Οἱ ἀπελευθερωτικὲς δραστηριότητες
τῆς περιόδου 1845 – 1848
Σ’ ὁλόκληρο τὸ χρονικὸ διάστημα μετὰ τὴν δημιουργία τοῦ πρώτου Ἑλληνικοῦ Κράτους, ἀπὸ τὸ 1830 μέχρι καὶ τὸ ἀπελευθερωτικὸ κίνημα τοῦ ἔτους 1854, ὁ μεγάλος Ἁλμυριώτης ἀγωνιστὴς τοῦ ἀγῶνα τῶν ἐτῶν 1821 -1830, Ἰωάννης Βελέντζας, δὲν ἔπαυσε νὰ θεωρεῖ καὶ νὰ ἐπιδιώκει ὡς κυρίαρχη ἀποστολή του τὴν ἀπελευθέρωση τῆς ἰδιαίτερης πατρίδας του καὶ τῆς Θεσσαλίας ὁλόκληρης, καὶ νὰ ἀγωνίζεται γιὰ τὸν σκοπὸ αὐτόν.
Ἀπὸ τὸ ἔτος 1844 καὶ μετά, βλέποντας νὰ ἀποτυγχάνουν τὰ ἔνοπλα ἀπελευθερωτικὰ κινήματά του, γιὰ τὴν ἐπίτευξη τοῦ πάγιου καὶ σταθεροῦ αὐτοῦ σκοποῦ του, ἄρχισε νὰ ἀσχολείται, ὄχι πλέον μόνο μὲ ἔνοπλες ἐξεγέρσεις, οἱ ὁποῖες, ὅπως ἀποδείχτηκε, ἦταν ἐκ τῶν προτέρων γνωστὸ ὅτι θὰ ἀντιμετωπίζονταν ἐχθρικῶς ἀπὸ ὅλους, ἀλλὰ καὶ μὲ δραστηριότητες πολιτικοῦ χαρακτῆρα.
Ἡ ἐνασχόλησή του μὲ τὴν πολιτικὴ ἦταν μία νὲα ἐπιλογή του, ἕνας ἄλλος τομέας, μία ἄλλη μορφὴ δραστηριότητάς του γιὰ τὸν ἴδιο πάντοτε σταθερό του σκοπό. Ἦταν μία ἐπιλογή στὴν ὁποία ὁδηγήθηκε ἐξ αἰτίας τῆς μεγάλης ἀπογοήτευσης καὶ πικρίας τὴν ὁποία αἰσθάνθηκε ὄχι μόνο ἀπὸ τὴν ἐγκατάλειψή του ἀπὸ ὅλους ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὴν γενικευμένη ἐχθρικὴ μέχρι καὶ πολεμικὴ ἀτμόσφαιρα καὶ συμπεριφορὰ ὅλων προσωπικῶς ἐναντίον του καὶ κυρίως ἐναντίον τῶν ἐνόπλων προσπαθειῶν του γιὰ τὴν ἀπελευθέρωση τῆς πατρίδας του.
Ἡ ἀπογοήτευσή του αὐτὴ καὶ ἡ πικρία του, ὡστόσο, δὲν τὸν ἀπομάκρυνε ἀπὸ τὴν βασική του ἐπιδίωξη. Ἀντιθέτως ἐνίσχυσε περισσότερο καὶ ἀποτελεσματικότερα τὶς πάντοτε ἀντικαθεστωτικές, ἀντιβαυαρικὲς καὶ ἀντιοθωνικὲς διαθέσεις καὶ ἐνέργειές του. Βασικὸς σκοπὸς τῆς νέας ἐπιλογῆς του καῖ τῆς ἀνάμιξής του στὴν πολιτικὴ δραστηριότητα τῆς περιοχῆς του δὲν ἦταν αὐτὴ καθαυτὴ ἡ ἐνασχόληση μὲ τὴν πολιτικὴ ἀλλὰ διὰ τῆς συμετοχῆς του ἡ ἀλλαγὴ τοῦ πολιτικοῦ κλίματος τῆς ἐποχῆς ὡς πρὸς τὴν ἀπελευθέρωση τῆς Θεσσαλίας .
