Ἡ μοναστικὴ δραστηριότητα στὴν περιοχὴ τοῦ Ἁλμυροῦ καὶ ἡ Μονὴ Παναγίας Κισσιώτισσας (μέρος εικοστό δεύτερο)

Βίκτωρ Κων. Κοντονάτσιος

Ἡ  ἱστορία τοῦ Μοναστηριοῦ τῆς Παναγίας Κισσιώτισσας (ἤ Παναγίας Ξενιᾶς)

(συνέχεια απο τα προηγούμενα)

 

Ἡ ἱστορία τοῦ Μοναστηριοῦ στὶς σχέσεις του με τὸ λαό

Χειρόγραφα καὶ ἱερὰ κειμήλια τοῦ Μοναστηριοῦ   (β΄ μέρος)

 

  1. Κώδικας ΚΑ΄.

Εἶναι ἕνα ἄδετο χάρτινο Εὐχολόγιο τοῦ 17ου αἰῶνα ποὺ ἀποτελεῖται ἀπὸ 152 φύλλα διαστάσεων 0,15 Χ 0, 12 μ.

  1. Κώδικας ΚΒ΄.

Εἶναι ἕνας χάρτινος κώδικας τοῦ 19ου αἰῶνα ποὺ ἀποτελεῖται ἀπὸ 74 φύλλα διαστάσεων  0,22 Χ 0,16 μ.

Περιλαμβάνει ἀκολουθία καὶ βίο: α) Ἁγίου Νικολάου τοῦ Νέου τοῦ ἐν Βουνένῃ τῆς Θεσσαλίας ἀσκήσαντός τε καὶ ἀθλήσαντος καὶ β) Ἀκολουθία τῆς ἀνακομιδῆς τῶν λειψάνων μετὰ βίου τοῦ Ἁγίου Νικολάου ἀρχιεπισκόπου Μύρων τῆς Λυκίας.

Ὁ βίος τοῦ Ἁγ. Νικολάου τοῦ Νέου εἶναι πληρέστερος τοῦ βίου τοῦ ἴδιου ἁγίου ποὺ περιλαμβάνεται στὶς ἀκολουθίες τῶν συνήθων  κυκλοφορούντων ἐντύπων. Διασώζονται σ’ αὐτὴν παλιὲς λαϊκὲς φράσεις  ἀλλὰ καὶ ἀναφέρονται θεσσαλικὲς τοποθεσίες ἤ πόλεις ὅπως ἡ Δημητριάδα κ.τ.λ.

Ὁ κώδικας γράφηκε στὰ μέσα τοῦ ΙΘ΄ αἰῶνα, ἀπὸ τὸν Κωνσταντῖνο Ἀναγνώστου, Καλτσέτα,[1] δάσκαλο στοὺς Κοκκωτοὺς καὶ ἀργότερα  ἱερέα στὸν Ἁλμυρό. Ἡ γραφὴ εἶναι στρογγυλόσχημη μὲ κάποιες ἀνορθογραφίες.

  1. Κώδικας ΚΓ΄.

Εἶναι ἕνα χάρτινο δερματόδετο «Θεοτοκάριο» τοῦ 14ου αἰῶνα ποὺ ἀποτελεῖται ἀπὸ 246 φύλλα διαστάσεων  0,21 Χ 0,15 μ.

Λείπουν μερικὰ φύλλα  στὴν ἀρχὴ καὶ στὸ τέλος τοῦ κώδικα. Φαίνεται ὅτι ἀριθμήθηκε κατὰ τὸν 18ο αἰῶνα κατὰ σελίδες. Ἀρχίζει ἀπὸ τὴ σελίδα 33     καὶ τελειώνει στὴ σελίδα 523. Λείπει ἕνα φύλλο μετὰ τὴ σελίδα 262 καὶ ἕνα ἄλλο μετὰ τὴ σελίδα  507.

  1. Κώδικας ΚΔ΄.

Εἶναι δερματόδετος κώδικας τοῦ 13ου αἰῶνα. Ἀποτελεῖται ἀπὸ  206 φύλλα στιλπνοῦ χαρτιοῦ διαστάσεων 0,21 μ. μήκους καὶ  0,14 μ. πλάτους. Ἔχει συνολικὸ πάχος 0,07 μ. καὶ ἡ ἐπιφάνεια γραφῆς κάθε σελίδας εἶναι 0,15 Χ 0,07 μ. Περιέχει βίους καὶ πολιτεῖες ἁγίων καὶ ἐκκλησιαστικοὺς λόγους διαφόρων πατέρων τῆς Ἐκκλησίας.

Στὸ δεύτερο μισὸ τοῦ κώδικα, ἀπὸ τὸ λόγο τοῦ Ἁγίου Ἐπιφανίου, ἐπισκόπου Κρήτης καὶ μετά, ὁ γραφικὸς χαρακτήρας του ἀλλάζει καὶ φαίνεται ὅτι εἶναι λίγο μεταγενέστερης ἐποχῆς. Στὴν ἀρχὴ εἶναι γραμμένη μία διήγηση ἀπὸ τὸ βίο τοῦ Ἁγίου Γεωργίου ἀπὸ τὴν ὁποία λείπουν κάποια φύλλα. Στὸ φύλλο 29 «ἀναγράφεται ἐξήγησις περὶ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου πλήρης ἐκ τοῦ κατὰ Ἰωάννην ἀποκρύφου Εὐαγγελίου».

Ὁ κώδικας ἀποτελεῖται ἀπὸ 206 φύλλα. Στὸ τελευταῖο φύλλο ὑπάρχει ἡ σημείωση: «1007 αψ (+ 1700) +τοῦτο τὸ βιβλίον ὑπάρχει τῆς Ὑπεραγίας Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου τῆς καλουμένης Κισσιωτίσσης καὶ ὅποιος βουληθῇ καὶ ἐλησταρχίσῃ καὶ τὸ ἀποξενώσῃ νὰ ἔχῃ τὸ ἐπιτίμιον καὶ ἀντίμαχον τὴν Θεοτόκον ἐν ἡμέρᾳ κρίσεως».

Τὰ γράμματα εἶναι ἀγγιστροειδῆ καὶ μεγάλα τῆς μορφῆς τῆς ἀλληλεμπλόκου γραφῆς. Τὰ ἀρχικὰ κεφαλαῖα γράμματα εἶναι μεγάλα καὶ κόκκινα, γραμμένα μὲ  κιννάβαρη ὅπως  καὶ τὰ ἐπίτιτλα, τὰ ὁποῖα εἶναι ἐπίσης σχεδιασμένα μὲ  κιννάβαρη καὶ μαύρη μελάνη.

Περιεχόμενα τοῦ κώδικα: – α) φ. 1α – 4α: «Διήγησις περὶ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου τοῦ Μεγαλομάρτυρος», ἐλλιπὴς στὴν ἀρχή. – β) φ. 4β -12β:  «Τοῦ ἐν Ἁγίοις πατρὸς ἡμῶν Νικολάου ἀρχιεπισκόπου καὶ θαυματουργοῦ διήγησις (σὲ ἀρχαιοελληνικὴ γλῶσσα).[2] -γ) φ. 13α –  28β: «Βίος καὶ πολιτεία τοῦ ὁσίου πατρὸς ἡμῶν Μάρκου τοῦ  Ἀθηναίου, τοῦ ἀσκήσαντος ἐν τῷ ὄρει τῆς Θράκης, τῆς οὔσης ἐπὶ  Κανατῶν ἐνδοτάτων….τῆς εἴσω Αἰθιοπίας ἐπέκεινα τοῦ ἔθνους τῶν Χαιτέων» – δ) φ. 29α – 44β: «Μηνὶ Αὐγούστου εἰς τὰς ιε΄ τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου Ἰωάννου του Θεολόγου καὶ Εὐαγγελιστοῦ εἰς τὴν Κοίμησιν τῆς Θεοτόκου». – ε) φ. 45α – 55α: «Μαρτύριον τῆς Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ μεγαλομάρτυρος Παρασκευῆς». – στ) φ. 55β –  64α: «Τοῦ ἐν Ἁγίοις πατρὸς ἡμῶν Ἰωάννου, ἀρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως, τοῦ Χρυσοστόμου, Λόγος εἰς τὴν ἀποτομὴν τῆς Τιμίας Κεφαλῆς τοῦ Προδρόμου καὶ Βαπτιστοῦ Ἰωάννου καὶ περὶ τῶν πονηρῶν γυναικῶν. – ζ) φ. 65β – 73β: «Διήγησις τοῦ ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου πρὸς τὸν ἅγιον Ἰάκωβον τὸν ἀδελφὸν τοῦ Κυρίου περὶ ἐξόδου ψυχῆς». – η) φ. 74α – 81α: «Μαρτύριον τῆς ἁγίας καὶ καλλινίκου μάρτυρος Βαρβάρας.  – θ) φ. 81α – 90β: «Βίος καὶ πολιτεία τοῦ ἁγίου καὶ ἀνθρώπου τοῦ Θεοῦ Ἀλεξίου». – ι) φ. 91α – 104 α: «Ὀπτασία Κωνσταντίνου τοῦ Ἰσαποστόλου καὶ ἀσεβοῦς ἐν πρώτοις χριστιανοῦ βασιλέως τοῦ μεγάλου». -ια) φ. 104α-110β: «Ἰωάννου ἀρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως του Χρυσοστόμου, ὁμιλία εἰς τὸν προπάτορα  Ἀβραὰμ λεχθεῖσα εἰς τὴν ἡμέραν τῶν ἁγίων πατέρων, Κυριακὴν πρὸ τῆς Χριστοῦ Γεννήσεως». – ιβ) φ. 111α -116 α «Μαρτύριον τῆς Ἁγίας μεγαλομάρτυρος Μαρίνης». – ιγ) φ. 116 α – 122 β: «Βίος καὶ Πολιτεία Εὐγενίου καὶ Μαρίας τῆς αὐτοῦ θυγατρός».  – ιδ) φ. 123 α –  132 β: «Μαρτύριον τῶν ἁγίων τεσσαράκοντα μαρτύρων τῶν ἐν Σεβαστείᾳ μαρτυρησάντων». – ιε) φ. 133 α –  146 α: «Βίος καὶ Πολιτεία τοῦ ἐν ἁγίοις πατρὸς ἡμῶν     Ἰωάννου τοῦ  Καλυβίτου, τοῦ ἐν ταῖς ἡμέραις ἡμῶν γεγονότος». -ιστ) φ. 147α –  161β: «Τοῦ ἁγίου Ἐπιφανίου ἐπισκόπου Κύπρου, λόγος εἰς τὴν θεόσωμον ταφὴν τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ εἰς τὸν Ἰωσὴφ τοῦ ἀπὸ Ἀριμαθαίας καὶ Νικόδημον καὶ εἰς τὴν ἐν τῷ Ἄδῃ τοῦ Κυρίου κατάβασιν». -ιζ) φ. 162α –  169β: «Τοῦ ἐν ἁγίοις πατρὸς ἡμῶν Εὐσεβίου, ἀρχιεπισκόπου Ἀλεξανδρείας, λόγος περὶ ἐλεημοσύνης».[3] -ιη)  φ. 170α – 180α: «Τοῦ ἐν ἁγίοις πατρὸς ἡμῶν Γρηγορίου ἐπισκόπου Νύσσης, Λόγος εἰς τὸ Ἅγιον Πάσχα»· -ιθ) φ. 180α – 187β. «Τοῦ ἐν ἁγίοις πατρὸς ἡμῶν Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, ἀρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως, λόγος εἰς τὸν παράλυτον· ἐλέχθη δὲ εἰς τὴν Μεσοπεντηκοστὴν εἰς τὸ μὴ κρίνητε κατ᾿  ὄψιν» καὶ τὰ ἑξῆς. -κ) φ. 188α – 197β :  «Τοῦ ἐν ἁγίοις πατρὸς ἡμῶν Κυρίλλου, ἀρχιεπισκόπου Ἀλεξανδρείας, Λόγος εἰς τὴν Ὑπαπαντὴν τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ». -κα) φ. 198α – 204β : «Τοῦ ἐν ἁγίοις πατρὸς ἡμῶν Ἐπιφανίου ἐπισκόπου Κύπρου. Λόγος εἰς τὰ Βαϊα».[4] -κβ) φ. 204β – 206β : «Τοῦ ἐν ἁγίοις πατρὸς ἡμῶν Ἀνδρέου ἐπισκόπου Κρήτης, τοῦ Ἱεροσολυμίτου, λόγος εἰς τὴν Γέννησιν τῆς Παναγίας Θεοτόκου».

 

  1. Κώδικας ΚΕ΄.

Δερματόδετος χάρτινος κώδικας του 15ου αἰῶνα.[5] Ἔχει συνολικὸ πάχος 0,09 μ. καὶ ἀποτελεῖται ἀπὸ 373 φύλλα διαστάσεων  0,21 Χ 015 μ.

Ὁ κώδικας εἶναι χωρισμένος σὲ δύο μέρη. Τὸ πρῶτο μέρος του περιέχει «125 ἀποκρίσεις σὲ ἰσάριθμες ἐρωτήσεις, μὲ πρῶτες ἐρωτήσεις γιὰ τὴν κτίση τοῦ κόσμου». Στὸ τέλος τοῦ πρώτου αὐτοῦ μέρους εἶναι γραμμένη ἡ ἑξῆς «ἐνθύμηση»:

«+ Φανερώνω τὸν καιρὸν ποῦ σκόρπισεν οἱ Κουκουτοὺς ἀπὸ δοσίματα 1828 ἁλωναρίου 8, Γιάννης τοῦ Χρήστου Κύρκου».[6]

Τὸ δεύτερο μέρος περιέχει κείμενο, ἐξήγηση καὶ σχετικὴ διδασκαλία στὶς 29 παραβολὲς τοῦ Εὐαγγελίου. Σὲ δύο συνεχῆ  φύλλα τοῦ μέρους αὐτοῦ ὑπάρχει ἀποτύπωμα τῆς σφραγίδας τοῦ ἡγουμένου τῆς μονῆς Ξενιᾶς «Παπᾶ Σαμουὴλ 1830».

Καὶ τὰ δύο μέρη τοῦ κώδικα εἶναι γραμμένα «ἐν πεζῇ φράσει» ἀπὸ τὸν Κωνσταντῖνο Ρεσινὸ τὸν Κορίνθιο καὶ ἐπιγράφεται: «Ὁδηγός».[7]

  1. Κώδικας ΚΣΤ΄.

Δερματόδετος χάρτινος κώδικας τοῦ 16ου αἰῶνα. Ἔχει συνολικὸ πάχος 0,05 μ. καὶ ἀποτελεῖται ἀπὸ 137 φύλλα διαστάσεων  0,21 μ. μήκους καὶ 0,15 μ. πλάτους.

