Η ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΟΥ ΑΛΜΥΡΟΥ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ (1η συνέχεια)

Βίκτωρ Κων. Κοντονάτσιος

Η ΠΕΡΙΟΧΗ TOY ΑΛΜΥΡΟΥ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ

Μυθολογία ἐςὶ διήγησις παλαιοτάτων ἱςοριῶν,
αἱ ὁποῖαι ἀναμιχθεῖσαι μὲ πλάσματα, μετέβησαν
εἰς διηγήσεις θεῶν καὶ ἡμιθέων.
Στέφανος Κομμητάς.

Μύθος : Λόγος ψευδὴς εἰκονίζων τὴν ἀλήθειαν
(Λεξικό Σουίδα)

ΑΛΜΥΡΟΣ 2021

ΠΡΟΛΟΓΙΚΑ

                            Όταν πριν από αρκετά χρόνια πήρα την απόφαση ν’ ασχοληθώ με την καταγραφή της ιστορίας της περιοχής του Αλμυρού, βλέποντας, στις πρώτες μου, αδέξιες και χωρίς προηγούμενη εμπειρία, έρευνες, πόσο λιγοστά στοιχεία υπήρχαν για το θέμα μου, είχα την εντύπωση ότι η συγγραφή της ιστορίας αυτής δε θα μπορούσε να είναι τίποτε περισσότερο από ένα ολιγοσέλιδο μελέτημα. Δεν φαινόταν ότι ήταν δυνατό να βρεθούν αρκετά στοιχεία, τεκμηριωμένα με επιστημονικό τρόπο, ικανά να συγκροτήσουν ενιαίο και ολοκληρωμένο σύνολο και ν’ αποτελέσουν ένα έργο που θα ήταν σε θέση να δικαιολογήσει την ύπαρξή του και τον τίτλο του.
Καθώς όμως προχωρούσε το ψάξιμο και οι έρευνές μου στις βιβλιοθήκες γίνονταν επίμονες, τα λιγοστά καταρχήν, άγνωστα σε μένα μέχρι τότε, στοιχεία που σποραδικά συναντούσα, αποτελούσαν μια πολύ ευχάριστη έκπληξη. Τα στοιχεία αυτά ενεργούσαν σαν σταγόνες δροσιάς στη μεγάλη ξηρασία που αντιμετώπιζα. Αυτές οι σταγόνες δροσιάς, λιγοστεύοντας την απελπισία μου, πότιζαν και κρατούσαν συνεχές και ζωντανό το ενδιαφέρον μου και με παρακινούσαν στην παραπέρα έρευνα.
Έτσι περνούσε ευχάριστα ο καιρός και οι πληροφορίες που συγκεντρώνονταν και οι εκπλήξεις συνεχώς πλήθαιναν. Ήταν μια δύσκολη εργασία αυτή η έρευνα και υπήρξαν στιγμές που άρχισε να γίνεται προβληματική η τακτοποίηση των δεδομένων της σε κάποια λογική σειρά. Δεν είχε κάποιος μέχρι τότε ασχοληθεί ουσιαστικά και αποκλειστικά με την συνολική ή μερική καταγραφή και μελέτη της ιστορίας της περιοχής του Αλμυρού. Πέρα από τα δημοσιεύματα των μελών της Φιλαρχαίου Εταιρείας Αλμυρού δεν υπήρχε τίποτε άλλο σημαντικό και συστηματικό. Έτσι δεν μπορούσα να έχω στη διάθεσή μου ούτε οδηγούς, ούτε βοηθήματα.
Παρ” όλα αυτά, με το πέρασμα του χρόνου και καθώς η έρευνα απλωνόταν, τα στοιχεία που συγκεντρώνονταν άρχισαν να πληθαίνουν ώστε γρήγορα ν’ αρχίσει να διαφαίνεται ότι η εργασία που επρόκειτο να γίνει όχι μόνο δεν θα ήταν απλώς ένα ολιγοσέλιδο μελέτημα, όπως προεικόνιζαν οι αρχικές μου απαισιόδοξες προβλέψεις, αλλά θα σύντομα θα έπρεπε ν’ αντιμετωπιστεί και το θέμα του τεμαχισμού της όλης εργασίας σε επιμέρους τμήματα.