Ἄν καὶ εἶναι βέβαιο ὅτι γνώριζε πολὺ καλὰ ὅτι τὰ πραγματικὰ προσωπικὰ αἰσθήματα τοῦ Ὄθωνα καὶ τῆς Ἀμαλίας ἦταν ὑπὲρ τῆς ἐδαφικῆς ἐπέκτασης τῆς Ἑλλάδας καὶ ὑπὲρ τῆς γενικῆς πολεμικῆς ἐξέγερσης γιὰ τὴν πραγματοποίησή της, ὁ Ἰωάννης Βελέντζας ἐντάχθηκε στὴν ἀντιοθωνικὴ παράταξη τῶν Ἑλλήνων, γιατὶ πίστευε ὅτι μόνο μὲ τὴν ἀπομάκρυνση τοῦ μὴ τολμηροῦ καὶ μὴ ἀποφασιστικοῦ ἀλλὰ δειλοῦ καὶ οὐσιαστικῶς δεσμευμένου βασιλικοῦ ζεύγους θὰ δημιουργοῦνταν εὐνοϊκότερες συνθῆκες γιὰ τὴν ἐκπλήρωση τῶν ἐπιδιώξεών του.
Τὰ ἀντιοθωνικά του αὐτὰ αἰσθήματα οὐδόλως μειώθηκαν παρὰ τὸ ὅτι ὁ Ὄθωνας, σὲ ἕνα κλῖμα γενικότερης συναλλαγῆς καὶ καταλλαγῆς τῶν ἀγανακτισμένων καὶ παραπονεμένων παλαιῶν ἀγωνιστῶν τοῦ ἀπελευθερωτικοῦ κινήματος τῶν ἐτῶν 1821 -1830 καὶ κατευνασμοῦ τῆς ἐχθρότητάς τους, ἔστειλε τὸν γιό του, τὸν Γεώργιο Βελέντζα, μαζὶ μὲ ἄλλα παιδιὰ ἀγωνιστῶν τοῦ 1821, νὰ σπουδάσει γιατρὸς στὸ Μόναχο τῆς Βαυαρίας, μὲ ὑποτροφία τὴν ὁποία χορηγοῦσε ὁ βασιλιὰς τῆς Βαυαρίας Φρειδερῖκος, πατέρας τοῦ Ὄθωνα.
Γιὰ τὴν ὑλοποίηση εὐνοϊκότερων συνθηκῶν καὶ τὴν πραγματοποίηση τῶν μονίμων καὶ σταθερῶν σκοπῶν του, οἱ ὁποῖες συνθῆκες πίστευε, μαζὶ μὲ ἀρκετοὺς ἄλλους, ὅτι θὰ δημιουργοῦνταν μὲ τὴν ἀπομάκρυνση τοῦ Ὄθωνα, ὁ Ἰωάννης Βελέντζας, σὲ συνεργασία μὲ ἄλλους δυσαρεστημένους παλαιοὺς συναγωνιστές του, ὅπως ὁ Ν. Γκριζιώτης, ὁ Θ. Γρίβας, ὁ Μακρυγιάννης καὶ ἄλλοι, ἔλαβε ἐνεργὸ μέρος καὶ δραστηριοποιήθηκε στὸ κίνημα τὸ ὁποῖο δημιουργήθηκε γιὰ τὴν φιλελευθεροποίηση τοῦ ὀθωνικοῦ καθεστῶτος.
Γιὰ τὸν ἴδιο σκοπὸ συμμετεῖχε ἐνεργῶς στὴν ἵδρυση καὶ δραστηριοποίηση τῆς «Ἑταιρείας τῶν Μεταρρυθμιστῶν», μίας ὀργάνωσης ἡ ὁποία ἱδρύθηκε ἀκριβῶς γιὰ τὸν σκοπὸ αὐτόν, τῆς γενικότερης μεταρρύθμισης καὶ τῆς δημοκρατικοποίησης τοῦ ἑλληνικοῦ πολιτικοῦ καθεστῶτος.