Περιεχόμενα: α) «Τοῦ ἐν ἁγίοις πατρὸς ἡμῶν νέου Θεολόγου καὶ θαυματουργοῦ Γρηγορίου ἐπισκόπου Θεσσαλονίκης, ὁμιλία περὶ τῆς πρὸς ἀλλήλους εἰρήνης, ῥηθεῖσα μετὰ γ΄ ἡμέρας τῆς αὑτοῦ πρὸς Θεσσαλονίκην ἐπιδημίας» (ἐλλιπής), – β) «Δωροθέου, περὶ τῶν ἁγίων νηστειῶν». (πλήρης). – γ) «Τοῦ αὐτοῦ, πρὸς τοὺς ἐν μοναστηρίῳ ἐπιστάτας καὶ μαθητὰς πῶς δεῖ ἐπιστατεῖν ἀδελφῶν καὶ πῶς τοῖς ἐπιστατοῦσιν ὑποτάσσεσθαι μαθητευομένους», – δ) Τοῦ αὐτοῦ, «ῥήματα ἐν συντόμῳ» (πλήρη), – ε) «Διήγησις μερικὴ ἐκ τοῦ βίου τοῦ ὁσίου καὶ θεοφόρου πατρὸς ἡμῶν Μελετίου» (ἐν ἁπλῇ φράσει ἐλλιπὴς ἐν μέρει). – στ) «Διδαχὴ περὶ ἀγάπης ἐκ πολλῶν μαρτυριῶν συντεθειμένη ἐν πεζῇ φράσει», – ζ) «Εἰς τὴν ἅλυσιν τοῦ ἁγίου Πέτρου τοῦ   Ἀποστόλου εἰς τὰς ιστ΄ Ἰανουαρίου ἐν ἁπλῇ φράσει» (πλήρης). – η) «Τοῦ ἀββᾶ Νείλου» (πλήρης). – θ) «Μαξίμου, ἡ εἰς Θεὸν ἐλπὶς χωρίζει πάσης γηΐνης προσπαθείας τὸν νοῦν τοῦ ἀνθρώπου καὶ ὁ χωρισθεὶς ἕξει τὴν εἰς Θεὸν ἀγάπην». – ι) Διήγησις μερικὴ ἐκ τοῦ βίου καὶ τῆς πολιτείας τοῦ ὁσίου πατρὸς ἡμῶν Ἀνδρέου τοῦ διὰ Χριστὸν σαλοῦ» (πλήρης). – ια) «Βίος καὶ πολιτεία τοῦ ὁσίου πατρὸς ἡμῶν Ἰωάννου τοῦ Καλυβίτου» (ἐν φράσει ἀρχαίᾳ πλήρης). -ιβ)  «Τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Κλίμακος, περὶ ὀνείρων» (ἐν φράσει ἀρχαίᾳ πλήρης). -ιγ) «Τοῦ ἐν ἁγίοις πατρὸς ἡμῶν Γρηγορίου, ἀρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης καὶ νέου Θεολόγου, ὁμιλία εἰς τὴν σωτήριον γέννησιν τῆς Πανυπεράγνου Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καὶ Ἀειπαρθένου Μαρίας» (ἐν ἀρχαίᾳ φράσει), -ιδ) Τοῦ αὐτοῦ, «ὁμιλία εἰς τὸν ἅγιον Ἀπόστολον καὶ Εὐαγγελιστὴν καὶ τῷ Χριστῷ ἐξόχως ἠγαπημένον Ἰωάννην τὸν θεολόγον, ἐν ᾗ καὶ περὶ τῆς εἰς τὸν Θεὸν καὶ τὸν πλησίον ἀγάπης», – ιε) Τοῦ αὐτοῦ, «Ὁμιλία εἰς τὸ τῆς τρίτης Κυριακῆς τοῦ Λουκᾶ Εὐαγγέλιον, ὑπόθεσιν ἔχουσα τὸν ὑπὸ τοῦ Κυρίου ἐγερθέντα τῆς χήρας παῖδα, ἐν ᾗ καὶ περὶ τοῦ συγγνωμοτικοὺς ἡμᾶς καὶ συμπαθεῖς πρὸς ἀλλήλους εἶναι» (πλήρης). – ιστ) Τοῦ αὐτοῦ, «ὁμιλία εἰς τὸ τῆς τετάρτης Κυριακῆς τοῦ Λουκᾶ Εὐαγγέλιον», τὸ λέγον «Ἐξῆλθεν ὁ σπείρων τοῦ σπεῖραι τὸν σπόρον αὐτοῦ», ἐν ᾗ καὶ περὶ τῆς ὀφειλουμένης πρὸ τοῦ σπόρου τούτου παρ᾿  ἡμῶν τελεῖσθαι καλλιεργείας» (ἐλλιπὴς ἐν τέλει). -ιζ) Τοῦ αὐτοῦ, «περὶ τοῦ σκοποῦ καὶ νήψεως ὁδεύειν τὴν ὁδὸν τοῦ Κυρίου». – ιη) «Ὁμιλία περὶ ψεύδους» (πλήρης). – ιθ) «Ὁμιλία περὶ τοῦ βοηθεῖν ἀλλήλους» (ἐν ἀρχαίᾳ φράσει) κ) Τοῦ αὐτοῦ «περὶ τοῦ ἑαυτὸν μέμφεσθαι» (πλήρης). – κα) Τοῦ αὐτοῦ «περὶ μνησικακίας» (ἐλλιπής).

  1. Κώδικας ΚΖ΄.

Δερματόδετος χάρτινος κώδικας 18ου αἰῶνα ποὺ ἀποτελεῖται ἀπὸ 95 φύλλα διαστάσεων 0,21 Χ 016 μ.

Εἶναι γραμμένος σὲ σκληρὸ χαρτὶ. Ἐσωτερικὰ φέρει ἔντυπη εἰκόνα τῶν Ἁγίων Πάντων καὶ στὸ ἐσωτερικὸ τῶν ἐξωφύλλων ὑπάρχουν διάφορες σημειώσεις δυσανάγνωστες. Ἐπιγράφεται «Σημειωματάριον καὶ Ἄνθος φιλοσόφων ἐπιστολῶν». Περιέχει ἀπανθίσματα ἀπὸ τοὺς μύθους τοῦ Γεωργίου τοῦ Αἰτωλοῦ, τοῦ Ψελλοῦ κλπ, ἐπιστολὲς ἑνὸς Δημητρίου δασκάλου τῆς Σχολῆς τοῦ Τυρνάβου τῆς Θεσσαλίας πρὸς τὸν ἱερομόναχο δάσκαλο Ζαχαρίαν στὸ Πήλιο. Περιέχει ἐπίσης ἐπιστολὲς διαφόρων λογίων τῶν τότε χρόνων, ποιήματα, γεωγραφικὲς σημειώσεις καὶ συνταγὲς ἰατρικές.-

Τὰ σημαντικότερα περιεχόμενα τοῦ κώδικα:

Α΄. Ποίηση. – α) Ἐπιγράμματα σὲ ἀρχαιοελληνικὴ γλῶσσα τοῦ ἱερέα παπᾶ Πολύζου[8] 1) εἰς Ζαχαρίαν τὸν Προφήτην, 2) εἰς  Ἐλισάβετ, 3) εἰς Ἰωάννην, 4) εἰς τὸν αὐτόν, 5) ὡς ἀπὸ τοῦ Προδρόμου, 6) ὡς ἀπὸ τοῦ ναοῦ τοῦ Προδρόμου ἐν Μακρυνίτσῃ (σὲ ἀρχαιοελληνικὴ γλῶσσα). β΄) Ἐπιγράμματα εἰς νεοφώτιστον ὑπὸ Διονυσίου μαθητοῦ Κυρίλλου. γ΄) Καλλινίκου, πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως (1801 – 1806)  ἔπαινος εἰς στίχους ὁμοιοκαταλήκτους.  -δ) Ἀνωνύμου ποίημα ὁμοιοκατάληκτον, ὡς ἀπὸ τοῦ χλωμοῦ καὶ χρυσοῦ καὶ ὡς ἀπὸ τοῦ αὐτοῦ. -ε) Ζαχαρίου, ἱερομονάχου (ὄπισθεν τοῦ ἐξωφύλλου) διδασκάλου Μηλεῶν, ποίημα εἰς στίχους ὀμοιοκαταλήκτους (1 – 100). στ) Ἐπίγραμμα εἰς Μακάριον μητροπολίτην Λαρίσης, τὸν Χῖον (δύο Μακάριοι εἶναι γνωστοὶ Λαρίσης, ὁ Α΄ τῷ 1680 – 1684 καὶ ὁ Β΄ τῷ  1768), ὑπό ἀνωνύμου.  ζ) Ἀνωνύμου: 1) εἰς θάνατον, 2) περὶ ματαιότητος (σὲ ὁμοιοκατάληκτους στίχους), 3) ὁ κόσμος (μὲ ἐρωτήσεις καὶ ἀπαντήσεις), η) Γρηγορίου ἀρχιμανδρίτου, ἡγουμένου Βράχης, ποίημα σὲ ἀρχαΐζοντες στίχους (στ. 1 – 47),  θ) Δημητρίου Τσιλάκογλου, ποίημα σὲ βραχυσύλλαβους στίχους ἐπιγραφόμενον ὁ Κόσμος (στίχοι 112), ι) Ἀνωνύμου, ἔπαινος Ἀλῆ – πασσιᾶ,  ια) Παϊσίου, ἐπισκόπου Σταγῶν, παραίνεση εἰς τοὺς πατέρας τῆς μονῆς Κορώνης ( στ. 1 – 18),   ιβ) Τοῦ αὐτοῦ, Προσευχὴ (στ. 1 – 24), ιγ) Παπᾶ Πολύζου, ἱερέως στὴ Μακρυνίτσα «ἡ Λαμπρά», ιδ) Αἰνίγματα ἐκ μὲν τῶν τοῦ Μιχαὴλ Ψελλοῦ τρία, ἐκ δὲ τῶν τοῦ Νικολάου Βόδα τέσσερα,  ιε) Εὐαγγέλιον τῆς Κυριακῆς τοῦ Πάσχα σὲ στίχους ὁμηρικοὺς ἡρωελεγειακοὺς (Τὸ Εὐαγγέλιον αὐτὸ εἶναι πληρέστερον κατὰ τὸ μέτρον ἀπὸ ἄλλες ἐκδόσεις),  ιστ) Εὐδοκίας ἤ Ἀθηναϊδος τῆς Λεοντιάδος Ἐπιτάφιος Θρῆνος εἰς τὴν ταφὴν τοῦ Χριστοῦ, ἀποτελούμενος ἀπὸ 33 στίχους.

Β΄ Ἀλληλογραφία. -α) 65 ἐπιστολὲς Δημητρίου, δασκάλου τῆς Σχολῆς τοῦ Τυρνάβου, πρὸς τὸν Ζαχαρία ἱερομόναχο καὶ δάσκαλο κωμοπόλεων τοῦ Πηλίου, κατὰ τὰ ἔτη 1743 – 1745 περίπου,  β) Ἐπιστολὴ Χριστοφόρου ἱερομονάχου ἀπὸ Γκερμπέσι (1720 ἔτος),  γ) Ἐπιστολή Δαμασκηνοῦ, ἡγουμένου Βράχας (1706),   δ)  Ἐπιστολὴ τὸν  «εὐγενέστατον ἄρχοντα Ζαχαρίαν», ἀπὸ κάποιον ἱερομονάχου τῆς Ζωοδόχου πηγῆς (αψϟδ = 1794),  ε) Ἐπιστολὴ Κωνσταντίνου Λογιωτάτου (1826),  στ) Ἐπιστολὴ εἰς μέγαν Βεζύρην Τζελαλαδδίν πασιᾶν,  ζ) Ἐπιστολὴ τοῦ μητροπολίτου Λαρίσης Διονυσίου τοῦ Καλλιάρχου (1776),  η) Ἐπιστολὴ σὲ κάποιο μπέη τῆς Λάρισας ἀπὸ τὸν Δημήτριο Τζιλάκογλου (ἔτος αψϟη = 1798),  θ) Ἐπιστολὴ πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως εἰς τὸν Μπογδὰν-μπέην ἀπὸ τὸν πατριάρχη Γρηγόριοο τὸν  Ε΄,  ι) Ἐπιστολὴ Ἰω. Πασχάλη, γυμνασιάρχου Ἰωαννίνων πρὸς τὸν δάσκαλόν του Δημήτριον τὸν Ὀλλανδὸν (ἀχρονολόγητος),  ια) Ἐπιστολὴ πρὸς τὸν Λαρίσης Διονύσιον (ἴσως τὸν Καλλιάρχην) ἀπὸ τὸν Δημ. Τζιλάκογλου (ἀχρονολόγητος),  ιβ) Ἐπιστολὴ στὸν ἴδιο καὶ πάλι ἀπὸ τὸν Δημ. Τζιλάκογλου (αψϟθ = 1799),   ιγ) Ἐπιστολὴ τοῦ ἐπισκόπου Σταγῶν Παϊσίου εἰς τὸν    Ἀρχιμανδρίτην κὺρ Ἰωσὴφ τῆς ἐν Θεσσαλίᾳ μονῆς τῶν μεγάλων Πυλῶν (Δουσίκου ἔτος 1805), ιδ) Νικοδήμου, ἀρχιμανδρίτου, εἰς ἄγνωστο (1806), -ιε) Τοῦ ἴδιου σὲ ἀγνωστο μοναχὸ,- ιστ) Γρηγορίου ἀρχιμανδρίτου σὲ κάποιον κοσμικὸ (ἔτος 1782),  ιζ) Ἀθωνιάδος Σχολῆς εἰς εὐρωπαῖον φιλέλληνα,  ιη) Κάποιου Διονυσίου σὲ κάποιο λόγιο κληρικὸ (1803),  ιθ) Δαμασκηνοῦ, ἀρχιμανδρίτου, ἡγουμένου Βράχας, πρὸς τὸν κὺρ Γεωργάκην Τζελεπῆν ( ἔτος 1783),  κ) Τοῦ ἴδιου σὲ ἄγνωστο λόγιο (ἔτος 1799). κα) Δημητρίου Τζιλάκογλου πρὸς ἀρχιμανδρίτη (ἀχρονολόγητη).

  1. Κώδικας ΚΗ΄.

Εἷναι χάρτινος κώδικας τοῦ 19ου αἰῶνα καὶ ἀποτελεῖται ἀπὸ 50 φύλλα διαστάσεων 0,21 Χ 0,16 μ. Περιέχει σὲ δεκαπεντασύλλαβους ὁμοιοκατάληκτους στίχους τὸ «Ἔπος περὶ τῆς συλλήψεως τοῦ διαβοήτου τυράννου τῆς Ἠπείρου  Ἀλῆ – Πασιᾶ» ποὺ ἐπιγράφεται «Αληπασαλιας». Γράφτηκε τὸ 1823.

  1. Κώδικας ΚΘ΄.

Εἶναι ἕνας χάρτινος κώδικας τοῦ 17ου αἰῶνα. Ἀποτελεῖται ἀπὸ  51 φύλλα διαστάσεων 0,20 Χ 0,15 μ. καὶ εἶναι γραμμένος στὴν παλιὰ τουρκικὴ γλῶσσα. Τὸ περιεχόμενό του παραμένει ἄγνωστο, ὡς ἀμετάφραστο.

  1. Κώδικας Λ΄.

Ἄδετος κώδικας τοῦ 18ου αἰῶνα ποὺ ἀποτελεῖται ἀπὸ 95 φύλλα στιλπνοῦ χαρτιοῦ, σχήματος 16ου, διαστάσεων  0,18 Χ 0,12 μ. Περιέχει τὸ Κοράνιο γραμμένο στὴν ἀραβικὴ γραφὴ καὶ σὲ καλλιτεχνικὴ μορφή.

Γύρω ἀπὸ τὸ κείμενο κάθε σελίδας ὑπάρχει χρυσὸ  πλαίσιο. Τὰ κεφάλαια κοσμοῦνται μὲ πολύχρωμο ἄνθος. Πρόκειται γιὰ ἕνα λάφυρο ἀπὸ τὴν Καστοριὰ τοῦ   Ἑλληνοτουρκικοῦ πολέμου τοῦ 1912, ποὺ κουβαλήθηκε στὸν Ἁλμυρό.

  1. Κώδικας ΛΑ΄.

Εἶναι ἕνας χάρτινος δερματόδετος κώδικας ποὺ ἀποτελεῖται ἀπὸ 52 φύλλα, διαστάσεων 0,30 Χ 0,20 μ. Ἀνήκει στὸν  18ο αἰῶνα. Περιέχει λογιστικοὺς πίνακες διαφόρων εἰδῶν ἐμπορευμάτων καὶ ἐπιγράφεται «Κατάστιχον τοῦ μακαρίτη  Ἰω. Ἀναγνώστη Χατζῆ – Νικολάου (ἐκ Τρικέρων)»

  1. Κώδικας ΛΒ΄.

Δερματόδετος χάρτινος κώδικας τοῦ 18ου αἰῶνα ποὺ ἀποτελεῖται ἀπὸ 220 φύλλα διαστάσεων  0,20 Χ 0,12 μ. Περιέχει  σημειώσεις διαφόρων εἰδῶν τοῦ ΙΗ΄ αἰῶνος καὶ φθάνει μέχρι τῶν μέσων τοῦ 19ου.