Από τις πρώτες ακόμη σκέψεις, για την κατάτμηση της ύλης, εκτιμήθηκε ότι ένα από τα τμήματα αυτής της εργασίας, το πρώτο και εισαγωγικό, θα έπρεπε να είναι η μυθολογία της περιοχής. Η μυθολογία καλύπτει και αναφέρεται πάντοτε στο απώτατο παρελθόν της ανθρώπινης κατοίκησης και ιστορίας κάθε τόπου.          Πρέπει λοιπόν αυτή να είναι η αρχή από την οποία θα ξεκινήσει η καταγραφή της ιστορικής πορείας και εξέλιξης μιας περιοχής.
Εξάλλου κυρίαρχη σκέψη στην αντιμετώπιση του θέματος αυτού ήταν η ρήση του μεγάλου συμπατριώτη μου, του Στεφάνου Κομμητά από τους Κωφούς, την οποία επέλεξα ως προμετωπίδα αυτής της εργασίας: «Η μυθολογία είναι διήγηση πολύ παλαιών ιστοριών, οι οποίες, αφού αναμίχθηκαν με δημιουργήματα φαντασίας, μεταβλήθηκαν σε διηγήσεις για θεούς και ημιθέους».
Μ’ άλλα λόγια η μυθολογία μιας περιοχής, στην πρώτη της τουλάχιστον μορφή, χωρίς τις κατοπινές ποικίλες, σκόπιμες ή αθέλητες, επεμβάσεις και επικαλύψεις των αρχικών μύθων, συγκροτείται από τις πιο παλαιές ανιχνεύσιμες αναμνήσεις των κατοίκων της για τη ζωή των προγόνων τους. Η μυθολογία, στη βάση της, είναι η σκοτεινή, θολή και συγκεχυμένα διατηρημένη ανάμνηση των πολύ παλαιών ιστορικών γεγονότων, διαμορφωμένη σε μία ενιαία διηγηματική μορφή.
Αυτός ακριβώς είναι και ο σπουδαιότερος λόγος που καθιστά υποχρεωτική την καταγραφή της μυθολογίας ενός τόπου στο πρώτο, το εισαγωγικό, μέρος μιας εργασίας στην οποία πρόκειται ν’ αντιμετωπισθεί μία συνολική θεώρηση της ιστορικής εξέλιξης του τόπου και της ζωής των ανθρώπων που έζησαν σ’ αυτόν.
Η πρώτη, κάπως συστηματική, ενασχόλησή μου με τα ιδιαίτερα μυθολογικά θέματα της περιοχής του Αλμυρού και η πρώτη προσπάθεια καταγραφής τους σε μια μορφή που θα μπορούσε να παρουσιασθεί ενώπιον κοινού, έγινε με την ευκαιρία της πραγματοποίησης ενός συνεδρίου που οργάνωσε η κοινότητα Ανάβρας της επαρχίας Αλμυρού του νομού Μαγνησίας, το καλοκαίρι του 1993, με θέμα «Το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον της Ανάβρας (Γούρας)».
Στην πολύ ευγενική πρόσκληση της οργανωτικής επιτροπής του συνεδρίου αυτού δήλωσα τη συμμετοχή μου με θέμα ανακοίνωσης: «Η Όθρυς στη Μυθολογία». Κάποια από τα στοιχεία της εργασίας που ακολουθεί, διασκορπισμένα φυσικά σ’ όλη της την έκταση, παρουσιάστηκαν για πρώτη φορά στο συνέδριο εκείνο σε μία, όπως ήταν φυσικό, πολύ συνεπτυγμένη μορφή λόγω έλλειψης χρόνου κατά την προφορική παρουσίαση του θέματος και χώρου στη γραπτή μορφή κατά την εκτύπωση των Πρακτικών του Συνεδρίου. Εξάλλου την εποχή εκείνη δεν είχε ακόμη ολοκληρωθεί η ερευνητική μου προσπάθεια. Η κατοπινή επίμονη συνέχιση εκείνης της έρευνας έφερε στο φως και πολλά άλλα ενδιαφέροντα στοιχεία, τα οποία συμπλήρωσαν σε πολύ μεγάλο βαθμό τα υπάρχοντα κενά και ολοκλήρωσαν την εργασία, ώστε αυτή, κατά την προσωπική μου εκτίμηση, να μπορεί να παρουσιαστεί σε μια αυτοτελή μορφή, αυτήν που επιχειρείται με τούτη την παρουσίαση.