Ἡ «Ἑταιρεία τῶν Μεταρρυθμιστῶν» ἦταν μία ὀργάνωση ὑπερκομματική, μὲ εὐρύτατο λαϊκὸ ἔρεισμα καὶ ἀποδοχὴ στὴν ὁποία μετεῖχαν, ὑποστηρίζοντας ὅλες τὶς ἐνέργειές της, παρὰ τὶς ἄλλες μεταξύ τους ἔντονες πολιτικὲς διαφορές, ἀντιπρόσωποι καὶ ὀπαδοὶ ὅλων τῶν πολιτικῶν καὶ κομματικῶν παρατάξεων ἐκείνης τῆς ἐποχῆς, τοῦ (Φιλο)Ρωσικοῦ, τοῦ (Φιλο)Γαλλικοῦ καὶ τοῦ (Φιλο)Αγγλικοῦ Κόμματος.
Ἡ «Ἑταιρεία τῶν Μεταρρυθμιστῶν» ἀπέβλεπε κυρίως καὶ πρωταρχικῶς στὴν ἀπομάκρυνση ἀπὸ τὸ ἑλληνικὸ στράτευμα τῶν Βαυαρῶν ἀξιωματούχων, οἱ ὁποῖοι ἀσκοῦσαν κυριαρχικὸ ἔλεγχο, ἐκτὸς ἀπὸ τὸ στράτευμα, καὶ στὸ Ἑλληνικὸ Δημόσιο. Ἦταν ἀκόμα φανερὸ ὅτι οἱ διαφόρων βαθμῶν καὶ ἁρμοδιοτήτων Βαυαροὶ πολιτικοὶ καὶ στρατιωτικοὶ ἀξιωματοῦχοι, διὰ τῶν τριῶν Βαυαρῶν συμβούλων τοῦ Ὄθωνα, τοῦ Ἄρμανσπεργκ, τοῦ Μάουερ καὶ τοῦ Ἔυντεκ, κηδεμόνευαν καὶ καθοδηγοῦσαν τὸν Ὄθωνα.
Στὴν ἀπομάκρυνση καὶ ἐξουδετέρωση ὅλων αὐτῶν ἀλλὰ καἰ, ὅλως ἰδιαιτέρως ἀμέσως καὶ ἐπιμόνως, στὴν παραχώρηση συντάγματος ἐκ μέρους τοῦ Ὄθωνα, γιὰ τὴν ὁποία ὅλοι, ἀνεξαρτήτως τοῦ κόμματος τοῦ καθενός, συμφωνοῦσαν, ἀπέβλεπε οὐσιαστικῶς ἡ «Ἑταιρεία τῶν Μεταρρυθμιστῶν».
Στὰ πλαίσια τῶν νέων αὐτῶν ἐπιδιώξεων, δραστηριοτήτων καὶ προσανατολισμῶν τῶν ἐνεργειῶν του, τὴν νύχτα τῆς 2ας πρὸς τὴν 3η Σεπτεμβρίου 1843, ὁ Ἰωάννης Βελέντζας μὲ δικούς του προσωπικοὺς ὀπαδοὺς καὶ ἀκολούθους ἀπὸ τὴν περιοχὴ τοῦ Ἁλμυροῦ καὶ τῆς Φθιώτιδας, βρέθηκε στὴν αὐλὴ τῶν βασιλικῶν ἀνακτόρων συμμετέχοντας στὸ ἐπαναστατικὸ κίνημα τοῦ Μακρυγιάννη, τὸ ὁποῖο ἀπέβλεπε στὸ νὰ ὑποχρεωθεῖ ὁ Ὄθωνας στὴν παραχώρηση συντάγματος στὸν ἑλληνικὸ λαό. Στὴν σχετικὴ διακήρυξη ἡ ὁποία συντάχθηκε ἐκ μέρους τῶν «Πληρεξουσίων τῆς Ἐθνικῆς τῶν Ἑλλήνων Συνελεύσεως» περιλαμβάνεται καὶ ἡ ὑπογραφὴ τοῦ Ἰωάννου Βελέντζα.