  1. Κώδικας ΛΓ΄.

Φυλλάδα τοῦ 19ου αἰῶνα 22 φύλλων διαστάσεων  0,21 Χ 0,16 μ. Περιέχει διαφόρους στοιχειώδεις γνώσεις Φυσικῆς, Χημείας, Ζῳολογίας καὶ Ἀριθμητικῆς.

  1. Κώδικας ΛΔ΄.

Χάρτινος κώδικας τοῦ 19ου αἰῶνα ποὺ ἀποτελεῖται ἀπὸ 23 φύλλα διαστάσεων 0,20 Χ 0,15 μ. Περιέχει Κατήχηση γιὰ τὴν ὀρθόδοξο πίστη.

  1. Κώδικας ΛΕ΄.

Χάρτινος κώδικας τοῦ 18ου αἰῶνα. Ἀποτελεῖται ἀπὸ 50 φύλλα διαστάσεων  0,29 Χ 0,09 μ. καὶ περιέχει διαφόρους λογαριασμούς καὶ σημειώσεις τοῦ 18ου  αἰῶνα.

  1. Κώδικας ΛΣΤ΄.

Χάρτινος κώδικας τοῦ 18ου αἰῶνα ποὺ ἀποτελεῖται ἀπὸ 92 φύλλα διαστάσεων  0,16 Χ 0,11 μ. Περιέχει Γραμματικὴ μὲ ἐρωτήσεις τοῦ δασκάλου καὶ ἀπαντήσεις τοῦ μαθητῆ.

  1. Κώδικας ΛΖ΄.

Σπαράγματα κώδικα τοῦ 18ου ποὺ καταστράφηκε καὶ σώζονται ἀκέραια μόνο δύο φύλλα στὰ ὁποῖα ἀναφέρονται τοπωνυμίες θέσεων ἀγρῶν τοῦ  18ου  αἰῶνα.

  1. Κώδικας ΛΗ΄.

Ἀνήκει στὸν 19ο αἰῶνα. Εἶναι χάρτινος καὶ ἀποτελεῖται ἀπὸ  24 φύλλα διαστάσεων  0,26 Χ 0, 20 μ.  Περιλαμβάνει  «Εἰσαγωγὴ  στὴ Νεότερη Χημεία».

  1. Κώδικας ΛΘ΄.

Κώδικας τοῦ 15ου αἰῶνα γραμμένος σὲ στιλπνὸ χαρτὶ διαστάσεων 0,21 Χ 0, 16 μ. Ἀποτελεῖται ἀπὸ 280 φύλλα καὶ περιέχει λόγους ἐκκλησιαστικοὺς καὶ βίους ἁγίων. Στὴν ἀρχὴ περιέχει ἕνα ἀπόκρυφο Εὐαγγέλιο περὶ Μεταστάσεως τῆς Θεοτόκου, ἀπὸ τὸ ὁποῖο λείπει ἡ ἀρχή. Κοσμεῖται μὲ ὡραῖα ἐπίτιτλα σχεδιασμένα μὲ κιννάβαρη καὶ μαύρη μελάνη. Κάθε ἀρχικὸ κεφαλαῖο γράμμα εἶναι κόκκινο  καὶ διακοσμεῖται ὄμορφα. Στὰ λευκὰ περιθώρια τῶν σελίδων του ὑπάρχουν ἐπισκοπικὲς ὑπογραφές.

Ὑπογράφουν: «+Ὁ Λαρίσης Πολύκαρπος καὶ ἐν Χριστῷ πάντων ἡμῶν», «+ Ὁ Δημητριάδος Ἀθανάσιος», «+ Ὁ Φαρσάλων Βενιαμίν», «+ Ὁ Ζητουνίου Θεοφάνης».

Στὰ λευκὰ περιθώρια τῶν σελίδων του εἶναι γραμμένες ἐπίσης οἱ ἑξῆς «ἐνθυμήσεις»:

α) «Ἔτος  αψϟδ΄ (=1794) μαρτίῳ α΄  γράφω καγὸ Ἀναγνώστης τοῦ Κόμνου διὰ ἐνθύμισιν».

β) «Ἔτος ζπα΄ (=7081=1573) τὸν μίναν Ὀκτόβριον… ἡμέρα Πέμπτη …. .ἐχάλασαν. ..»

γ) «Ἐτοῦτο τὸ παρὸν βιβλίον ὑπάρχει καὶ εἶναι τῆς ἱερᾶς καὶ σεβασμίας Μονῆς τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου προφήτου προδρόμου καὶ ὁπηος τὸ  ἀπα. . (ἀπαλλοτριώσῃ;)  νὰ ἔχῃ τὰς ἀρὰς τῶν τιη΄ θεοφόρων πατέρων τῶν ἐν Νικαίᾳ».

δ) «Ἔτος 1793 ἦλθεν ἀκρίβεια μεγάλη σφόδρα ὁποῦ ἐκινδύνεψεν νὰ χαλάσῃ ὁ κόσμος. Στάθης κόμνους» .

ε) « 1831. γράφω καγό οἰκονόμος ὁποῦ ἦλθε ὁ Μπαλατσὸς καὶ ἔκαυσε τὸ χωριο. Οκτομβρίου 2».

στ) «Τῷ Θεοφιλεστάτῳ καὶ μουσικωτάτῳ ἁγίῳ ἑπισκόπῳ  τῆς ἁγιωτάτης ἐπισκοπῆς Ζητουνίου, ἐμοῦ δὲ αὐθέντος καὶ δεσπότου Ἰωαννικίου, πολλὰ τὰ ἔτη».

ζ) «Ἀθανάσιος, ταπεινὸς ἐν παιδαγωγοῖς γράφω».

Περιεχόμενα τοῦ κώδικα: α) Ἐξ ἀποκρύφου Εὐαγγελίου «Ἡ μετάστασις τῆς Θεοτόκου». β) «Τοῦ ἐν ἁγίοις πατρὸς ἡμῶν Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου λόγος εἰς τὴν ἀποτομὴν (τῆς κεφαλῆς) τοῦ Ἰωάννου καὶ περὶ πονηρῶν γυναικῶν». γ)» Μαρτύριον τῆς ἁγίας καὶ καλλινίκου μεγαλομάρτυρος τοῦ Χριστοῦ Βαρβάρας». δ) «Βίος καὶ πολιτεία τοῦ ἁγίου Ἀλεξίου τοῦ ἀνθρώπου τοῦ Θεοῦ». ε) Ὀπτασία Κωνσταντίνου τοῦ ἰσαποστόλου καὶ ἀσεβοῦς ἐν πρώτοις Χριστιανοῦ βασιλέως, τοῦ μεγάλου». στ) «Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου ὁμιλία εἰς τὸν προπάτορα Ἀβραὰμ λεχθεῖσα εἰς τὴν ἡμέραν τῶν ἁγίων Προπατόρων πρὸ τῆς Χριστοῦ Γεννήσεως». ζ) «Μαρτύριον τῆς Ἁγ. μεγαλομάρτυρος Μαρίνης». η) «Τοῦ ὁσίου πατρὸς ἡμῶν Ἡσυχίου διήγησις εἰς τὸν προπάτορα Ἀβραὰμ περὶ θανάτου». θ) «Διήγησις τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων περὶ τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς πῶς δεῖ αὐτὴν φυλάττειν ἀκριβῶς καὶ ἀσφαλῶς». ι) «Μαρτύριον τῶν ἁγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων». ια) «Βίος καὶ Πολιτεία τοῦ ἀββᾶ Ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Καλυβίτου». ιβ) «Βίος καὶ πολιτεία Εὐγενείου καὶ Μαρίας τῆς αὐτοῦ θυγατρός». ιγ) «Τοῦ Ὁσίου πατρὸς ἡμῶν Εὐφραὶμ λόγος πίστεως καὶ ἀγάπης εἰς τὴν Δευτέραν Παρουσίαν». ιδ) «Τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρὸς ἡμῶν Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, ἀρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως, λόγος περὶ νηστείας». ιε) «Τοῦ αὐτοῦ εἰς τὸν τετραήμερον Λάζαρον». ιστ) «Τοῦ ἁγίου γρηγορίου τοῦ Θεολόγου λόγος εἰς τὸ Ἅγιον Πάσχα». ιζ) «Τοῦ ἐν ἁγίοις πατρὸς ἡμῶν Ἰωάννου, ἀρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως, τοῦ Χρυσοστόμου, λόγος εἰς τὴν ἁγίαν καὶ ἔνδοξον τριήμερον ἀνάστασιν τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ». ιη) «Τοῦ αὐτοῦ λόγος εἰς τοὺς ἁγίους τρεῖς παῖδας καὶ Δανιὴλ τὸν προφήτην». ιθ) « Τοῦ αὐτοῦ λόγος εἰς τὴν Γέννησιν τοῦ Χριστοῦ». κ) «Διήγησις μείρακος τινος· (φθαρμένη σὲ κάποια μέρη). κα) «Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου λόγος. . . (λείπει ἡ συνέχεια).

Ὁ σημαντικὸς αὐτὸς κώδικας χάθηκε κατὰ τὸν Ἑλληνο –Τουρκικὸ Πόλεμο τοῦ 1897 ἐπειδὴ ἁρπάχτηκε ἀπὸ τοὺς Τούρκους  ποὺ κυρίευσαν τὸν Ἁλμυρό ἤ μᾶλλον ἀπὸ ὅσους συνόδευαν τὸν τακτικὸ τουρκικὸ στρατό.

  1. Κώδικας Μ΄.

Ἄδετος χάρτινος κώδικας τοῦ 17ου ἤ 18ου αἰῶνα. Ἀποτελεῖται ἀπὸ 52 φύλλα διαστάσεων   0,21 Χ 0,14 μ. Εἶναι γραμμένος στὴν τουρκικὴ γλῶσσα μὲ τὴν παλιὰ τουρκικὴ γραφή. Τὸ περιεχόμενό του παραμένει ἀμετάφραστο καὶ ὡς ἐκ τούτου εἶναι ἄγνωστο.

 

 

ΙΙΙ. Μουσικοὶ κώδικες Ἱερᾶς Μονῆς Παναγίας Ξενιᾶς

Πληροφορίες γιὰ τοὺς παρακάτω μουσικοὺς κώδικες τοῦ Μοναστηριοῦ τῆς Παναγίας Ξενιᾶς δημοσιεύθηκαν:

1) Στὸ περιοδικὸ «Νέος Ἑλληνομνήμων» ἀπὸ τὸν Νικόλαο Γιαννόπουλο, στὶς ἐργασίες του α) «Κατάλογος τῶν Χειρογράφων τῆς Βιβλιοθήκης τῆς ἐν Ἁλμυρῷ Φιλαρχαίου Ἑταιρείας Ὄρθρυος», στοὺς τόμους 18 (1924), σελ.  448 – 450 καὶ 19 (1925) σελ. 93 – 95, 262 – 266,  369 – 377) καὶ β) «Κατάλογος τῶν Χειρογράφων τῆς Μονῆς Ξενιᾶς», στὸν τόμο 20 (1925), σελ. 104 – 107.

2) Στὸ «Δελτίο τῆς Φιλαρχαίου Ἑταιρείας Ἁλμυροῦ «Ὄθρυς»» (Περίοδος β΄, τεῦχος 4, Ἁλμυρὸς 2000, σελ. 78 – 83)  ἀπὸ τὸν ἀρχιμανδρίτη Χερουβεὶμ Βελέντζα, στὴν ἐργασία του «Κατάλογος τῶν Χειρογράφων τῆς Μονῆς Ξενιᾶς» καὶ

3) Στὸ «Proceedings of the 1st International Conference of the ASBMH», (σελ. 599 – 667) ἀπὸ τὸν Κωνσταντῖνο Καραγκούνη, στὴν ἐργασία του: «Ὀκτὼ μουσικὰ χειρόγραφα ἀπὸ τὴν περιοχὴ Ἁλμυροῦ τῆς Μαγνησίας. Μέρος πρῶτο: Ἕνα μουσικὸ στιχηράριον τοῦ ΙΗ΄ αἰῶνος ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Μονὴ Παναγίας Ξενιᾶς Ἁλμυροῦ. Μέρος δεύτερο: Τὰ ἑπτὰ μουσικὰ χειρόγραφα τῆς «Φιλαρχαίου Ἑταιρείας Ἁλμυροῦ (Μαγνησίας) -Ἡ Ὄθρυς».

Μὲ βάση τὶς πληροφορίες ποὺ παρέχονται στὰ τρία αὐτὰ δημοσιεύματα δίνουμε μία συνοπτικὴ πληροφόρηση στὸ βαθμὸ ποὺ θεωροῦμε χρήσιμο γιὰ τὸ σκοπὸ τῆς παρούσας μας ἐργασίας

 

  1. Κώδικας ΚΑ΄, τῆς Μονῆς Ξενιᾶς.

Εἶναι δερματόδετος χάρτινος μουσικός κώδικας τοῦ 18ου αἰῶνα καὶ ἀποτελεῖται ἀπὸ 404[9] φύλλα διαστάσεων 0,245 Χ 0,17 μ.[10] Διατηρεῖται σὲ πολὺ καλὴ κατάσταση.

Στὸ φύλλο 1 ἀναγράφεται: «Ἀρχὴ σὺν Θεῷ ἁγίῳ, στιχηράριον καλοφωνικόν· ποίημα καὶ ποιηθὲν παρὰ κὺρ Γερμανοῦ ἀρχιερέως Νέων Πατρῶν ἐκ Τυρνάβου· Μὴν σεπτέμβριος …».

Στὸ τέλος, στὸ φύλλο 404, ἀναγράφεται: «Τέλος τοῦ πεντηκοσταρίου· ἐτελειώθη εἰς Πλάτανον εἰς τοὺς αψοβ΄ ἰουλίου … διὰ χειρὸς ἀναγνώστου ἐκ Τρίκερι· μαθητοῦ ἐκ Τυρνάβου ἤγουν Στεργίου καὶ εὔξασθε ὑπὲρ αὐτῶν τοῦ εὐτελοῦς».

«Ὁ κώδικας διατηρεῖται σὲ ἐντυπωσιακῶς ἀρίστη κατάσταση. Οἱ διαστάσεις του εἶναι 35 ἑκ. στὸ ὕψος ἐπὶ 18,5 ἑκ. στὸ πλάτος, εἶναι δὲ ὀγκώδης δεδομένου ὅτι ἀπαρτίζεται ἀπὸ 408 φύλλα …

Ἡ στάχωση τοῦ κώδικα εἶναι ἀρίστως διατηρημένη, σχεδὸν ἄφθαρτη. Πρόκειται γιὰ ξύλινες πινακίδες, ἐπενδεδυμένες ἐξωτερικῶς μὲ καλῆς ποιότητος δέρμα, καφὲ-βυσσινὶ χρώματος, ἐνῶ ἔχουν διατηρηθεῖ ἀκέραιοι οἱ θηλυκωτῆρες…

Τὸ χειρόγραφο τιτλοφορεῖται «Καλοφωνικὸν Στιχηράριον τοῦ Γερμανοῦ Νέων Πατρῶν»…

Τὸ χειρόγραφο εἶναι χρονολογημένο καὶ ὁ γραφεὺς του αύτοαποκαλύπτεται δύο φορὲς σὲ ἰσαρίθμους κολοφῶνες τοῦ βιβλίου. Πρόκειται γιὰ ἕναν Τρικεριώτη μουσικὸ καὶ ἀντιγραφέα, ὁ ὁποῖος ὑπογράφει ὡς «Ἀναγνώστης ἐκ Τρίκερι».

Ἡ πρώτη μαρτυρία κατατίθεται στὸ φύλλο 367α καὶ ἀποκαλύπτει τὸν κωδικογράφο καὶ τὸ ἔτος ὁλοκληρώσεως τοῦ χειρογράφου: «Τέλος τοῦ Τριωδίου. Ἐτελειώθη εἰς Πλάτανον εἰς τοὺς αψοζ΄ (1777), Αὐγούστου η΄, ἐκ χειρὸς Ἀναγνώστη ἐκ Τρίκερι, μαθητοῦ Στέργιου ἐκ Τιρνάβου καὶ εὔξασθε ὑπὲρ αὐτῶν».