Κατά τη διάρκεια της ενασχόλησής μου αυτής η αντιμετώπιση του θέματος πέρασε από πολλές θεωρήσεις και διαφορετικά κοιτάγματα. Η αποκάλυψη διαρκώς και καινούργιων στοιχείων δημιουργούσε συνεχώς νέα προβλήματα συσχέτισης και ένταξής τους στο ενιαίο σύνολο, καθώς και θέματα ανάγκης συνεχούς και γενικής αναθεώρησης και αναδιοργάνωσης της όλης μορφής της εργασίας.
Για την εργασία τούτη προτίμησα τον τίτλο «Η ΠΕΡΙΟΧΗ TOY ΑΛΜΥΡΟΥ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ». Ο τίτλος θα μπορούσε να είναι «Η ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ ΣΤΗΝ ΕΠΑΡΧΙΑ ΑΛΜΥΡΟΥ» ή «Η ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΛΜΥΡΟΥ». Θεώρησα τον πρώτο πιο ταιριασμένο από τους άλλους. Στην εργασία αυτή γίνεται μια προσπάθεια ανάδειξης, αξιοποίησης και ενιαίας συστηματικής παρουσίασης των αρχαιοελληνικών μυθολογικών αναφορών που υπάρχουν διάσπαρτες σε διάφορα μέρη εργασιών ελλήνων και αλλοδαπών συγγραφέων για την ευρύτερη περιοχή του Αλμυρού του νομού Μαγνησίας.
Ωστόσο και ο τίτλος αυτός, που τελικά προτιμήθηκε, δεν ανταποκρίνεται ακριβώς στο αντικείμενο και το περιεχόμενο της εργασίας. Και τούτο γιατί ως περιοχή του Αλμυρού στην εργασία αυτή δεν θεωρείται η ομώνυμη περιοχή της σύγχρονης γεωγραφικής πραγματικότητας και της σημερινής διοικητικής κατανομής, αλλά μια πολύ ευρύτερη περιοχή, αυτή που ορίζεται κυρίως από ολόκληρο τον ορεινό όγκο της Όθρης με όλες τις προποδικές και πεδινές προεκτάσεις του στους νομούς που τον περιβάλλουν, δηλαδή τους νομούς Μαγνησίας, Λάρισας, Καρδίτσας και Φθιώτιδας. Είναι ακριβώς (ή περίπου) η περιοχή η οποία στην αρχαιότητα δηλωνόταν με τα ονόματα «Αχαΐα Φθιώτιδα» και «Φθία». Η περιοχή αυτή, τουλάχιστο για την αρχαία εποχή, θεωρώ ότι αποτελούσε (και αποτελεί ίσως και σήμερα) ενιαίο και αδιάσπαστο γεωγραφικό, κοινωνικό, οικονομικό, ιστοριογραφικό και πολιτισμικό χώρο. Την περιοχή αυτή, όταν πρόκειται τουλάχιστο για την καταγραφή της ιστορικής της διαδρομής, δεν μπορούμε παρά να την αντιμετωπίζουμε συνολικά.