Στὴν συνέχεια, ἀπὸ τὶς 8 Νοεμβρίου 1843 μέχρι τὶς 18 Μαρτίου 1844, ὁ Ἰωάννης Βελέντζας ἔλαβε μέρος στὶς ἐργασίες τῆς εἰδικῆς συνέλευσης ἡ ὁποία συγκροτήθηκε γιὰ τὴν κατάρτιση τοῦ «Συντάγματος τῆς Ἑλλάδος» γιὰ τὴν τήρηση τοῦ ὁποίου ὑποχρεώθηκε νὰ ὁρκισθεῖ ὁ Ὄθωνας.
Ἐγκαταλείποντας προσωρινῶς τὶς ἀναποτελεσματικές, ὅπως ἀποδείχτηκε, ἔνοπλες ἀπελευθερωτικές του προσπάθειες, ὁ Ἰωάννης Βελέντζας, μετὰ τὴν ψήφιση τοῦ πρώτου ἑλληνικοῦ συντάγματος, γιὰ τὴν ἐκπλήρωση τοῦ ἴδιου πάντοτε σκοποῦ του, στράφηκε ἐνεργῶς καὶ δυναμικῶς στὸν τομέα τῆς πολιτικῆς δραστηριότητας. Ἔλαβε μέρος ὡς ὑποψήφιος βουλευτὴς στὶς ἐθνικὲς ἐκλογὲς τοῦ ἔτους 1844 καὶ ἐκλέχτηκε μὲ μεγάλη πλειοψηφία βουλευτής. Στὴν περίοδο μέχρι τὸ 1847 ἐπανεκλέχτηκε βουλευτὴς ἐνταγμένος πάντοτε στὸ ἀντιβασιλικό στρατόπεδο καὶ γιὰ τὴν ὑπεράσπιση τῶν ἰδεῶν του αὐτῶν δὲν δίστασε νὰ ἔρθει σὲ προσωπικὴ πολιτικὴ σύγκρουση καὶ ἀντιπαράθεση καὶ μὲ τὸν βασιλόφρονα πρωθυπουργό, ἄν καὶ στενὸ φίλο του, Κωλέττη.
Στὶς νέες αὐτὲς δραστηριότητες, πολιτικοῦ χαρακτῆρα τοῦ Ἰωάννου Βελέντζα πρέπει νὰ ἐνταχθεῖ καὶ ἡ ἵδρυση τοῦ πρώτου χωριοῦ τοῦ Ἀχιλλείου στὴν τοποθεσία «Τραχῆλι».
Τὸ χωριὸ καταγωγῆς τοῦ Ἰωάννου Βελέντζα ἦταν ἡ Χαμάκω, ἕνα ἐρειπωμένο καὶ ἀκατοίκητο στὴν ἐποχή μας χωριό, τὰ ἐλάχιστα ἀπομεινάρια τοῦ ὁποίου καὶ ἡ ἐκκλησία του ἐντοπίζονται στὴν περιοχὴ μεταξὺ τῶν σημερινῶν χωριῶν Ἀχιλλείου καὶ Ἁγίων Θεοδώρων τῆς Μαγνησίας καὶ Γλύφας τῆς Φθιώτιδας.
Ἡ Χαμάκω εἶχε ἀρχίσει νὰ κατοικεῖται στὰ τελευταῖα χρόνια τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας καὶ στὶς ἀρχὲς τῆς Τουρκοκρατίας ἀπὸ ἀνθρώπους οἱ ὁποῖοι προηγουμένως ζοῦσαν στὴν περιοχὴ τοῦ σημερινοῦ Ἀχιλλείου, στὴν ὁποία θέση ὑπῆρχε μέχρι τότε ἕνας ὑστερορωμαϊκὸς καὶ παλαιοχριστιανικὸς οἰκισμός, ὁ ὁποῖος ἄκμαζε κυρίως κατὰ τὰ χρόνια τῆς Βενετοκρατίας, ἔχοντας τὴν ὀνομασία Νικόπολη. Ἡ Χαμάκω ὑπῆρξε ὡς οἰκισμὸς σ’ ὁλόκληρη τὴν περίοδο τῆς Τουρκοκρατίας μέχρι καὶ τὸ ἔτος 1918 περίπου.