Τὸ δεύτερο ἰδιόγραφο σημείωμα τοῦ κωδικογράφου ἐντοπίζεται στὸ φύλλο 404α, ὅπου σημειώνονται τὰ ἑξῆς παραπλήσια μὲ τὰ προηγούμενα: «Τέλος τοῦ Πεντηκοσταρίου. Ἐτελειώθη εἰς Πλάτανον εἰς τοὺς αψοζ΄, Ἰουλίου γ΄, ἐκ χειρὸς Ἀναγνώστου ἐκ Τρίκερι, μαθητοῦ Στεργίου ἐκ Τίρναβου, ἤγουν Στέργιου καὶ εὔξασθε ὑπὲρ αὐτῶν τοῦ εὐτελοῦς»…

Ἡ ἀξία τοῦ κώδικος εἶναι μεγάλη, διότι: Εἶναι ὀγκωδέστατος, ἐξαιρετικῶς καλαίσθητος καὶ ἄριστα διατηρημένος. Εἶναι πλούσιος ὡς πρὸς τὶς ἐμπεριεχόμενες μελοποιήσεις, οἱ ὁποῖες, ἄν καὶ ἀπαντοῦν συχνὰ σὲ ἄλλα χειρόγραφα, ἀποτελοῦν ἀθάνατα ἔργα τοῦ σπουδαιοτάτου μελουργοῦ, μουσικοδιδασκάλου καὶ ἐξηγητοῦ τοῦ ΙΗ΄ αἰῶνος Γερμανοῦ ἐπισκόπου Νέων Πατρῶν. Οἱ ἐμπεριεχόμενες μελοποιήσεις καλύπτουν τὶς ἱεροψαλτικὲς ἀνάγκες ὅλου τοῦ ἐνιαυτοῦ, συμπεριλαμβανομένων τῶν περιόδων Τριωδίου καὶ Πεντηκοσταρίου. Εἶναι χρονολογημένος. Ἔχει ὁλοκληρωθεῖ τὸ ἔτος 1777. Τὸ ἔργο συντίθεται στὸ χωριὸ Πλάτανος τοῦ Ἁλμυροῦ, γεγονὸς τὸ ὁποῖο ἀποκαλύπτει τὴν ἄνθιση τῆς ψαλτικῆς τέχνης ἀλλὰ καὶ τῆς βιβλιογραφικῆς παραγωγῆς στὴν περιοχὴ κατὰ τὸν ΙΗ΄ αἰῶνα»

  1. Κώδικας ΙΑ΄, τῆς Φιλαρχαίου Ἑταιρείας Ἁλμυροῦ.

Εἶναι ἕνας μουσικὸς κώδικας τοῦ 8ου αἰῶνα καὶ ἀποτελεῖται ἀπὸ 300 φύλλα. Εἶναι γραμμένος σὲ φύλλα βομβύκινου χαρτιοῦ διαστάσεων  0,30 μ. μήκους καὶ 0,21 μ. πλάτους καὶ εἶναι ἄδετος  μὲ συνολικὸ πάχος 0,09 μ. Στὰ περιεχόμενά του περιλαμβάνονται καὶ ἀντιγραφὲς ἀπὸ παλαιότερο παρόμοιο κώδικα τοῦ 6ου αἰῶνα

Εἶναι φανερό ὅτι ἀρκετὰ φύλλα στὴν ἀρχή, στὸ τέλος καὶ ἴσως  καὶ στὴ μέση ἀποκόπηκαν καὶ ξέπεσαν ἴσως ἐπειδὴ ἦταν ἄδετος.  «Ἐξέπεσον ἐν ἀρχῇ καὶ ἐν τέλει ἐκ τῆς ἐλλείψεως σταχωμάτων, ἴσως δὲ καὶ ἐν μέσῳ». Εἶναι σκοροφαγωμένος.

Ὁ Κωνσταντῖνος Χ. Καραγκούνης, στὸ παραπάνω δημοσίευμά του, παρέχει πολλὲς πρόσθετες πληροφορίες γιὰ τὸ χειρόγραφο αὐτό, ἀπὸ τὶς ὁποῖες παραθέτουμε ἐπιλεκτικὰ κάποια στοιχεῖα:

«Πρόκειται γιὰ ἕνα ἀρκετὰ πλούσιο Στιχηράριον μετ’ Ἀναστασιματαρίου, κάπως σπάνιος συνδυασμὸς χειρογράφου…. Ὑπάρχουν ὅμως δύο διαφοροποιήσεις σὲ σχέση μὲ τὰ καταγεγραμμένα τοῦ Ν. Γιαννοπούλου. Οἱ δι’ αὐτοψίας διαπιστωθεῖσες διαστάσεις τοῦ κώδικος εἶναι 26,5 ἑκ. στὸ ὕψος καὶ 19,5 ἑκ. στὸ πλάτος, ἐνῶ τὰ φύλλα του εἶναι ἀριθμημένα διακόσια εἴκοσι ἑπτὰ <227> ἀντὶ τριακοσίων <300>, ποὺ ἀναφέρονται στὸν Νέο Ἑλληνομνήμονα. Θεωρῶ, πὼς πρόκειται γιὰ τυπογραφικὰ λάθη τῆς ἐκδόσεως, δεδομένου, ὅτι στὸ τελευταῖο φύλλο (227β) ὑπάρχει σημείωση τοῦ ἰδίου τοῦ Γιαννόπουλου, ὁ ὁποῖος καὶ ἀρίθμησε τὸν κώδικα: «Περιέχει φύλλα 227»… Ἡ χρονολόγηση γίνεται βάσει τοῦ τύπου τῆς σημειογραφίας καὶ ἄλλων ἐσωτερικῶν ἐνδείξεων στὴν περίοδο μεταξὺ τῶν ΙΓ΄ καὶ ΙΔ΄ αἰώνων.

  1. Κώδικας ΙΒ΄, τῆς Φιλαρχαίου Ἑταιρείας Ἁλμυροῦ.

Εἶναι ἕνας ἄδετος μουσικὸς κώδικας τοῦ 15ου – 16ου αἰῶνα σχήματος 8ου   μεγάλου. Ἀποτελεῖται ἀπὸ 136 φύλλα σιλπνοῦ χαρτιοῦ  διαστάσεων  0,21 μ. μήκους καὶ 0, 16 μ. πλάτους καὶ εἶναι  ἐλλιπὴς τόσο στὴν ἀρχὴ ὄσο καὶ στὸ τέλος του.

Ἡ ὕλη του ἀρχίζει ἀπὸ α) τὴν 6η Ἰανουαρίου ἑορτὴ τῶν Θεοφανείων (μελωδός   Ἀνατόλιος), β) 7 Ἰανουαρίου τοῦ Προδρόμου, γ) 9 Ἰανουαρίου, Πολυεύκτου μάρτυρος, (μελωδὸς Βύζας), δ) 11 Ἰανουαρίου, Θεοδοσίου τοῦ Κοινοβιάρχου, (μελωδός Θεοφάνης) ε) 15 Ἰανουαρίου, Ἰωάννου τοῦ Καλυβίτου, στ) 16 Ἰανουαρίου,  ἡ προσκύνησις τῆς ἁλύσεως τοῦ Πέτρου (μελωδὸς Ἀνατόλιος), ζ) 17 Ἰανουαρίου, Ἀντωνίου τοῦ Μεγάλου (μελωδὸς Στουδίτης), τοῦ αὐτοῦ (μελωδὸς Συκεώτης), η) 18  Ἰανουαρίου, τοῦ  Ἁγ. Ἀθανασίου (μελωδός Γερμανὸς), θ) 19 Ἰανουαρίου, τοῦ Ἁγ. Μαρίου, ι) 20 Ἰανουαρίου, Εὐθυμίου τοῦ μεγάλου, (μελωδὸς Στουδίτης), ια) 21 Ἰανουαρίου, Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, (μελωδὸς Ἀνδρέας Πυρρὸς), ιβ) τοῦ ἴδιου (μελωδὸς πατριάρχης Γερμανὸς), ιγ) τοῦ ἴδιου (μελωδὸς Κλήμης Ἀγκύρας), ιδ) 25 Ἰανουαρίου, Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, ιε) 27 Ἰανουαρίου, Ἰω. τοῦ Χρυσοστόμου, ιστ) 28 Ἰανουαρίου, Ἐφραὶμ Σύρου, ιζ) 30 Ἰανουαρίου, τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν (μελωδὸς Νεῖλος Ξανθόπουλος), ιη) 31 Ἰανουαρίου, Κύρου καὶ Ἰωάννου, ιθ) 1 Φεβρουαρίου, τοῦ Ἁγ. Τρύφωνος, κ) 2 Φεβρουαρίου, Ὑπαπαντὴ τοῦ Χριστοῦ (μελωδὸς Ἀνδρέας Κρήτης), κα) 5 Φεβρουαρίου, τοῦ Ἁγίου Ἀγάθωνος, κβ) 9 Φεβρουαρίου, τοῦ Ἁγίου Νικηφόρου, κγ) 11 Φεβρουαρίου, Ἁγίου Βλασίου (μελωδὸς Ἀνδρέας ὁ Ἱεροσολύμων), κδ)13  Φεβρουαρίου, ἁγίου Μαρτινιανοῦ,  κε) 1 Μαρτίου, ἁγίας Εὐδοκίας (μελωδὸς Μεθόδιος), κστ) 9 Μαρτίου, τῶν ἁγίων Τεσσαράκοντα (μελωδὸς Συκεώτης), τῶν αὐτῶν (μελωδοὶ Κοσμᾶς μοναχὸς καὶ Ἰωάννης μοναχὸς), τῶν αὐτῶν (μελωδὸς Κυπριανὸς), τῶν αὐτῶν (μελωδοί  Ἀνατόλιος καὶ Βύζας), τῶν αὐτῶν (μελωδὸς Θεοφάνης μοναχὸς), κζ) 1 Ἀπριλίου, Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας, κη) 23 Ἀπριλίου, Γεωργίου τοῦ Τροπαιοφόρου, (μελωδὸς Ἰωάννης μοναχὸς), κθ) 25 Ἀπριλίου, Μάρκου τοῦ Ἀποστόλου,  λ) 26 Ἀπριλίου, Ἰακώβου τοῦ Ἀποστόλου, λα) 6 Μαΐου, Ἰὼβ τοῦ Δικαίου, λβ) 7 Μαΐου, τοῦ ἐν οὐρανοῖς φανέντος σημείου τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, λγ) 24 Μαΐου, Συμεὼν τοῦ Θαυμαστορείτου, λε) 8 Ἰουνίου, Θεοδώρου τοῦ Στρατηλάτου, λστ) 11 Ἰουνίου, Βαρνάβα (μελωδὸς Γερμανὸς), λζ) 14 Ἰουνίου, Μεθοδίου πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, Μανουὴλ, Σαβὲλ καὶ Ἰσμαὴλ (μελωδὸς Λεόντιος), λη) 19 Ἰουνίου, Ἰούδα τοῦ Ἀποστόλου, λθ) 21 Ἰουνίου, Ἰουλιανοῦ μάρτυρος, μ) 24 Ἰουνίου, Γέννησις Τιμίου Προδρόμου, μα) 29 Ἰουνίου, ἁγ. Ἀποστόλων Πέτρου καὶ Παύλου, μβ) 2 Ἰουλίου, ἡ κατάθεσις τῆς τιμίας Ἐσθῆτος τῆς Θεοτόκου, μγ) 5 Ἰουλίου, Ἀθανασίου τοῦ ἐν Ἄθω, μδ) 8 Ἰουλίου, Προκοπίου, με) 15 Ἰουλίου, Κηρύκου καὶ Ἰουλίττης, μστ) 20 Ἰουλίου, τοῦ προφήτου Ἠλιοῦ, μζ) 1 Αὐγούστου, Μακκαβαίων, μη) 6 Αὐγούστου, Μεταμόρφωσις Σωτῆρος, μθ) 15 Αὐγούστου, Κοίμησις τῆς Θεοτόκου, ν) 25 Δεκεμβρίου, Γέννησις τοῦ Χριστοῦ, να) τὰ ἰδιόμελα τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς.

Ὁ κώδικας  εἶναι γραμμένος ἀλλοῦ μὲ κόκκινα καὶ ἀλλοῦ μὲ πράσινα γράμματα ἐνῶ τὰ μουσικὰ σημάδια εἶναι μαῦρα καὶ διακοσμεῖται μὲ ὡραῖα πράσινα καὶ κόκκινα κεφαλαῖα γράμματα καὶ περίτεχνα κοσμήματα.

Πρόσθετες πληροφορίες τοῦ Κ. Χ. Καραγκούνη γιὰ τὸν κώδικα:

«Πρόκειται γιὰ ἕνα καλαίσθητο Στιχηράριον τοῦ ὅλου ἐνιαυτοῦ μὲ ἀρκετὰ ἰδιότυπο περιεχόμενο. Ἐὰν ἐξαιρεθεῖ τὸ γεγονός, ὅτι ὁ κώδικας εἶναι ἀκέφαλος, διατηρεῖται σὲ ἐξαιρετικὴ κατάσταση. Κατὰ παράδοξο τρόπο, ὑπάρχει καὶ πάλι διαφορὰ στὸν ἀριθμὸ τῶν φύλλων, ἀπὸ ὅ,τι ἀναγράφεται στὸν Νέο Ἑλληνομνήμονα (φ.136), ἀπὸ ὅ,τι ὁ ἴδιος ὁ Γιαννόπουλος σημειώνει στὸ τέλος τοῦ χειρογράφου (Ἀριθμηθὲν εὑρέθη ἔχον φύλλα πλήρη 174) καὶ ἀπὸ τὴν πραγματικότητα.

Τὰ κεφαλαιογράμματα εἶναι περίτεχνα, μὲ ἀπολήξεις στολισμένες δι’ ἀνθιδίων.

Ὁ κώδικας εἶναι ἀντίγραφο τοῦ Στιχηραρίου τοῦ ὅλου ἐνιαυτοῦ τοῦ μεταβυζαντινοῦ μελουργοῦ Γερμανοῦ, ἀρχιερέως Νέων Πατρῶν, χωρὶς τὰ μέλη τοῦ Τριωδίου καὶ τοῦ Πεντηκοσταρίου.

Ἡ χρονολόγηση τοῦ χειρογράφου ἀπὸ τὸν Νικόλαο Γιαννόπουλο στὸν ΙΕ΄ – ΙΣΤ΄ αἰῶνα δὲν εἶναι σωστή. Ὁ κώδικας δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι παλαιότερος τοῦ β΄ ἡμίσεος τῆς ΙΖ΄ ἑκατονταετίας, ἀπὸ τὸν τύπο πάλι τῆς σημειογραφίας μᾶλλον δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι νεώτερος τῶν ἀρχῶν τοῦ ΙΗ΄ αἰῶνος».

  1. Κώδικας ΙΓ΄, τῆς Φιλαρχαίου Ἑταιρείας Ἁλμυροῦ.

Δερματόδετος χάρτινος μουσικὸς κώδικας τοῦ 16ου αἰῶνα. Ἀποτελεῖται ἀπὸ 250 φύλλα μὲ διαστάσεις  0,17 μ. μήκους, 0,10 μ. πλάτους καὶ  ἔχει συνολικὸ πάχος  0,05 μ.

Στὴν ἐσωτερικὴ ἐπιφάνεια τῶν ἐξωφύλλων ὑπάρχουν διάφορες σημειώσεις δυσανάγνωστες.