Θα μπορούσε λοιπόν, με μία δεοντολογικά επιστημονικότερη θεώρηση του θέματος της ονομασίας της, η εργασία αυτή να έχει τον τίτλο «Η ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΗΣ ΑΧΑΪΑΣ ΦΘΙΩΤΙΔΑΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ». Αυτός ο τίτλος καλύπτει ακριβώς το περιεχόμενο τούτης της εργασίας. Μία περιοχή της αρχαίας Ελλάδας είναι φυσικό να αναμειγνύεται σε μύθους. Μία περιοχή της σύγχρονης πραγματικότητας δεν έχει ίσως θέση σε κάτι τέτοιο. Ωστόσο, σε βάρος της επιστημονικότητας αυτής της θέσης και της αντικειμενικής δεοντολογίας, και παρά την σαφή και πλήρη γνώση της επιχειρούμενης, τολμηρής ίσως, «παρατυπίας», τελικά κυριάρχησε η εσώψυχα βαθιά στεριωμένη «αγιάτρευτη» λατρεία για την ιδιαίτερη πατρίδα μου, το σημερινό όνομα της οποίας ήθελα να φανεί και στον τίτλο. Ήταν τόσο απόμακρα μέσα μου η «Αχαΐα Φθιώτιδα» όπως και η «Φθία» και τόσο πολύ κοντά στο χρόνο και στην καρδιά μου η «περιοχή Αλμυρού».

Τόλμησα λοιπόν την «παρατυπία» μου αυτή ελπίζοντας στην κατανόηση και στην «άφεση των αμαρτημάτων μου» μόνο και μόνο γιατί «αγάπησα πολύ».
Η μυθολογία ενός τόπου και ενός λαού βεβαίως δεν είναι δυνατό ν’ αποχωριστεί εντελώς από την καθαρή ιστορία του. Η μυθολογία εμπεριέχει πάντοτε και πραγματικά στοιχεία και βεβαιωμένα ιστορικά γεγονότα, έστω κι αν κάποια απ’ αυτά, μερικές φορές, είναι πολύ δύσκολο, ή και σχεδόν αδύνατο, ν’ αποχωρισθούν εντελώς από τα πάμπολλα μυθικά επικαλύμματα που έχουν προσθέσει πάνω τους οι αιώνες. Αλλά και κάτω από τα θεωρούμενα ως βεβαιωμένα ιστορικά γεγονότα κρύβονται μερικές φορές και μυθικές επινοήσεις ή έχουν γίνει σ’ αυτά μυθικές προσθήκες και επικαλύψεις. Τρανά τέτοια παραδείγματα είναι τα όσα ακούγονται για τον Τρωικό Πόλεμο και την Αργοναυτική Εκστρατεία. Υπάρχουν οπωσδήποτε στις δύο αυτές γνωστές σ’ όλους διηγήσεις και ιστορικά – πραγματικά – γεγονότα στους βασικούς πυρήνες των μύθων τους.
Δεν είναι λοιπόν εύκολο, σε μια διήγηση που αναφέρεται στο απώτατο παρελθόν μιας περιοχής και για τα ιστορικά δεδομένα της οποίας δεν μπορεί να βρεθούν επιστημονικά τεκμηριωμένες αποδείξεις, να διαχωριστούν πλήρως τα μυθικά από τα καθαρώς ιστορικά στοιχεία.
Αυτό συμβαίνει στη μυθολογία κάθε λαού. Σε πολύ όμως μεγαλύτερο βαθμό παρατηρείται αυτό στην Ελληνική Μυθολογία. Και συμβαίνει αυτό στην Ελληνική Μυθολογία επειδή η αναμφισβήτητα πολύ μεγάλη υπεροχή της μυθοπλαστικής ικανότητας του ελληνικού πνεύματος απέναντι σ’ εκείνη των άλλων λαών, έγινε η αιτία ώστε οι μύθοι των Ελλήνων να έχουν τόσο πολύ αληθοφανή μορφή, τέτοια λογική ροή και τόσο θαυμάσια πλοκή, ώστε πολύ εύκολα να είναι δυνατό, μερικά τουλάχιστο, μυθολογήματα να εκληφθούν ως ιστορικά γεγονότα. Καθαρά μυθολογικές διηγήσεις συμβαίνει να παρουσιάζονται με τόση ζωντάνια και τόση αληθοφάνεια, ώστε να είναι πολύ δύσκολο ν’ αμφισβητηθεί η πιθανή ιστορικότητά τους.