Μετὰ τὴν ἀπελευθέρωση τῆς Ἑλλάδας ἀπὸ τὸν τουρκικὸ ζυγὸ καὶ τὴν δημιουργία τοῦ πρώτου Ἑλληνικοῦ Κράτους ἄρχισε νὰ καλλιεργεῖται στοὺς κατοίκους τῆς Χαμάκως ἡ ἰδέα νὰ ἐγκαταλείψουν τὴν θέση αὐτὴ τοῦ χωριοῦ τους, ἡ ὁποία τοὺς παρεῖχε κάποια ἀσφάλεια κατὰ τὴν περίοδο τῆς Τουρκοκρατίας, καὶ νὰ μετακομίσουν σὲ ἄλλη θέση πλησιέστερη πρὸς τὰ κτήματά τους. Ἡ ἰδέα αὐτὴ ὡρίμασε ἀρκετὰ κατὰ τὴν περίοδο τῶν γεγονότων τοῦ ἔτους 1840, τὴν ἐποχὴ τῶν πρώτων ἀπελευθερωτικῶν ἀγώνων τοῦ Ἰωάννου Βελέντζα καί, ὅπως ἀφήνεται νὰ ἐννοηθεῖ ἀπὸ ὅσα ἀκολούθησαν, ὑποδαυλιζόταν ἐντόνως ἀπὸ τὸν Ἰωάννη Βελέντζα. Ἔτσι κάπου κατὰ τὸ ἔτος 1843, τὴν ἐποχὴ κατὰ τὴν ὁποία ψηφιζόταν τὸ πρῶτο σύνταγμα τῆς Ἑλλάδας, οἱ περισσότεροι κάτοικοι τῆς Χαμάκως μετακόμισαν στὴν θέση «Τραχῆλι», ὅπου ἔχτισαν νέο χωριὸ, τὸ ὁποῖο ὀνομάστηκε, μὲ ἀπόφαση τοῦ Ἰωάννου Βελέντζα, Ἀχίλλειο, ἀπὸ τὸ ὄνομα τοῦ ὁμηρικοῦ ἥρωα Ἀχιλλέα.
Στὸ χωριὸ αὐτὸ ὑποχρεώθηκαν, μὲ προτροπὲς ἀλλὰ καὶ πιέσεις τοῦ Ἰωάννου Βελέντζα, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν μεγάλη πλειονότητα τῶν κατοίκων τῆς Χαμάκως, οἱ ὁποῖοι μετακόμισαν ἐθελοντικῶς, νὰ ἐγκατασταθοῦν καὶ ἀρκετοὶ κάτοικοι τῶν Ἁγίων Θεοδώρων καὶ τοῦ Κοροκλεντιοῦ, ἑνὸς οἰκισμοῦ κτηνοτρόφων τῆς περιοχῆς Πτελεοῦ. Στὸ πρῶτο αὐτὸ Ἀχίλλειο χτίστηκε ἀπὸ τὸν Ἰωάννη Βελέντζα, κατὰ τὸ ἔτος 1845, δισυπόστατος ἱερὸς ναός, πρὸς τιμὴν τῆς Ἁγίας Εἰρήνης καὶ τοῦ Γεννεσίου τῆς Θεοτόκου.[1]
Κατὰ τὴν ἴδια χρονικὴ περίοδο, 1844 – 1847, στὰ πλαίσια τοῦ γενικότερου ἀντιοθωνικοῦ κλίματος, τὸ ὁποῖο ἔπαιρνε συνεχῶς μεγαλύτερες διαστάσεις σὲ ὅλη τὴν Ἑλλάδα, ὀργανώθηκαν καὶ πολλὲς ἔνοπλες ἐξεγέρσεις καὶ ἀνταρσίες τῶν ἀντιοθωνικών ἐναντίον τῆς κυβερνητικῆς πολιτικῆς, ἡ ὁποία ἐξακολουθοῦσε νὰ κατευθύνεται ἀπὸ ἐξωελλαδικὲς δυνάμεις καὶ συμφέροντα