Ὁ Κωνσταντῖνος Χαρ. Καραγκούνης δίνει πολύ χρήσιμες καὶ πολύτιμες πληροφορίες γιὰ τὸν κώδικα αὐτὸν στὴν παραπάνω σχετική ἐργασία του. Παραθέτουμε κάποια ἐνδεικτικὰ ἀποσπάσματα:

«Ὁ παρὼν κώδικας, εὐτυχῶς, διατηρεῖται ἀκέραιος, ἔχων ὅλα τὰ φύλλα του (τοὐλάχιστον τὰ γραμμένα) καὶ τὴν στάχωσή του ἐκ τῆς ὁποίας ἔχουν ἐκπέσει μόνον οἱ θηλυκωτῆρες. Οἱ δι’ αὐτοψίας μετρηθεῖσες διαστάσεις τοῦ χειρογράφου εἶναι 0,17 Χ 0,11 μ.

Διαφορὰ ὡς πρὸς τὶς σημειώσεις τοῦ Ν. Γιαννόπουλου ἐπισημαίνεται καὶ πάλι στὸν ἀριθμὸ τῶν φύλλων τοῦ χειρογράφου. Σήμερα ὁ κώδικας φέρει ἀριθμημένα διακόσια τρία <203> φύλλα, ἀριθμὸς ποὺ πολὺ ἀπέχει ἀπὸ τὰ διακόσια πενήντα <250> ποὺ δηλώνονται στὸν Νέον Ἑλληνομνήμονα. Τὸ χειρόγραφο δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι παλαιότερο τοῦ α΄ ἡμίσεος τοῦ ΙΗ΄ αἰῶνος».

  1. Κώδικας ΙΔ΄, τῆς Φιλαρχαίου Ἑταιρείας Ἁλμυροῦ.

Δερματόδετος μουσικὸς κώδικας. Ἀποτελεῖται ἀπὸ 53 φύλλα στιλπνοῦ χαρτιοῦ διαστάσεων  0,27 μ. μήκους, 0,20 μ. πλάτους καὶ ἔχει συνολικὸ πάχος  0,02 μ. Ἀνήκει στὸν 18ο αἰῶνα.

Στὰ φύλλα του ὑπάρχουν οἱ ἑξῆς «ἐνθυμήσεις»:

1) «+ 1784, 8 Ἰουνίου ἤλθα εἰς ραβδοβίζι  (= Ραδοβύζιον ). 10 Ἰουνίου ἡμέρα Δευτέρα εἰς τὸ μοναστήριον στις σκληκοκαργιά».

2) «1784, αὐγούστου 2 πίγα στην άρτα στὸ άλογό μου καὶ κάμω χαρτζιλίκι ἄσπρα 80».

3) «Σεπτεμβρίου 14 ἐπίγα στην άρτα, ἔκαμ χάρτζι ἀσπρα 40»

4) «1784 εἰς μετέορο νοεμβρίου 25 ἵλθα εἰς μετέορο (ἕπεται συνταγή περὶ θέρμης».

5) 1773 μαρτίου 4 ημέρα β ἔγεινεν σεισμὸς μέτριος ἔτι μαρτίου 5 ημέρα γ ὅρα τρίτη ἔγεινεν σεισμὸς μέγας καὶ ἔπεσεν ὁ πύργος καὶ ὅλα τὰ σπίτια διεφθάρθηκαν ὁμίως καὶ ἡ Εὐαγγελίστρια ὅςτε ὑ γῆ νῦκτα καὶ ἡμέρα δὲν ἔπαβε’ ἔτι εἰς τὰς ια τοῦ μαρτίου ξυμερόνοντας πέμπτη τοῦ μέγα κανόνος ἕος ὅρα τετάρτη τῆς νυκτὸς ἔγηνεν πάλοιν σεισμὸς φρικτὸς καὶ είταν ὁ λαὸς ὅλος εἰς τὴν ἐκκλησίαν καὶ ἐγὼ εἴμουν εἰς τὴν Παναγίαν τὴν Εὐαγγελίστρηαν καὶ ἡσίλθουν εἰς τὸ ἱερὸν ὁμοῦ μὲ τὸν πά(πᾶ) Καλίνικον τοῦ ἁγίου γέροντος (= ἡγουμένου).[11]

Συμπληρωματικὴ σημαντική καὶ πολύτιμη πληροφορία τοῦ Κωνσταντίνου Χαρ. Καραγκούνη:

«Τὸ ἐσωτερικὸ τοῦ ὀπισθόφυλλου εἶναι καλυμμένο μὲ χαρτί, σήμερα πολὺ ἐφθαρμένο, μὲ διάφορες ἀσήμαντες καὶ δυσανάγνωστες σημειώσεις, ὅμως τὸ ἐσωτερικὸ τοῦ ἐμπροσθίου ἐξωφύλλου κρύβει μία τεράστια ἔκπληξη. Εἶναι ἐπενδεδυμένο μὲ ἕνα σπάραγμα παλαιοτέρου χειρογράφου, πιθανότατα Εἰρμολογίου ἤ Στιχηραρίου – δὲν κατέστη δυνατὸν νὰ ἐξακριβωθεῖ – τοῦ ΙΒ΄ αἰῶνος, ὡς ἐκ τοῦ τύπου τῆς σημειογραφίας τεκμαίρεται. Δὲν ἔγινε προσπάθεια νὰ ἀποκολληθεῖ τὸ σπάραγμα ἀπὸ τὸ ἐξώφυλλο, διότι κάτι τέτοιο θὰ προκαλοῦσε καθολικὴ καταστροφὴ τοῦ πρώτου. Ἡ περίπτωση φανερώνει πολλὰ γιὰ τὴν ψαλτικὴ παράδοση τῆς Μαγνησίας καὶ χρήζει ἰδιαιτέρας μελέτης».

  1. Κώδικας ΙΕ΄, τῆς Φιλαρχαίου Ἑταιρείας Ἁλμυροῦ.

Εἶναι ἕνας ἄδετος μουσικὸς κώδικας τοῦ 18ου αἰῶνα. Ἀποτελεῖται ἀπὸ 60 φύλλα στιλπνοῦ  χαρτιοῦ διαστάσεων 0,19 μ. μήκους, 0,17 μ. πλάτους.

Ἄν καὶ μόνο τὰ παραπάνω ἐλάχιστα γράφει γιὰ τὸν κώδικα αὐτὸν ὁ Νικόλαος Γιαννόπουλος πρόκειται γιὰ τὸ πολυτιμότερο κειμήλιο, ὅπως βεβαιώνει ὁ Κωνσταντῖνος Χαρ. Καραγκούνης:

«Ὁ παρὼν κώδικας ἀποτελεῖ, μετὰ βεβαιότητος, τὸ σημαντικότερο ἀπόκτημα τῆς συλλογῆς τῆς Φιλαρχαίου Ἑταιρείας Ἁλμυροῦ, διότι πρόκειται γιὰ αὐτόγραφο ἑνὸς ἐκ τῶν μεγαλυτέρων μελουργῶν καὶ διδασκάλων τῆς Ψαλτικῆς Τέχνης κατὰ τὸν ΙΖ΄ αἰῶνα, τοῦ Παναγιώτου νέου Χρυσάφου, Πρωτοψάλτου τῆς Μ.Χ.Ε. στὴν Κωνσταντινούπολη.

Ἡ Φιλάρχαιος θὰ μποροῦσε νὰ καυχᾶται μεγάλως γιὰ τὸ χειρόγραφο, ἐὰν αὐτὸ δὲν εἶχε περιπέσει σὲ δεινὴ κατάσταση, λόγω ὑγρασίας, ἡ ὁποία ἔχει διεισδύσει στὰ φύλλα – κυρίως στὸ ἄνω μισὸ – καὶ διέλυσε τὴν μελάνη, καθιστῶντας τὴν γραφὴ μερικῶς ἤ καὶ ὁλικῶς – σὲ ἀρκετὰ φύλλα – δυσανάγνωστη. Τὸ χειρόγραφο ἔχει ὑπόψη του καὶ ὁ καθηγητὴς Γρηγόριος Θ. Στάθης στὴ σπουδαία μονογραφία του γιὰ τὸν Παναγιώτη νέο Χρυσάφη, ὅπου τὸ συναριθμεῖ μετὰ τῶν ἄλλων αὐτογράφων τοῦ μελουργοῦ…

Ὁ Ν. Γιαννόπουλος ἔχει ἀριθμήσει διακόσια πενήντα ἕνα <251> φύλλα. Ὁ ἀριθμὸς φύλλων ἑξήντα <60> ποὺ δίδεται στὸν Νέον Ἑλληνομνήμονα εἶναι τελείως ἀνυπόστατος…

Στὸ φ. 248β κάτω ἀπὸ τὸ μικρὸ ἐπίτιτλο ὁ νέος Χρυσάφης ἀναγράφει τὸν γνωστὸ καὶ ἀπὸ ἄλλα αὐτόγραφά τοῦ κολοφῶνα. Ἀπὸ αὐτὸν ἐξάγεται μετὰ βεβαιότητος ὁ χρόνος γραφῆς τοῦ κώδικος καί, φυσικά, ὁ κωδικοκογράφος. Ἄν καὶ λίαν ἐξίτηλος, τὸν μεταφέρω ἐδῶ ὡς μνημόσυνο τοῦ μεγάλου μελουργοῦ:

«Εἴληφε τέλος ἡ παρούσα ἀσματομελιρρυτόφθογγος βίβλος ἐν ἔτει ἀπὸ μὲν τῆς κοσμοποιίας ζρπ΄ ἀπὸ δὲ τῆς ἐνσάρκου οἰκονομίας τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ αχοβ΄, σεπτεμβρίου ζ΄, ἰνδικτιῶνος ια΄. Ἐτελειώθη οὖν διὰ συνδρομῆς καὶ ἐξόδου καὶ μείζωνος ἐπιμελείας τοῦ ἐν ἱεροδιακόνοις κυρίου κυρίου Αὐξεντίου καὶ δευτερεύων τῆς τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας, ὑπάρχοντος γέννημα καὶ θρέμα τῆς ἐπαρχίας Λαρίσης, ἐν χώρᾳ καλουμένῃ Τρινόβου, ἤτοι μὲν καιρῷ ἀρχιερατεύοντος ἐν Κωνσταντινουπόλει τοῦ παναγιωτάτου, λογιωτάτου τε καὶ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κυρίου κυρίου Διονυσίου, τοῦ Κωνσταντινοπολίτου. Ἐγράφη δὲ παρ’ ἐμοῦ τοῦ εὐτελοῦς καὶ ἐλαχίστου καὶ ἀμαθοῦς, ἁμαρτωλοῦ τε ὑπὲρ πάντας Χρυσάφου, δῆθεν καὶ Πρωτοψάλτου τῆς τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας, οὔ μέντοι κατὰ τὸ κείμενον τῶν παλαιῶν ἐκτονισθεῖσα, ἀλλ’ ἐν καινῷ τινι καλλωπισμῷ καὶ μελιρρυτοφθόγγοις νεοφανέσι θέσεσι, καθάπερ τὰ νῦν ἀσματολογεῖται τοῖς μελωδοῦσιν ἐν Κωνσταντινουπόλει. Τοῦτο τοίνυν, ὅσον τὸ κατ’ ἐμὲ ἐφικτὸν παρ’ ἐμαυτοῦ γέγονε, κατὰ τὴν ἥν παρέλαβον εἰσήγησιν παρὰ τοῦ ἐμοῦ διδασκάλου, κὺρ Γεωργίου τοῦ Ραιδεστινοῦ καὶ Πρωτοψάλτου τῆς τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας, ἐκτεθηκὼς καὶ τονίσας. Τοῖς δὲ τελειωτέροις, ἐμπειροτέροις τε καὶ πολυμαθεστέροις ἐκκείσθω, τῶν τε ἀποδεομένων εἰς ἀναπλήρωσιν, τῶν δὲ οὐκ ὀρθῶς προβάντων εἰς ἐπανόρθωσιν. Ὅσοι δὲ τῶν εὐσεβῶν καὶ ὀρθοδόξων χριστιανῶν τοῦ γένους τῶν Γραικῶν καὶ τῆς ἀφ’ Ἑλλάδος ῥιζουχίας, ἐντυγχάνοντες τῷ μικρῷ πονήματι τούτῳ, ἀσματομελωδεῖτε, καὶ ψάλλοντες αἰνεῖτε Θεὸν τὸν ἐν ὑψίστοις, εἰς ὕμνον καὶ δοξολογίαν τῆς τρισηλίου καὶ τρισακτίνου αὐτοῦ Θεότητος, ἀσματοφωνίαις ἐπιμελούμενοι, μέμνησθε κἀμοῦ τοῦ εὐτελοῦς συγγραφέως καὶ ἁμαρτωλοῦ διὰ τὸν Κύριον, ὅπως ἔξωμεν ἅμα παρὰ Θεοῦ τὸν μισθὸν ὑπὲρ τῆς ὑπεραλλήλων πρὸς αὐτὸν ἐντεύξεως καὶ ἀξιωθείημεν ἐν τῇ Δευτέρᾳ Παρουσίᾳ καὶ φρικτῇ ἡμέρᾳ τῆς κρίσεως τῆς δεξιᾶς μερίδος τοῦ ἀπροσωπολήπτου καὶ ἀδεκάστου δικαίου κριτοῦ, τοῦ γλυκυτάτου Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν. Ἀμήν.  Ὁ δὲ βουληθεὶς πλεονέκτῳ καὶ κλοπίμῳ χειρὶ καθαρπᾶσαι καὶ ἀποστερρῆσαι, ἔχοι τὰς ἀρὰς τῶν ἁγίων Πατέρων, καὶ ἡ μερὶς αὐτοῦ μετὰ τοῦ προδότου Ἰούδα καὶ τῶν σταυρωσάντων τὸν Κύριον καὶ ἔχοι τὸν Θεὸν καὶ τοὺς ἁγίους αὐτοῦ ἀγγέλους πολεμίους αὐτῷ ἐν ἡμέρᾳ τῆς κρίσεως. Ἀμήν. Ἀμήν. Ἀμήν.».

Καταλήγοντας ὁ Κωνσταντῖνος Καραγκούνης λέει γιὰ τὴν ἀξία αὐτοῦ τοῦ χειρόγραφου κώδικα:

«Παρὰ τὴν κακή του κατάσταση, ὁ κώδικας ἔχει τεράστια ἀξία. Καὶ μόνο ἡ παρουσία του στὴν περιοχὴ καὶ τὰ λοιπὰ τοπικοῦ ἐνδιαφέροντος στοιχεῖα, ποὺ προσφέρει,  εἶναι ἱκανὰ νὰ τὸν ἀναδείξουν ὡς τὸ πολυτιμότερο χειρόγραφο τῆς συλλογῆς».

  1. Κώδικας ΙΣΤ΄, τῆς Φιλαρχαίου Ἑταιρείας Ἁλμυροῦ.

Δερματόδετος μουσικὸς κώδικας τοῦ 18ου αἰῶνα σὲ στιλπνὸ χαρτὶ διαστάσεων  0,21 Χ 0,17 μ. καὶ συνολικὸ πάχος τῶν 150 φύλλων του 0,03 μ. Περιέχει τεμάχια «τονισμένα ὑπὸ Πέτρου Πρωτοψάλτη τοῦ Βυζαντίου». Διατηρεῖται σὲ καλὴ κατάσταση. Στὸ ἐξώφυλλο ἔχει ἔκτυπα ἐπίχρυσα κοσμήματα.

Ὁ Κωνσταντῖνος Χαρ. Καραγκούνης στὴν μνημονευθεῖσα ἐργασία του γράφει γιὰ τὸν κώδικα αὐτόν:

«Ἕνα ἀκόμη σπουδαῖο ἀπόκτημα τῆς συλλογῆς τῆς Φιλαρχαίου Ἑταιρείας Ἁλμυροῦ εἶναι ὁ ὑπ’ ἀριθμὸν 16 κώδικας. Πρόκειται γιὰ ἕνα Δοξαστάριον μελοποιημένο ἀπὸ τὸν Πέτρο Πελοποννήσιο, Λαμπαδάριο τῆς Μ.Χ.Ε., ποὺ ἀντεγράφη ἀπὸ τὸν μαθητὴ αὐτοῦ Πέτρο  Πρωτοψάλτη Βυζάντιο, τὸν ἐπονομαζόμενο Φυγά, ὁ ὁποῖος, ἐν τέλει, προσυπογράφει τὸ παρὸν αὐτόγραφό του…. Ὁ Ν. Γιαννόπουλος δὲν μπόρεσε νὰ διακρίνει μεταξὺ τῶν δύο Πέτρων, θεωρεῖ πὼς πρόκειται γιὰ ἕνα καὶ τὸ αὐτὸ πρόσωπο καὶ γι’ αὐτὸ σημειώνει «τονισμένα ὑπὸ Πέτρου Πρωτοψάλτη τοῦ Βυζαντίου». Οἱ δι’ αὐτοψίας μετρηθεῖσες διαστάσεις του εἶναι 23,5 Χ 16, εκ.