Αντίθετα, και για τους ίδιους λόγους, πραγματικά στοιχεία και ιστορικά γεγονότα έχουν περάσει στη σχετική αρχαιοελληνική δραματουργική γραμματεία με τόση τέχνη ώστε να μπορούν να θεωρηθούν και ως μυθολογήματα. Τα ιστορικά αυτά γεγονότα και τα πραγματικά στοιχεία με το πέρασμα των καιρών επικαλύφθηκαν και με θαυμάσιες μυθολογικές επινοήσεις και προσθήκες κυρίως εκ μέρους των τραγικών ποιητών και των άλλων δημιουργών. Έτσι θεωρούνται – και είναι – περισσότερο γνωστά ως μύθοι παρά ως ιστορικά γεγονότα. Πρόσωπα με βεβαιωμένη ιστορικά την ύπαρξή τους έχουν περιτυλιχθεί, σκόπιμα αρκετές φορές – ή αθέλητα σε άλλες περιπτώσεις – από μυθολογήματα σε τόσο μεγάλο βαθμό και με τέτοια τέχνη, ώστε η αληθινότητά τους ν’ αμφισβητείται έντονα.
Αυτή η μίξη ιστορίας και μυθολογίας δεν ήταν δυνατό ν’ αποφευχθεί και στην εργασία αυτή. Έτσι, μόλο που αυτή η εργασία αναφέρεται στην μυθολογία της ευρύτερης περιοχής Αλμυρού, μνημονεύονται σ’ αυτήν παράλληλα και πολλά σαφώς γνωστά ως ιστορικά γεγονότα. Αλλά, εδώ, όποτε και στο βαθμό που αυτό γίνεται, όσα γνωστά και ιστορικώς βεβαιωμένα στοιχεία μνημονεύονται δεν αναφέρονται ούτε από άγνοια ή σύγχυση, ούτε από αδυναμία εντόπισης και διαχωρισμού τους από τις μυθολογικές επικαλύψεις. Δεν έγινε καμία προσπάθεια επισήμανσης και διαχωρισμού τους. Δεν αντιμετωπίστηκε στην εργασία μας αυτό το θέμα, απλά και μόνο διότι δεν χρειαζόταν.

Τα όποια ιστορικά στοιχεία αναγκαστικά αναφέρονται εδώ μνημονεύονται ως στοιχεία αναπόσπαστα από τη μυθολογία τούτου του τόπου. Αυτά όμως είναι σαφές ότι είναι θέματα της ιστορίας. Αναφέρονται π. χ. ιστορικά πρόσωπα και ενέργειες υπαρκτών προσώπων σχετικές με λατρείες και αφιερώματα σε ιερά θεών αναγκαστικά. Είναι γνωστό ότι οι αρχαιοελληνικοί θεοί και οι αναφερόμενες δήθεν επεμβάσεις τους στα ανθρώπινα πεπραγμένα θεωρούνται από τους ανθρώπους της εποχής μας μυθολογήματα αλλά οι ναοί των θεών αυτών και οι άνθρωποι εκείνης της εποχής, οι οποίοι εκδήλωναν τη λατρεία τους σ’ αυτούς, ήταν υπαρκτοί. Δεν είναι δυνατή επομένως η καταγραφή των μυθολογικών επινοήσεων των ανθρώπων της εποχής εκείνης χωρίς την παράλληλη μνημόνευση των ιστορικών γεγονότων και προσώπων που σχετίζονται μ’ αυτά.