καὶ νὰ εἶναι ἐχθρικὴ ὡς πρὸς τὰ ἔνοπλα ἀπελευθερωτικά κινήματα στὸν χῶρο τῆς Θεσσαλίας καὶ τῶν ἄλλων σκλαβωμένων ἑλληνικῶν περιοχῶν. Οἱ ἐξεγέρσεις αὐτὲς τῶν ἀντιοθωνικῶν καὶ ἀντικυβερνητικῶν ὀπαδῶν καταπαύονταν μὲ βίαιες ἔνοπλες ἐπεμβάσεις τῶν κυβερνητικῶν στρατευμάτων. Ἦταν ἔντονες ἐμφύλιες διαμάχες μεταξὺ τῶν ἐξεγερμένων καὶ ἀγανακτισμένων λαϊκῶν ὁμάδων καὶ τῶν κρατικῶν στρατιωτικῶν δυνάμεν, οἱ ὁποῖες ἐπενέβαινα γιὰ τὴν καταστολή τους μετατρέποντας ἔτσι τὴν Ἑλλάδα σὲ μία ἀναστατωμένη καὶ ἐπαναστατημένη χώρα.
Στὰ πλαίσια τῶν ἀντικυβερνητικῶν αὐτῶν ἐνεργειῶν, κατὰ τὸ ἔτος 1848, ὁ Ἰωάννης Βελέντζας εἶχε καταστήσει ἕδρα τῶν πολιτικῶν του δραστηριοτήτων καὶ πρωτοβουλιῶν τὸ πρῶτο αὐτὸ Ἀχίλλειο στὴν τοποθεσία «Τραχῆλι», θεωρῶντας το καὶ ἀνακηρύσσοντάς το πρωτεύουσα μιᾶς περίπου ἀνεξάρτητης δικῆς του περιοχῆς.
Τὸ ἴδιο ἔτος, 1848, πραγματοποιήθηκε μία νέα ἀντικυβερνητικὴ ἐξέγερση, ἡ σημαντικότερη, ὅπως ἀποδείχτηκε, ἀπὸ ὅλες τὶς προηγούμενες τῆς περιόδου αὐτῆς, κατὰ τὴν ὁποία, γιὰ ἄλλη μία φορά, τὸν βασικὸ ἡγετικὸ καὶ πρωταγωνιστικὸ ρόλο εἶχε ὁ Ἰωάννης Βελέντζας. Τὰ σημαντικότερα γεγονότα ἀλλὰ καὶ τὰ ἀποτελέσματα τῆς νέας αὐτῆς ἐξέγερσης ἐπικεντρώθηκαν στὴν περιοχὴ Ἁλμυροῦ.
Στὶς 9 Ἀπριλίου τοῦ 1848, μὲ πρωτοβουλία καὶ παρότρυνση τοῦ Ἰωάννου Βελέντζα, ἑνώθηκαν στὶς προσπάθειές τους καὶ συγκεντρώθηκαν μὲ τοὺς ὀπαδούς τους στὴν παραμεθόρια περιοχὴ τῆς τοποθεσίας «Δερβὲν Φούρκα» οἱ ὁπλαρχηγοὶ Κοντογιανναῖοι, Μπαλατσὸς καὶ Παπακώστας Τζαμάλας.
Ὕστερα ἀπὸ δύο μέρες, στὶς 11 Ἀπριλίου 1848, μὲ συναίνεση τῶν ἄλλων ὁπλαρχηγῶν, ὁ Ἰωάννης Βελέντζας πέρασε στὴν Ἑλληνικὴ Ἐπικράτεια, στὴν περιοχὴ τοῦ Δήμου Πτελεατῶν, στὴν ὁποία εἶχε τὴν δική του ἕδρα, τὸ Αχίλλειο, μὲ σκοπὸ νὰ ἐπιβάλει δυναμικῶς τὶς πολιτικές του ἀπόψεις στὴν περιοχή.