Κάτω ἀπὸ ἕνα ἐπίτιτλο συνημμένων ρόμβων ἀναγράφεται ὁ τίτλος τοῦ βιβλίου μὲ κόκκινη μελάνη: «Δοξαστικὰ τοῦ Ἑσπερινοῦ, ἀποστίχου τε Καὶ νῦν τοῦ ὅλου ἐνιαυτοῦ τῶν τε δεσποτικῶν καὶ θεομητορικῶν ἑορτῶν καὶ ἑορταζομένων ἁγίων, ἅτινα συνετέθεσαν ἐκκλησιαστικῶς παρὰ τοῦ μουσικολογιωτάτου διδασκάλου κὺρ Πέτρου Λαμπαδαρίου τῆς τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας τοῦ Πελοποννησίου δι’ ἰδίαν καὶ κοινὴν ὠφέλειαν. Μὴν Σεπτέμβριος, εἰς τὴν α΄ἀρχὴ τῆς Ἰνδίκτου ἤτοι τοῦ νέου ἔτους καὶ μνήμη τοῦ ὁσίου πατρὸς ἡμῶν Συμεὼν τοῦ Στυλίτου».

Ἡ σημαντικότερη σημείωση τοῦ χειρογράφου εἶναι ὁ αὐτόγραφος ἀπὸ τὸν Πέτρο Βυζάντιο κολοφώνας του στὸ φ. 151β: «Κὺρ Πέτρου Πρωτοψάλτου τοῦ Βυζαντίου: Ἐτελειώθη τὸ παρόν, αως΄, Αὐγούστου λα΄, ἡμέρα ς΄, ὥρα δ΄, λεπτὰ κε΄».

Τὸ κῦρος καὶ ἡ ποιότητα συγκροτήσεως τοῦ χειρογράφου ἀπὸ ἕναν μεγάλο ἐκπρόσωπο τῆς ψαλτικῆς τέχνης τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως προσδίδει στὸν κώδικα μεγάλη καλλιτεχνικὴ καὶ ἱστορικὴ ἀξία, ἡ παρουσία του δὲ στὴν περιοχὴ τοῦ Ἁλμυροῦ μαρτυρεῖ τὶς στενὲς ἐπαφὲς τῆς περιοχῆς μὲ τὴν Κωνσταντινούπολη καὶ τὴν γνήσια πατριαρχικὴ μουσικὴ παράδοση».

  1. Κώδικας ΙΖ΄, τῆς Φιλαρχαίου Ἑταιρείας Ἁλμυροῦ.

Δερματόδετος μουσικὸς κώδικας τοῦ 18ου αἰῶνα 100 χάρτινων φύλλων διαστάσεων 0,22 Χ 0,17 μ.[12] Πάχος κώδικα  0,04 μ. Περιέχει Ἀναστασιματάρια τονισμένα μὲ τὴν παλιὰ παρασημαντική. Στὸ τέλος του ἔχει τὴ χρονολογία αψο΄  (= 1770).

Πρόσθετες καὶ «διορθωτικές» πληροφορίες γιὰ τὸν κώδικα ἀπὸ τὸν Κωνσταντῖνο Καραγκούνη:

«Οἱ δι’ αὐτοψίας μετρηθεῖσες διαστάσεις τοῦ χειρογράφου εἶναι 11,3 Χ17 εκ.  Ὁ κώδικας ἔχει σήμερα ἑκατόν εἴκοσι τέσσερα <124> φύλλα.

Στὸ φύλλο 10α, κάτωθεν κομψοῦ ἐπιτίτλου, ἡ ἀναγραφή: «ναστασιματάριον ψαλλόμενον κατὰ πᾶσαν Κυριακὴν τοῦ ἐνιαυτοῦ μετὰ τῶν κεκραγαρίων, ἦχος α΄». Πρόκειται γιὰ τὸ Ἀναστασιματάριον τοῦ νέου Χρυσάφου, ὅπως περιεγράφη ἀνωτέρω στὸν αὐτόγραφό του κώδικα τῆς Φιλαρχαίου Ἑταιρείας Ἁλμυροῦ 15, πλῆρες, μετὰ τοῦ Μακαρισμοῦ καὶ χωρὶς τῶν Ἐωθινῶν Δοξαστικῶν.

Στὸ τελευταῖο φύλλο τοῦ Πλαγίου τοῦ Τετάρτου ὑπάρχει κολοφῶνας, γραμμένος ἀπὸ τὸν κωδικογράφο, ὁ ὁποῖος, ὅμως, δὲν ἀποκαλύπτεται: «Τέλος τοῦ Ἀναστασιματαρίου, τῷ δε βοηθήσαντι Θεῷ διὰ πάντων ἐς ἀεὶ δόξα. Ἀμήν. αψο΄, κατὰ μῆνα Ἰανουάριον».

 

 

Β΄. Κειμήλια Ἱερᾶς Μονῆς Παναγίας Ξενιᾶς

Ι.  Ἱερὰ λείψανα ἁγίων

Κατὰ τὴν μακραίωνη ἱστορία τοῦ  Μοναστηριοῦ τῆς Παναγίας Ξενιᾶς εἶχαν συγκεντρωθεῖ σ’ αὐτὸ καὶ φυλάσσονταν ἀρκετὰ ἱερὰ λείψανα ἁγίων. Δὲν ἔχουμε ὑπόψη νὰ ἔχει γίνει καὶ νὰ ὑπάρχει δημοσιευμένη ἐπίσημη, λεπτομερὴς καὶ συστηματικὴ καταγραφή τους.

Ὁ Νικόλαος Γιαννόπουλος σὲ δύο δημοσιεύματά του, κατὰ τὸ ἔτος 1933, γιὰ τὰ περιεχόμενα τοῦ Μουσείου τῆς Μονῆς Ξενιᾶς[13] ἀναφέρει, ὡς πρὸς τὰ ὑπάρχοντα σ’ αὐτὸ ἅγια λείψανα, ὅτι  «Εἰς τὰς προθήκας τοῦ Μουσείου εἶναι τοποθετημένα διάφορα βυζαντινὰ κειμήλια, ἤτοι ἕνδεκα κυτία Ἁγίων Λειψάνων, ἐξ ὧν τὰ τέσσερα ἀργυρᾶ καὶ τὰ λοιπὰ ξύλινα ἀργυρεπένδυτα, καὶ ἔσωθεν τῶν καλυμμάτων εἶναι ἐζωγραφημένοι Ἅγιοι, τῶν ὁποίων ὑπάρχουσι τὰ ἅγια λείψανα».

Πέντε χρόνια ὅμως πρὶν ἀπὸ αὐτὸ τὸ δημοσίευμα, στὶς 24 Σεπτεμβρίου 1928, στὸ πρωτόκολλο παράδοσης καὶ παραλαβῆς τοῦ Μοναστηριοῦ τῆς Παναγίας Ξενιᾶς μεταξὺ παλαιοῦ καὶ νέου ἡγουμενοσυμβουλίου,[14] ποὺ ὑπογράφηκε τὴν ἡμέρα ἐκείνη, μεταξὺ τῶν ἄλλων ἀντικειμένων που παραδόθηκαν, ἀναφέρονται τὰ παρακάτω ἱερὰ λείψανα ἁγίων:

«1. Ἀργυρᾶ θήκη μὲ ἱερὰ λείψανα τῶν Ἁγίων Γεωργίου, Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου,  Στυλιανοῦ καὶ Μέμωνος.

  1. Ἀργυρᾶ θήκη μὲ ἱερὰ λείψανα τοῦ Ἁγίου Ἐλευθερίου.
  2. Ἀργυρᾶ θήκη μὲ ἱερὰ λείψανα τῶν Ἁγίων Στεφάνου, Εὐσταθίου, Παρασκευῆς, Χαραλάμπους, Μοδέστου καὶ Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου.
  3. Ἀργυρᾶ θήκη μὲ ἱερὰ λείψανα τοῦ ἁγίου Στεφάνου.
  4. Ἀργυρᾶ θήκη μὲ ἱερὰ λείψανα τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέου.
  5. Ἐπαργυρωμένη ξυλίνη θήκη μὲ ἱερὰ λείψανα τῶν Ἁγίων Παντελεήμονος, Ἁγίου Μοδέστου, Ἁγίων Ἀναργύρων, Ἁγίου Χαραλάμπους, Ἁγίου Ἐλευθερίου.
  6. Ἐπαργυρωμένη ξυλίνη θήκη μὲ ἱερὰ λείψανα τῶν Ἁγίων Παντελεήμονος,  Τρύφωνος, τοῦ ἁγίου μάρτυρος Κλήμεντος Ἀγκύρας καὶ τοῦ ἁγίου Πλάτωνος, Πολυκάρπου.
  7. Ἐπαργυρωμένη ξυλίνη θήκη μὲ ἱερὰ λείψανα τῶν ἁγίων Ζηνοβίου καὶ Ζηνοβίας, Χαραλάμπους, Εὐσταθίου, Παντελεήμονος καὶ Τρύφωνος. 
  8. Ἀργυρᾶ μελαύκα (;)[15] τοῦ Ἁγίου Συμεὼν καὶ Γρηγορίου ἐπὶ τῆς ὁποίας ὑπάρχουν τρία τεμάχια ἱερῶν λειψάνων.
  9. Ἕν ἱερὸν ὀστοῦν μικρὸν τοῦ Ἁγίου Γεδεών.
  10. Μία πλάκα ἀργυρᾶ ἐφ’ ἧς εἶναι τοποθετημένα τρία τεμάχια ἁγίων λειψάνων.
  11. Ἕξ τεμάχια ἁγίων λειψάνων ἀργυροδεμένα μετ’ ἀλύσεως χρησιμεύοντα δι’ ἁγιασμούς.
  12. Τεμάχιον ἀργυροῦν μὲ ἱερὰ λείψανα τοῦ Ἁγίου Τρύφωνος.
  13. Τεμάχιον ἀργυροῦν μὲ δύο τμήματα ἁγίων λειψάνων.
  14. Τρία τεμάχια ἀργυρᾶ μὲ ἱερὰ λείψανα τῶν ἁγίων Εὐσταθίου, Χαραλάμπους καὶ Γεωργίου.
  15. Ὀστοῦν ἀργυροδεμένον τοῦ Ἁγίου Γεδεὼν ἔτους 1825».

 

Ὑπάρχουν ἀσφαλῶς ἀξιοσημείωτες διαφορὲς μεταξὺ τῶν δύο αὐτῶν ἀναφορῶν, τῶν δημοσιευμάτων τοῦ Γιαννόπουλου καὶ τοῦ πρωτοκόλλου παράδοσης καὶ παραλαβῆς. Σύγκριση καὶ ἐξαγωγὴ ἀσφαλῶν συμπερασμάτων γιὰ μία τεκμηριωμένη καὶ ἀντικειμενικὴ καταγραφή, δὲν εἶναι εὔκολο νὰ γίνει. Δὲν γνωρίζουμε ἐὰν οἱ περιγραφὲς τῶν ἀντικειμένων τοῦ πρωτοκόλλου παράδοσης καὶ παραλαβῆς εἶναι ἀκριβεῖς. Δὲν εἶναι ἐπίσης βέβαιο ἐὰν στὰ ἐκθέματα τοῦ Μουσείου, τὴν ἐποχὴ ποὺ τὰ κατέγραφε
ὁ Γιαννόπουλος, συμπεριλαμβάνονταν ὅλα τὰ τιμαλφῆ ἀντικείμενα τῆς Μονῆς.

Οἱ περιγραφὲς τῶν ὑπ’ ἀριθ. 9 -16 παραπάνω ἀντικειμένων ἀφήνουν νὰ ἐννοηθεῖ ὅτι πρέπει νὰ ὑπῆρχαν ἀσφαλῶς κάποιες θῆκες μέσα στὶς ὁποῖες φυλάσσονταν τὰ ἱερὰ αὐτὰ λείψανα. Ὡστόσο διαφαίνεται ὅτι ἐνῶ κατὰ τὸ 1928 παραδόθηκαν πέντε  ἀργυρὲς θῆκες ἱερῶν λειψάνων, οἱ ὑπ’ ἀριθ. 1 – 5 τῆς παραπάνω κατάστασης, κατὰ τὸ  1933 στὸ Μουσεῖο ὑπῆρχαν «τέσσερα» ἀργυρᾶ «κυτία» «ἁγίων λειψάνων».

Ἡ προσωπική μας ἐκτίμηση εἶναι ὅτι κατὰ μεγάλη πιθανότητα ἡ μία ἀργυρᾶ θήκη τῶν ἱερῶν λειψάνων, ποὺ παρουσιάζεται νὰ λείπει ἀπὸ τὸ Μουσεῖο, τὴν ἐποχὴ τῆς καταγραφῆς τῶν περιεχομένων του, πρέπει νὰ βρισκόταν μαζὶ  μὲ τὴν  εἰκόνα τῆς Παναγίας σὲ περιοδεία. Ἦταν συνηθισμένο φαινόμενο οἱ καλόγεροι τοῦ Μοναστηριοῦ τῆς Ξενιᾶς οἱ ὁποῖοι περιόδευαν στὰ χωριά, μαζὶ μἐ τὴν εἰκόνα τῆς Παναγίας, νὰ ἔχουν γιὰ προσκύνηση καὶ κάποια θήκη ἱερῶν λειψάνων. Πολὺ συχνὰ ἐπίσης κάποια «ἱερὰ λείψανα» μεταφέρονταν γιὰ προσκύνηση ἐκ μέρους τῶν πιστῶν στὰ διάφορα χωριὰ τῆς περιοχῆς καὶ παρέμειναν ἐκεῖ μὲ τὴ συνοδεία κάποιου μοναχοῦ ἤ μοναχῶν τῆς Ξενιᾶς ἤ καὶ ἐμπιστεύονταν τὴ φύλαξή τους στοὺς ἱερεῖς τῶν χωριῶν αὐτῶν.

Ὡστόσο ἐὰν καταφύγουμε σὲ παλαιότερα δημοσιεύματα βλέπουμε ὅτι ὑπῆρχαν καὶ λείψανα ἄλλων ἁγίων ἤ, ἴσως, τὰ ἱερὰ λείψανα ἦταν τοποθετημένα σὲ ἄλλες λειψανοθῆκες.

Ἀπὸ τὸ δημοσίευμα τοῦ Νικόλαου Γιαννόπουλου «Περιγραφὴ τῆς Μονῆς Ξενιᾶς», ποὺ δημοσιεύθηκε στὸ «Δελτίον τῆς Ἱστορικῆς καὶ Ἐθνολογικῆς Ἑταιρείας τῆς Ἑλλάδος»[16] στὰ 1896, πληροφορούμαστε ὅτι τὸτε ὑπῆρχαν στὸ Μοναστήρι τρεῖς, τοὐλάχιστον, λειψανοθῆκες ποὺ δὲν ἀναφέρονται παραπάνω.

Ἡ μία ἀργυρᾶ λειψανοθήκη περιεῖχε λείψανα τῶν Ἁγίων Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, μεγαλομάρτυρος Γεωργίου, Στυλιανοῦ τοῦ Παφλαγόνος, Ἁγίας Παρασκευῆς καὶ Ἁγίου Μέμνωνος καὶ εἶχε κατασκευασθεῖ μὲ τὴ «συνδρομὴ» τοῦ μοναχοῦ τῆς Παναγίας Ξενιᾶς Ἀνατόλιο,[17] κατὰ τὸ 1827, ὅπως γινόταν φανερὸ ἀπὸ τὴν χαραγμένη σ’ αὐτὴν ἐπιγραφή:

«+ΤΟ ΠΑΡΟΝ ΕΓΙΝΕ ΔΙΑ CΥΝΔΡΟΜΗς ΤΟV ΠΑΠΑΑΝΑΤΟΛΙΟΥ

ΑΠΟ ΤΟ ΜΟΝΑCΤΗΡΙΟΝ ΤΗC ΠΑΝΑΓΙΑC ΞΕΝΙΑC. 1827.»