Ωστόσο, τα ελάχιστα αυτά ιστορικά γεγονότα και υπαρκτά στοιχεία, που αναγκαστικά μνημονεύονται στην εργασία μας αυτή, δεν εξετάζονται από κάποια ιστορική άποψη, δεν εντάσσονται στην αντίστοιχη ιστορική εποχή, δεν ταξινομούνται χρονικά, δεν συσχετίζονται μ’ άλλα γεγονότα, δεν κρίνονται δηλαδή ως ιστορικά γεγονότα. Όσα τέτοια στοιχεία αναφέρονται εντοπίζονται και διαχωρίζονται εύκολα από τον αναγνώστη. Δεν ενοχλεί η αναφορά τους μαζί με τα μυθολογήματα. Μνημονεύονται γιατί δεν ήταν δυνατό να παραλειφθούν από ό,τι μπορεί να θεωρηθεί μυθολογία.
Δεν γίνεται ακόμη – εκτός από ελάχιστες περιπτώσεις – κριτική θεώρηση των αναφερόμενων. Μύθος και πραγματικά γεγονότα, μυθολογία και ιστορία, αναφέρονται μαζί ως ενιαία ακούσματα, γιατί ως τέτοια διαπότιζαν τη συνείδηση του λαού τούτου του τόπου, ως τέτοια επιδρούσαν στη ζωή του και διαμόρφωναν την κοινωνική ύπαρξη και την ιστορική τους συνείδηση. Ποτέ τους, εξάλλου, οι άνθρωποι εκείνης της εποχής δεν τα ξεχώριζαν μεταξύ τους. Ο βασιλιάς Πύρρος π. χ., υπαρκτό και ιστορικά βεβαιωμένο πρόσωπο, ο οποίος αφιέρωνε στο ναό της Ιτωνίας Αθηνάς τα λάφυρα του πολέμου, και η ίδια η Ιτωνία Αθηνά, πλάσμα των μύθων και της φαντασίας του αρχαίου Έλληνα Αχαιού Φθιώτη, ήταν εξίσου υπαρκτά ως πρόσωπα και εξίσου ανεκτά και πιστευτά από αυτόν ως ακούσματα. Κι όταν ο μεγάλος πέρσης βασιλιάς Ξέρξης, μπροστά στα όσα άκουσε για τον τρομερό Λαφύστιο Δία, εμπόδιζε τους στρατιώτες του να πλησιάσουν στο σεβαστό από όλους ιερό του Λαφύστιου Δία στην Άλο, δυνάμωνε με την ιστορικά βεβαιωμένη αυτή ενέργειά του, την πίστη του λαού στο θεό τους στον ίδιο βαθμό όπως και τα όσα μυθολογήματα ακούγονταν γι’ αυτήν την θεότητα.

Γι’ αυτό και όλα αυτά αναφέρονται μαζί και στην εργασία αυτή. Η μυθολογία έπρεπε να έχει οπωσδήποτε ένα σκελετό στον οποίο να στηριχθεί. Ο σκελετός αυτός είναι ασφαλώς αναμνήσεις ιστορικών γεγονότων. Πίστευαν οι αρχαίοι πρόγονοι των κατοίκων τούτου του τόπου, οι Αχαιοί Φθιώτες, όπως και οι άνθρωποι κάθε τόπου, στην ύπαρξη του δυνατού βασιλιά τους γιατί τον έβλεπαν να ζει ανάμεσά τους, πίστευαν όμως ταυτόχρονα – στο βαθμό που πίστευαν και όσοι απ’ αυτούς πίστευαν – και ότι για να γεννηθεί ο βασιλιάς τους κοιμήθηκε με τη μητέρα του κάποιος θεός ή τουλάχιστον πίστευαν ότι ο βασιλιάς τους είχε την εύνοια και την αγάπη κάποιου θεού.
