε με δολοπλοκίες, ούτε με αρπαγές θησαυρών, ούτε θρόνους διεκδικούσε. Ήταν η μόνη που ίσως δεν έπρεπε και δεν θα ήθελαν οι Αλείς να την ιδούν να χάνεται άδικα και αδικαιολόγητα. Κι αν η Έλλη δεν ήταν μέσα σ’ όλους αυτούς τους τόσο πολύπλοκους και δαιδαλώδεις μύθους τίποτε άλλο παρά η ιδέα της Ελλάδας, μια απεικόνιση του μεγάλου τους πρόγονου Έλληνα;