Ἡ ἄλλη ἀργυρᾶ λειψανοθήκη περιεῖχε λείψανα τῶν ἁγίων Ἐλευθερίου καὶ Τρύφωνος καὶ εἶχε κατασκευασθεῖ ἀπὸ τὸν «προσκυνητὴ τῆς Παναγίας Ξενιᾶς Χατζῆ Παρθένιο»,[18] κατὰ τὸ 1833, ὅπως γινόταν ἐπίσης φανερὸ ἀπὸ τὴν χαραγμένη σ’ αὐτὴν ἐπιγραφή:

«20 Αὐγούστου 1833

Χ(ατζῆ) + Χριστόν τε καὶ τὸν Κύριον τῆς δόξης ἡ τεκοῦσα.

Π           – Παντάνασσα, Πανάχραντε, Κυρία Θεοτόκε,

Α           – Ἀποστόλων μὲν καύχημα, ἐμοῦ δὲ προστασία,

Ρ           – Ῥῦσαι ἐν ὥρᾳ κρίσεως πυρός τε καὶ γεέννης

Θ           – Θήκην τα δέξαι άργυρᾶν παρὰ τοῦ Σοῦ ἱκέτου

Ε            – Ἐλευθεροῦσα δὲ αὐτὸν πάσης τῆς ἐπηρείας.

Ν            – Ναῷ προσφερομένην Σου πρὸς καύχημα καὶ δόξαν

Ι             – Ἱκέτου Σου τοῦ ταπεινοῦ, δι’οὗ καὶ ἡ δαπάνη

Ο           – Οὗ τινος καὶ τὸ ὄνομα ἐν τῇ ἀκροστοιχίδι

Σ            – Σῷζε οὖν πανάμωμε τοὺς εὐπρέπειαν ποθοῦντας.

Διὰ χειρὸς Ἰωάννου τοῦ ἐκ Μακρυνίτζης  ἐχαράχθη

29 Αὐγούστου  1833».

Ἡ τρίτη ἀργυρᾶ λειψανοθήκη περιεῖχε λείψανα τῶν ἁγίων «Μοδέστου τῶν Ἱεροσολύμων, Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου,  Χαραλάμπους, Εὐσταθίου, Παρασκευῆς καὶ τοῦ πρωτομάρτυρος καὶ ἀρχιδιακόνου Στεφάνου» καὶ εἶχε κατασκευασθεῖ ἀπὸ τοὺς μοναχοὺς τῆς Μονῆς Ξενιᾶς Καλλίνικο καὶ Ἀχίλλειο, κατὰ τὸ 1877, ὅπως βεβαιωνόταν ἀπὸ τὴν χαραγμένη σ’ αὐτὴν ἐπιγραφή:

«Δαπάνῃ Καλλινίκου καὶ Ἀχιλλείου, ἱερομονάχων.

Τῆς ξυνορίδος ταύτης συνδρομὴ τοῦδε τοῦ κιβωτίου

Πολύφοροι καὶ εὔκαρποι βλαστοὶ τῆς Ἐκκλησίας,

Ἄνθη εὐωδιάζοντα τῆς Ξενιᾶς Μονῆς τῆς Παναγίας.

Δέξαι, ὦ χαριτόβρυτε, ὡς τὰ λεπτὰ τῆς χήρας

Δῶρον τῶν σῶν βλαστῶν μὲ ἱκέτιδας χεῖρας.

Ἐνίσχυσον εἰσέτι δὲ καθῆκον νὰ τηρῶσιν,

εἰς θέατρον τὸ πάνδημον παράκλησιν εὑρῶσιν.

Τῆς εὐφημίας ποιητὴς

Γιάννης ζωγράφος ὁ Βλαχλῆς.

Χεὶρ Δημητρίου Ἰω. Χρυσοχόου ἐκ Μακρυνίτσης

Ἐχαράχθη 1877 Σεπτεμβρίου 28».

 

Ἀπὸ τὰ παραπάνω ἐξάγεται τὸ συμπέρασμα ὅτι στὸ Μοναστήρι τῆς Παναγίας Ξενιᾶς ὑπῆρχαν ἱερὰ λείψανα εἴκοσι (20) τοὐλάχιστον ἁγίων: Ἀνδρέου, Γεδεών, Γεωργίου, Γρηγορίου, Ἐλευθερίου, Εὐσταθίου, Ζηνοβίας, Ζηνοβίου, Ἰωάννου Χρυσοστόμου, Κλήμεντος Ἀγκύρας, Μέμνωνος, Μοδέστου, Παντελεήμονος, Παρασκευῆς, Πλάτωνος, Πολυκάρπου, Στεφάνου, Στυλιανοῦ, Τρύφωνος, Χαραλάμπους.

 

 

ΙΙ. Πολύτιμα ἱερὰ σκεύη καὶ ἄλλα ἀντικείμενα

 

Ὅπως γιὰ τὰ ἅγια λείψανα ἔτσι καὶ μὲ τὰ πολύτιμα ἱερὰ σκεύη καὶ ἄλλα πολύτιμα ἀντεικείμενα τοῦ Μοναστηριοῦ τῆς Παναγίας Ξενιᾶς δὲν ἔχομε ὑπ’ ὄψη μας νὰ ὑπάρχει δημοσιευμένη ἐπίσημη καὶ ὑπεύθυνη καταγραφή. Ἐξ ἄλλου μία τέτοια καταγραφὴ θὰ ἔπρεπε κάθε τόσο νὰ ἀνανεωνόταν καὶ νὰ συμπληρωνόταν. Θὰ προσπαθήσουμε, ὡστόσο, νὰ καταγράψουμε κάποια δείγματα τῶν πολυτίμων ἱερῶν σκευῶν καὶ ἄλλων ἀντικειμένων ποὺ κατὰ καιροὺς ἀποθησαυρίστηκαν στὸ Μοναστήρι τῆς Ξενιᾶς.

Θὰ στηριχθοῦμε ἀρχικὰ καὶ πάλι στὸ πρωτόκολλο παράδοσης καὶ παραλαβῆς τῆς 24ης Σεπτεμβρίου 1928 καὶ στὰ δύο δημοσιεύματα τοῦ Νικόλαου Γιαννόπουλου.

Σύμφωνα μὲ τὸ  πρωτόκολλο αὐτὸ στὰ 1928 ὑπῆρχαν καὶ παραδόθηκαν τὰ παρακάτω πολύτιμα ἱερά σκεύη καὶ ἀντικείμενα:

«1. Δύο ἐπαργυρωμένα εὐαγγέλια.

  1. Δύο ἅγια ποτήρια ἀργυρᾶ.

3.Ἅγιον ποτήριον ἀργυροῦν ἐπιχρυσωμένον.

  1. Δίσκος ἀργυροῦς.
  2. Δίσκος ἀργυροῦς ἄνευ βάσεως.
  3. Ἀστὴρ ἀργυροῦς  μετὰ τεσσάρων ἀγγέλων.
  4. Ἀστερίσκος ἀργυροῦς.
  5. Ἀργυρᾶ λαβίς.
  6. Ἀργυρᾶ λαβίς.
  7. Θυμιατήριον κατσὶ ἀργυροῦν.
  8. Τρία ἀργυρᾶ θυμιατήρια.
  9. Σταυρὸς ἀργυροῦς ἄνευ βάσεως μὲ τεμάχιον τιμίου ξύλου μετὰ ἕξ λίθων (μελιτζάνια).
  10. Σταυρὸς μικρὸς ἀργυροῦς ἐντὸς ἀργυρᾶς θήκης, εἶδος ἐγκολπίου, ἐν ᾧ σταυρῷ εἶναι τοποθετημένα δύο τεμάχια τιμίου ξύλου.
  11. Σταυρὸς ἀργυροῦς μικρὸς μετὰ ἑπτὰ λίθων (μελιτζάνια).
  12. Σταυρὸς ἀργυροῦς.
  13. Στέφανος ἀργυροῦς.
  14. Ἑπτὰ σταυροὶ ἀργυροῖ μετὰ βάσεων δεμένοι μὲ διαφόρους λίθους (μελιτζάνια)  έκ σμάλτου.
  15. Δύο σταυροὶ μεγάλοι ἀργυροδεμένοι μὲ διαφόρους λίθους ἐκ σμάλτου.
  16. Δύο ἀρτοφόρια ἀργυρᾶ.
  17. Θήκη ἀργυρᾶ μὲ πέντε κρίκους.
  18. Κανδήλα ἀργυρᾶ.
  19. Κανδήλα ἀργυρᾶ μικρὰ καὶ δύο ἕτεραι  ὅμοιαι μικραί.
  20. Τρία κανδήλια ἀργυρᾶ.
  21. Τριάκοντα ἀργυρᾶ κανδήλια μικρὰ καὶ μεγάλα.
  22. Φωτιστῆρα ἀργυρᾶ ἁγιασμοῦ.
  23. Δύο θηληκωτάρια ἀργυρᾶ.
  24. Ζέον ἀργυροῦν.
  25. Δοχεῖον ἀργυροῦν  ἁγιασμοῦ.
  26. Φανὸς ἀργυροῦς.
  27. Ἀργυροῦν δοχεῖον ραντισμοῦ.
  28. Εἰκὼν τῆς Θεομήτορος Ξενιᾶς, ἀργυρᾶ καὶ ἐπιχρυσωμένη μετὰ τεσσάρων τιμαλφῶν κοσμημάτων, ἀδαμάντων καὶ δύο κοσμημάτων ἐπὶ τοῦ Χριστοῦ.[19]
  29. Εἰκὼν τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου ἐπαργυρωμένη.[20]
  30. Εἰκόνα Παναγίας καὶ Ἰησοῦ μετὰ στεφάνου ἀργυροῦ, καλουμένη Ἐλεοῦσα.[21]
  31. Δεσποτικὸς θρόνος ἐπιχρυσωμένος.
  32. Τρεῖς θρόνοι ἁγίων, τῆς Θεοτόκου, ἁγίου Νικολάου καὶ τῆς Κοιμήσεως.
  33. Μανδύας καὶ πατερίτσα ἡγουμένου κεντητὰ μὲ φίλντισι.
  34. Ἀρχιερατικὸς μανδύας τοῦ Μητροπολίτου Δημητριάδος κ. Γερμανοῦ».

 

Αὐτὰ τὰ πολύτιμα ἀντικείμενα περιλαμβάνονταν στὸ πρωτόκολλο παράδοσης καὶ παραλαβῆς κατὰ τὸ 1928.

Πέντε χρόνια ἀργότερα, τὸ 1933, στὸ Μουσεῖο τοῦ Μοναστηριοῦ, σύμφωνα μὲ τὰ δημοσιεύματα τοῦ Γιαννόπουλου, ὑπῆρχαν:

«1. Τρία Εὐαγγέλια ἀργυρεπένδυτα, ἐκ τῶν ὁποίων τὸ ἕν ἔχει ἀμφοτέρας τὰς πλευρὰς κεκαλυμμένας δι’ ἀργυρῶν πλακῶν ἐπιχρύσων μετὰ πολυτίμων λίθων. Ἡ ἔμπροσθεν δὲ πλευρὰ φέρει πολυαρίθμους μικροτεχνίας ἐκ τοῦ βίου καὶ τοῦ  πάθους τοῦ Χριστοῦ, τοὺς Ἀποστόλους, τοὺς Προφήτας κ.τ.λ. μετὰ θαυμαστῆς καλλιτεχνίας.

  1. Δέκα ἑπτὰ σταυροὶ ἀργυροῖ ἐπίχρυσοι κεκοσμημένοι διὰ πολυτίμων λίθων λαμπρᾶς τορνευτικῆς τέχνης, διαφόρων μεγεθῶν. Οἱ πλεῖστοι δὲ τῶν σταυρῶν τούτων περικλείουν ξυλίνους Σταυροὺς μετὰ θαυμασίων ξυλογραφιῶν μικροτεχνικῶν εἰκόνων ἐκ τοῦ βίου καὶ τοῦ πάθους τοῦ Χριστοῦ. Ἐξ αὐτῶν ἕνας Σταυρὸς εἶναι πολὺ μεγάλος φθάνων τὰ 0,50 μ. μετὰ τῆς  βάσεως, φέρων καὶ δύο πτερύγια ἐκφυόμενα ἐκ τῆς βάσεως καὶ συναπτόμενα μὲ τὰ ἄκρα τῶν πλατυτέρων κεραιῶν. Φέρει ἔσωθεν ξύλινον Σταυρὸν μετὰ θαυμασίων ξυλογλύπτων μικρογραφιῶν ἐκ τοῦ βίου καὶ τοῦ βίου καὶ τοῦ πάθους τοῦ Χριστοῦ, αἱ δὲ πτέρυγες φέρουν ἐν προτομῇ τοὺς 12 προφήτας καὶ 12  Ἀποστόλους. Ἡ ἀργυρεπίχρυσος ἐπένδυσις τοῦ ξυλίνου τούτου Σταυροῦ ἐγένετο τῷ 1686, ὁ δὲ ξύλινος Σταυρὸς εἶναι βυζαντινῆς τέχνης. Δύο Σταυροὶ φέρουν τεμάχια Τιμίου Ξύλου.
  2. Σταυρὸς ἀργυροῦς καὶ ἐπίχρυσος, κεκοσμημένος μὲ σμάλτον, φέρων ἐπὶ τῆς κεφαλῆς ἕν ἐρυθρὸν μελιτζάνι καὶ δώδεκα μικρότερα ἐπὶ τῶν πλευρῶν.
  3. Διάφορα ἐγκόλπια ἀργυρᾶ ἐπίχρυσα μετὰ πολυτίμων λίθων, ἀρχιερατικὰ καὶ ἡγουμενικά. Ἕν ἐκ τῶν ἐγκολπίων (τεσσάρων) φέρει Τίμιον Ξύλον.
  4. Ἐγκόλπιον ἀργυροῦν τοῦ Ἁγίου Γεωργίου μετὰ πέντε μικρῶν κοσμημάτων προσηρτημένων αὐτῷ.
  5. Ἐγκόλπιον ἀργυροῦν ἐκ σμάλτου φέρον εἰκόνα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.
  6. Ἐγκόλπιον ξύλινον ἐντὸς ἀργυρᾶς καὶ ἐπιχρυσωμένης θήκης, εἰκονίζον ἐννέα δεσποτικὰς ἑορτάς.
  7. Ἕνα πιάτον ἐζωγραφημένον διὰ τῆς χειρὸς παλαιὸν Ῥοδιακῆς τέχνης.
  8. Τέσσερα πλακίδια ἐζωγραφημένα, πολύχρωμα, Ῥοδιακῆς τέχνης.
  9. Ἕνας λύχνος χαλκοῦς ἑξάμιλος (μὲ ἕξ θέσεις διὰ φυτίλια), καὶ ἑπομένως ἑξάφωτος ἐν εἴδει ἀστέρος, παλαιός.
  10. Τεμάχιον ἀργυροῦν, εἴδους ἐγκολπίου μετὰ λίθων μεγάλων ἐρυθρῶν.
  11. Τρεῖς μεγάλοι καὶ δύο μικροὶ λίθοι ἀπὸ δαχτυλίδια.
  12. Ἐπιτραχήλιον χρυσοκέντητον φέρον εἰκόνας ὀκτὼ διαφόρων ἁγίων, τῆς Θεοτόκου καὶ τοῦ Προδρόμου, ἔτους 1814.
  13. Ἑπτὰ ἐπιτραχήλια μεταξωτὰ χρυσοΰφαντα ἐκ τῶν ὁποίων τρία φέρουν κεντητὰς εἰκόνας ἁγίων, πολύτιμα.
  14. Ἕνας Ἀέρας, ἤτοι κάλυμμα δισκοποτήρου, ἐπίχρυσον.
  15. Δύο ζώναι ἐκ τῶν ὁποίων ἡ μία χρυσοκέντητος.
  16. Ἐπιτάφιος μέγας κεντητὸς ἔγχρωμος, πολὺ παλαιὸς φέρων ἐπιγραφὴν χρυσοῖς γράμμασι.
  17. Ἐπιτάφιος μικρότερος κεντητὸς φέρων χρονολογίαν τοῦ 1656
  18. Τρία ἀντιμήνσια παλαιά.
  19. Χρυσοῦν πεντόλιρον αὐστριακὸν μὲ ἀλυσίδα.
  20. Χρυσοῦν δακτυλίδιον μὲ δεκατρεῖς χάντρας.
  21. Νόμισμα χρυσοῦν πεντόλιρον αὐστριακόν.
  22. Πέντε χρυσᾶ πεντατζένια.
  23. Ὀκτὼ μεγάλα χρυσᾶ φλωριὰ.
  24. Τέσσερα φλωριὰ χρυσᾶ.
  25. Ἐπίμηκες χρυσοῦν φλωρίον, ἐν ᾧ εἰκονίζεται Ἀνάστασις καὶ Βάπτισις Κυρίου.