Δεν μας απασχολεί επίσης στην εργασία αυτή – συστηματικά τουλάχιστον – η λεπτομερής και με αυστηρά επιστημονικό και καθαρά ερευνητικό τρόπο, μελέτη των προβλημάτων της εντοπιότητας των μύθων ή της πιθανής μεταφοράς τους από άλλα μέρη. Δεν ασχολούμαστε επίσης συστηματικά με προβλήματα ερμηνείας των μύθων. Δεν κάνουμε επιστημονική μυθολογική έρευνα. Καταγράφουμε τους μύθους εκείνους οι οποίοι ως ακούσματα διαπότιζαν τη συνείδηση των ανθρώπων της περιοχής της Αχαΐας Φθιώτιδας και δημιουργούσαν την ταυτότητα, την αυτογνωσία και την αυτοσυνείδησή τους αλλά και ταυτόχρονα διαμόρφωναν και χάραζαν τα μελλοντικά τους οράματα και προσδιόριζαν τις δραστηριότητές τους. Τα θεωρούμε όλα «κατάλοιπα» της «ιστορίας» τους που έγιναν διηγήσεις, μύθοι, θρύλοι, παραδόσεις και τους έτρεφαν. Πιστεύουμε ότι μόνο μια τέτοια θεώρηση της μυθολογίας μιας περιοχής μπορεί να καταγραφεί για να μπορέσει έτσι να θεωρηθεί ως η πρώτη αρχή της ιστορικής πορείας του λαού της.
Στη μυθολογία της Αχαΐας Φθιώτιδας, την οποία προσπαθούμε να καταγράψουμε στις σελίδες της εργασίας αυτής, όπως θα δει ο αναγνώστης, περιλαμβάνονται και μύθοι των οποίων οι πρωταγωνιστές έζησαν σ’ άλλες περιοχές. Αυτοί είναι εκείνοι οι μύθοι των οποίων οι ήρωες και οι πρωταγωνιστές, κατά την επικρατέστερη μυθολογική άποψη ή έστω, κατά τη μυθολογική άποψη που ακουγόταν και πιστευόταν ως αληθινή σε τούτα τα μέρη, κατάγονταν από την Αχαΐα Φθιώτιδα ή τη Φθία ή είχαν κάποια σχέση μ’ αυτή την περιοχή. Είναι επόμενο να σκεφθούμε ότι τα «κατορθώματα» των ταξιδεμένων αυτών παλικαριών τους οι άνθρωποι της περιοχής τα μάθαιναν και τα τραγουδούσαν.

Ήταν κατορθώματα που τους ενδιέφεραν ή τους έκαναν περήφανους. Ήταν επομένως και αυτά μυθολογικά ακούσματα που τα ιστορούσαν και καμάρωναν αλλά και ταυτόχρονα διαπότιζαν τη συνείδησή τους το ίδιο αποτελεσματικά όπως και τ’ άλλα ακούσματα για τους ντόπιους, τους καθαρά δικούς τους, ήρωες. Ο Φρίξος π. χ. και ο Αχιλλέας ήταν δικά τους παλικάρια αλλά πραγματοποίησαν τα περισσότερα από τα μεγάλα κατορθώματά τους σ” άλλους τόπους. Θεωρούνταν επομένως τα κατορθώματά τους, κατορθώματα και γεγονότα, «ιστορία», τούτου του τόπου. Επιδρούσαν και αυτά, ως ακούσματα, στη διαμόρφωση της αυτοσυνείδησης των ανθρώπων τούτου του τόπου. Αποτελούσαν και αυτά μέρος του «ένδοξου» παρελθόντος τούτου του τόπου.
Πέραν όμως από τον παραπάνω ουσιαστικό λόγο για τον οποίο θεωρούμε αυτά μέρος της μυθολογίας της Αχαΐας Φθιώτιδας και της Φθίας, και ο οποίος λόγος μάς οδήγησε στην απόφαση να τα καταγράψουμε και να τα εντάξουμε στην μυθολογία τούτης της περιοχής, υπάρχει και άλλος σοβαρότερος λόγος γι’ αυτή μας την ενέργεια. Όπως θ’ αναφέρουμε σ’ επόμενες σελίδες, πολλά από τα μυθολογούμενα γεγονότα που φέρονται να έχουν πραγματοποιηθεί σε ξένες χώρες από ήρωες που κατάγονταν από την Αχαΐα Φθιώτιδα ή τη Φθία, υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις ότι στην πραγματικότητα είχαν λάβει χώρα σε τούτα τα μέρη και από εδώ είχαν μεταφερθεί στις νέες πατρίδες των πρωταγωνιστών τους.