Καταγράφουμε τὰ γεγονότα τὰ ὁποῖα ἀκολούθησαν ὅπως αὐτὰ ἀναφέρονται στὴν «Νεωτάτη Γενικὴ Ἱστορία» τοῦ Γ. Π. Κρέμου (Ἀθῆναι, 1890, τόμος Δ΄, σελ. 1106 κ. ἑξ.):
«Τέλος συνηθροίσθησαν (9 Ἀπριλίου 1848) φοβεροὶ οἱ ἀντάρται ἐπὶ τῶν μεθορίων παρὰ τὸ Δερβὲν Φούρκα, ὁ Παπακώστας Τζαμάλας, οἱ Κοντογιανναὶοι, ὁ Μπαλατσὸς ἡγούμενος 600, ὁ δὲ Ἰωάννης Βελέντζας εἰσέβαλε (11 Ἀπριλίου 1848) ἡγούμενος 260 εἰς τὸν Δῆμον Πτελεατῶν, παύσας τὸν Δήμαρχον ἐγκατέστησε τὸν Γεωργιάδη, συγγενῆ αὐτοῦ, ἔκαυσε τὸ ἀρχεῖον τοῦ Δημαρχείου, ἐγένετο κύριος τῶν πάντων. Ἐκεῖθεν προήλασε εἰς τὸν Δῆμον τῆς Κρεμαστῆς Λαρίσης καὶ εἰς Αὐλάκι, ὁπόθεν προσεκάλεσε (13 Ἀπριλίου 1848) τὸν νομάρχην Παναγιώτην Λοιδωρίκην ἵνα ἑνωθῇ τοῖς ἀντάρταις ὑπὲρ τῆς ἐλευθερίας καὶ τῶν δικαιωμάτων τοῦ λαοῦ».
Στὴν Ἀμαλιάπολη, τὴν ἐποχὴ τῶν ἐνεργειῶν αὐτῶν τοῦ Βελέντζα, ἦταν ἡ ἕδρα ἑνὸς τάγματος τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ μὲ διοικητὴ τὸν ταγματάρχη Γεώργιο Γριζάνο, φίλο καὶ παλαιὸ συναγωνιστὴ τοῦ Ἰωάννου Βελέντζα ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τοῦ ἀπελευθερωτικοῦ ἐπαναστατικοῦ κινήματος τῶν ἐτῶν 1821 -1830.
Ὁ Γεώργιος Γριζάνος διατάχθηκε νὰ βαδίσει ἐναντίον τοῦ Βελέντζα. Ὁ Γεώργιος Γριζάνος, ὡστόσο, παρὰ τὸ ὅτι ἦταν ὑποχρεωμένος, ὡς κρατικὸς λειτουργὸς τῆς Ἑλλάδας καί, ὅλως ἰδιαιτέρως, ὡς στρατιωτικὸς ἡγέτης, νὰ ἐκτελέσει τὴν διαταγὴ τῶν προϊσταμένων του, ὄχι μόνο ἀρνήθηκε νὰ τὴν ἐκτελέσει ἀλλὰ ἀντιθέτως πῆρε τὸ τάγμα του καὶ «ἠνώθη τῷ Βελέντζᾳ μετὰ 500 στρατιωτῶν».
Ἔτσι «οἱ ἀντάρται πανταχόθεν εἰσορμήσαντες», ἀναφέρει ὁ Γ. Π. Κρέμος, «κατελάμβανον τὴν μεταξὺ Ὄθρυος καὶ Καλλιδρόμου κοιλάδα, τὰ χωρία καὶ τὰς κώμας, ἐξαιρουμένης της Λαμίας».