27) Τρία σιγγίλια μεμβράνινα πατριαρχικὰ μετὰ μολυβδίνων κρεμαστῶν σφραγίδων καὶ ἕν ἐπὶ χάρτου διαφόρων Πατριαρχῶν, Γαβριὴλ (1702), Σωφρονίου (1770) καὶ Γρηγορίου τοῦ Ε΄ (1790).

28) Ἐν ἰδιαιτέρᾳ ἀργυρᾷ ἐπιμήκῃ θήκῃ φυλάσσονται δύο τεμάχια τῆς Ἁγίας Ζώνης τῆς Παναγίας, φυλασομένης, ὡς γνωστόν, εἰς τὴν Μονὴν Βατοπεδίου.

Τὰ τεμάχια ταῦτα ἐδώρησεν ἡ Μονὴ Βατοπεδίου εἰς τὴν Μονὴν Ξενιᾶς κατὰ τὴν ἐπὶ τοῦ κυτίου ἐγχάρακτον ἐπιγραφήν : «Ἡ ἔν Ἄθῳ Ἱερὰ Βασιλικὴ Πατριαρχικὴ Μονὴ Βατοπεδίου τῇ ἐν Ὄθρυϊ Ἱερᾷ  Βασιλικῇ Πατριαρχικῇ Μονῇ Ξενιᾶς φυλακτήριον ἐσαεὶ Τιμίαν Ζώνην τῆς Θεοτόκου παρατίθεται. ΑΦΚΒ (=1522)».

Τὰ παραπάνω μᾶς δίνουν μία εἰκόνα, ἔστω λἰγο συγκεχυμένη, γιὰ τὸ θέμα τῶν πολύτιμων ἱερῶν σκευῶν καὶ ἀντικειμένων τοῦ Μοναστηριοῦ τῆς Παναγίας Ξενιᾶς γύρω στὰ 1930.

Ὡστόσο, ἑκατὸ χρόνια περίπου πρίν, κατὰ τὸν ἀπελευθερωτικὸ ἀγῶνα τοῦ Ἔθνους μας τοῦ 1821, ἡ εἰκόνα γιὰ τὸ ἴδιο θέμα πρέπει νὰ ἦταν διαφορετική.

Ὁ  Νικόλαος Γιαννόπουλος μᾶς βεβαιώνει ὅτι: «…ὅτε ἐξερράγη ἡ Ἑλληνικὴ Ἐπανάστασις, οἱ πατέρες ἀνεχώρησαν ἐξ αὐτῆς, ἀφοῦ πρῶτον ἀπέκρυψαν ὅσα πολύτιμα ἐκέκτητο αὕτη χρυσᾶ καὶ ἀργυρᾶ σκεύη καὶ τὴν εἰκόνα τῆς Θεοτόκου, θέμενοι αὐτὴν ἐν κουβουκλίῳ. Ταυτοχρόνως διὰ προδοσίας χριστιανοῦ τινος τῆς ὑπογείου κρύπτης τῆς Μονῆς εἰς τοὺς Τουρκαλβανοὺς Γκέγκηδες ἀφῃρέθησαν καὶ διηρπάγησαν ὑπ’ αὐτῶν πάντα τὰ ἱερὰ σκεύη και κειμήλια πλὴν τῆς εἰκόνος τῆς Θεοτόκου. Μαθὼν δὲ ὁ πασσᾶς Λαρίσης τὰ διατρέξαντα περιέσωσε μόνον παρὰ τῶν ἁρπάγων τούτων τὰ ἱερὰ λείψανα, ἅτινα μετέπειτα μεταβάντες εἰς Λάρισαν τρεῖς τῶν πατέρων τῆς Μονῆς, Ἰγνάτιος, ἡγούμενος, Δωρόθεος, σκευοφύλαξ καὶ  Χατζῆ Παρθένιος Δικαῖος, παρέλαβον αὐτὰ μετὰ 18 ὁλοχρύσων ἱερατικῶν στολῶν, πληρώσαντες ὡς ῥέσιμον (ἐξαγορὰν)  8.000 γροσίων».

[1] Ὁ ἱερέας Κωνσταντῖνος Καλτσέτας ἦταν πατέρας τοῦ δικαστικοῦ κλητῆρα καὶ ἐκδότη τῆς «Ἀχιλλιῆδος» Εὐσταθίου Καλτσέτα.

[2] Ἰδὲ Ἰω. Σακελλίωνος Πατμιακὴ. Βιβλιοθήκη, κώδ. Ρ + Δ΄, σ. 111 , ὅπου βρίσκεται ἀτελής. (Ἡ σημείωση τοῦ Γιαννόπουλου).

[3] Βρίσκεται καὶ στὸν ὑπ’ ἀριθ. ΡΠΖ΄ κώδικα τῆς  Πατμιακῆς Βιβλιοθήκης τοῦ Ι. Σακελλίωνος, Ἀθῆναι 1890, σ.  128,  ζ΄. (Σημείωση –παραπομπὴ Γιαννόπουλου).

[4] Ἔνθ’ ἀνωτέρω, κώδ. Ρ+Θ΄, σ. 109 – 111. (Σημείωση Νικόλαου Γιαννόπουλου).

[5] Ὁ κώδικας δεν μπορεῖ νὰ εἶναι τοῦ 15ου αἰῶνα, ὅπως γράφει ὁ Γιαννόπουλος, ἀλλὰ τοῦ 16ου ἀφοῦ ὁ γραφέας του, Κωνσταντῖνος Ρεσινός ὁ Κορίνθιος, ἔζησε κατὰ τὸν 16ο αἰῶνα.

[6] Βλ.  στὸ κεφάλαιο «Ἱστορία τοῦ Μοναστηριοῦ μέσα ἀπὸ ἐνθυμήσεις».

[7] Γιὰ τὸν κωδικογράφο Κωνσταντῖνο Ρεσινό, τὸν Κορίνθιο, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὸν συγκεκριμένα κωδικα ΚΕ΄ τῆς Φιλαρχαίου Ἑταιρείας Ἁλμυροῦ καὶ τὴν ἰδιαίτερη σημασία του, ὑπάρχουν πολλὲς πληροφορίες στὴν ἐργασία του παλαιογράφου Αγαμέμνονα Τσελίκα : «Νέα στοιχεῖα καὶ ἀπόψεις περὶ Κωνσταντίνου Ρεσινοῦ τοῦ Κορινθίου», ἡ ὁποία δημοσιεύθηκε στὰ  «Πρακτικὰ τοῦ 2ου Τοπικοῦ Συνεδρίου Κορινθιακῶν Ἐρευνῶν» (25 -27 Μαΐου 1984), Ἀθῆναι 1986, σελ. 273 – 286.

[8] Ὁ  Παπᾶ – Πολύζος καταγόταν, σύμφωνα μὲ τὸν ὁ Ζωσιμᾶ Ἐσφιγμενίτη, ἀπὸ τὰ Τρίκκαλα, ἀλλὰ ἀποκαταστάθηκε οἰκογενειακῶς καὶ ἀπεβίωσε στὴ Μακρυνίτσα. Ἄφησε γιοὺς καὶ  θυγατέρες, τῶν ὁποίων πολλὰ ἐγγόνια ζοῦν μέχρι σήμερα. Ὁ Κων. Σάθας τὸν ἀναφέρει στὴ σελίδα 617 τῆς Ἑλληνικῆς Φιλολογίας λέγοντας : «Πολύζος, ἱεροδιδάσκαλος ἐποίησε ποιήματα εἰς τὰ τοῦ Στεφάνου Δημητριάδου (ἐκ Σκοπέλου) ἀπανθίσματα». Αὐτὰ ἐκδόθηκαν στὴ Βιέννη τὸ  1797. Ὁ Πολύζος ἦταν ἱερέας  καὶ οἰκονόμος Τρίκκης, ὅπως δηλώνεται στὸν κατάλογο τῶν συνδρομητῶν τοῦ  Ἑορτοδρομίου τοῦ ἁγιορείτου μοναχοῦ Νικοδήμου, ποὺ ἐκδόθηκε στὴ Βενετία τὸ 1836.

[9] Ἡ πληροφορία αὐτή, ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὸν Γιαννόπουλο, εἶναι λανθασμένη, ὅπως βεβαιώνεται παρακάτω ἀπὸ ἐνημέρωση τοῦ Κωνσταντίνου Καραγκούνη, στὸ παραπάνω δημοσίευμά του ποὺ ἀρίθμησε καὶ βρῆκε 408 φύλλα.

[10] Οἱ διαστάσεις αὐτές, δημοσιευμένες ἀπὸ τὸν Γιαννόπουλο, ἐλέγχονται ὡς ἀνακριβεῖς ἀπὸ τὸν Κωνσταντῖνο Καραγκούνη, ὁ ὁποῖος τὶς μέτρησε καὶ τὶς βρῆκε 0,35 Χ 0,185 μ.

[11] Γιὰ τὶς «ἐνθυμήσεις» βλέπε στὸ σχετικὸ κεφάλαιο.

[12] Βλ. ἀμέσως πιὸ κάτω τὸν ἀκριβὴ ἀριθμὸ τῶν φύλλων καὶ τὶς πραγματικὲς διαστάσεις τοῦ κώδικα.

[13] α) Ἐφημερίδα «Νέος Κόσμος», 4-10/10/1933. β) «Ἠχὼ» (ἑβδομαδιαία ἐφημερίδα τοῦ Ἁλμυροῦ), 18/10/1933 .

[14] Λεπτομέρειες γιὰ τὸ  πρωτόκολλο αὐτὸ στὸ «Δελτίο τῆς Φιλαρχαίου Ἑταιρείας Ἁλμυροῦ «Ὄθρυς»», περίοδος Β΄, τεῦχος 14, Ἁλμυρὸς 2010, σελ. 11 – 36, Βίκτωρ Κων. Κοντονάτσιος, «Ἕνα Πρωτόκολλο παράδοσης καὶ παραλαβῆς τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Παναγίας Ξενιᾶς. 24 Σεπτεμβρίου 1928».

[15] Δὲν γνωρίζω τὶ σημαίνει ἡ λέξη «μελαύκα».

[16] Τόμος Δ΄, σελ. 720 -721.

[17] Γιὰ τὸν μοναχὸ Ἀνατόλιο ἀναφέρουμε καὶ σὲ ἄλλες σελίδες τούτης τῆς ἐργασίας μας.

[18] Ὁ Χατζῆ – Παρθένιος ἀναφέρεται καὶ σὲ ἄλλα σημεῖα τῆς ἐργασίας μας αὐτῆς.

[19] Πρόκειται γιὰ τὴ θαυματουργὴ εἰκόνα εἰκόνα τῆς Παναγίας Ξενιᾶς.

[20] Πρόκειται γιὰ τὴν ἐφέστια εἰκόνα τοῦ ἀρχικοῦ Μοναστηριοῦ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, ποὺ ἐπονομαζόταν καὶ «Μοναστήρι Παναγίας Κισσιώτισσας». Εἶναι ἡ εἰκόνα τῆς «Παναγίας Κισσιώτισσας».

[21] Ἡ «Παναγία Ἐλεοῦσα» ἦταν μιὰ πολὺ παλαιὰ εἰκόνα. Οἱ μοναχοὶ τοῦ Μοναστηριοῦ τῆς Παναγίας Ξενιᾶς καὶ ὅσοι κάτοικοι τῆς γύρω περιοχῆς γνώριζαν τὴν ἱστορία της, τὴν περιέβαλαν πάντοτε μὲ πολὺ σεβασμὸ. Ἦταν ἡ ἱερὴ εἰκόνα, σύμφωνα μὲ τοὺς θρύλους καὶ τὶς παραδόσεις ποὺ ἀκούγονταν στὴν περιοχή, ποὺ κάποτε ἀνῆκε στὸ χωριὸ ποὺ ὑπῆρχε στοὺς βορειοανατολικοὺς πρόποδες τοῦ σημερινοῦ λόφου «Καστράκι» ὅπου εἶναι χτισμένη ἡ νέα Γυναικεία Μονὴ (Κάτω) Ξενιᾶς. Τὸ χωριὸ αὐτὸ ἐγκαταλείφθηκε ἀπὸ τοὺς κατοίκους του, ἐξ αἰτίας τῶν πολλῶν καὶ ἀλλεπάλληλων ἐπιδημικῶν ἀσθενειῶν ποὺ τοὺς ἀποδεκάτιζαν,  γιὰ νὰ ἐγκατασταθοῦν στὴ θέση ποὺ εἶναι χτισμένη ἡ σημερινὴ Βρύναινα. Γιὰ τὴν καινούργια αὐτὴ θέση τοῦ χωριοῦ τους πίστευαν ὅτι δὲν θὰ τοὺς εὕρισκαν ποτὲ οἱ θανατηφόρες αὐτὲς ἀρρώστιες. Αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος ποὺ ἔκανε τὸν Βρυνιώτη «ἐνθυμησιογράφο» νὰ σημειώσει τὴν ἐνθύμηση ποὺ εἴδαμε σὲ ἄλλες σελίδες τῆς ἐργασίας μας αὐτῆς: «1742. ἔγειναν πολλοὶ λοιμοὶ ἐδῶ καὶ εἰς τοὺς τόπους τούτους καὶ ξεχωριστὰ εἰς τὸν Ἁλμυρόν, εἰς τὸν Πλάτανον, εἰς τοὺς Κουκουτοὺς καὶ εἰς τὴν Βρύνινναν, ὅπου ποτὲ εἰς τὴν Βρύνινναν δὲν ἔγεινε τέτοιο πρᾶμμα».  Τὴν «Παναγία Ἐλεοῦσα» οἱ κάτοικοι τῆς παλιᾶς αὐτῆς Βρύναινας, στοὺς πρόποδες τοῦ λόφου «Καστράκι», τὴν ἄφησαν στὴν ἐκκλησία τοῦ ἐγκαταλειμμένου χωριοῦ τους, τὸ «Παλιοχώρι», ἀπὸ τὴν ὁποία ὅταν γκρεμίστηκε τὴν κουβάλησαν στὸ μοναστήρι τους οἱ καλόγεροι τῆς Ξενιᾶς. Ὁ Εὐστάθιος Καλτσέτας εἶχε ἐντοπίσει ἐμφανῆ ἀρχαιολογικὰ κατάλοιπα τῆς παλαιοχριστιανικῆς αὐτῆς πόλης καὶ ἔγραφε σ’ ἕνα ἄρθρο του: «Ἀρκτικῶς τοῦ λόφου (Καστράκι) ἀντελήφθην τείχη μεταχριστιανικοῦ χωρίου δεόμενα ἀρχαιολογικῆς, οὔ μόνον ἱστορικῆς μελέτης παρὰ τῶν εἰδικῶν»