Κατόπιν αὐτῶν ὁλόκληρη ἡ περιοχὴ «μεταξὺ Ὄθρυος καὶ Καλλιδρόμου» καὶ ἡ περιοχὴ τοῦ Πτελεοῦ περιῆλθαν στὴν κυριαρχία τῆς ἀντικυβερνητικῆς ὁμάδας τῶν ὁπλαρχηγῶν φίλων τοῦ Ἰωάννου Βελέντζα.
Ὡστόσο, παρὰ τὶς ἐπιτυχίες αὐτές, ἡ τελικὴ ἔκβαση καὶ αὐτοῦ τοῦ ἰδιόμορφου ἐπαναστατικοῦ κινήματος ἦταν πλήρης ἀποτυχία. Τὰ κυβερνητικὰ στρατεύματα νίκησαν τὶς ἑνωμένες δυνάμεις τῶν ἐπαναστατῶν, οἱ ὁποῖες διαλύθηκαν καὶ σκορπίστηκαν σὲ διάφορα μέρη.
Ἀλλὰ ἐνῶ μετὰ τὴν ἀποτυχία τους αὐτὴ ὅλοι οἱ ἄλλοι ὁπλαρχηγοὶ καὶ πρωτεργάτες τοῦ ἐπαναστατικοῦ καὶ ἀπελευθερωτικοῦ αὐτοῦ κινήματος, οἱ συνεργάτες τοῦ Βελέντζα, ἐγκαταλείποντας τὶς προσπάθειές τους καὶ τὴν συνεργασία τους, παρέμειναν στὴν Ἑλληνικὴ Έπικράτεια, δηλώνοντας μεταμέλεια γιὰ τὶς ἀντικυβερνητικές τους δραστηριότητες, ὁ Ἰωάννης Βελέντζας, σταθερὸς στὶς ἀπόψεις καὶ πάγιες ἐπιδιώξεις του, ἐπιμένοντας στήν, μὲ κάθε τρόπο, ἐκπλήρωση τῶν σταθερῶν σκοπῶν του, πέρασε τὰ ἑλληνοτουρκικὰ σύνορα καὶ κατέφυγε στὴν σκλαβωμένη ἰδιαίτερη πατρίδα του, μένοντας στὸ Μοναστῆρι τῆς Παναγίας Ξενιᾶς, στὸ ὁποῖο εὕρισκε πάντοτε ὑποστήριξη τῶν ἰδεῶν καὶ τῶν ἐνεργειῶν του.
Ἡ κυβέρνηση Κουντουριώτου, σὲ ἕνα πνεῦμα κατανόησης, συναδέλφωσης καὶ εἰρήνευσης τῆς χώρας, παραχώρησε ἀμνηστία σὲ ὅλους τοὺς συναρχηγοὺς καὶ συντελεστὲς τοῦ κινήματος αὐτοῦ, ὅσους ἐπέλεξαν νὰ παραμείνουν στὴν Ἑλληνικὴ Ἐπικράτεια δηλώνοντας μεταμέλεια γιὰ τὶς ἐνέργειές τους, ἐκτὸς ἀπὸ τὸν Ἰωάννη Βελέντζα καὶ τὸν γιό του Ἀχιλλέα, οἱ ὁποῖοι, ἐπιμένοντας, παρὰ τὴν γενικὴ ἐγκατάλειψή τους, νὰ συνεχίσουν τοὺς ἀπελευθερωτικούς τους ἀγῶνες, εἶχαν καταφύγει στὴν σκλαβωμένη τους πατρίδα, στὴν Τουρκικὴ Ἐπικράτεια.
[1] Βλ. α) Βίκτωρ Κων. Κοντονάτσιος, ΤΟ ΑΧΙΛΛΕΙΟ ΤΟΥ ΑΛΜΥΡΟΥ, Ιστορική αναδρομή, έκδοση Πολιτιστικού Συλλόγου Αχιλλείου, 1999, β) Βίκτωρ Κων. Κοντονάτσιος, Μνήμη Χαμάκως, Έκδοση Φιλαρχαίου Εταιρείας Αλμυρού «ΟΘΡΥΣ» ΑΛΜΥΡΟΣ 2018.