ΤΑ ΔΥΟ ΖΕΡΕΛΙΑ, «ΟΙ ΟΦΘΑΛΜΟΙ ΤΟΥ ΔΙΟΣ»

Τὰ δύο Ζερέλια, οἱ «Ὀφθαλμοὶ  τοῦ Διὸς»

Ὅπως εἶναι βεβαιωμένο,  ἀπὸ τὶς  τοπικὲς ἀρχαιολογικὲς ἔρευνες καὶ ἀνασκαφές, ὁ νεολιθικὸς οἰκισμὸς ὁ ὁποῖος  ἱδρύθηκε καὶ ἀναπτύχθηκε στὸ «Καραντζάνταλι»  ἦταν λίγο ἀρχαιότερος  ἀπὸ τὸν νεολιθικὸ  οἰκισμὸ «Μαγοῦλα Ζερέλια», ὁ ὁποῖος βρισκόταν λίγο πιὸ πέρα  ἀπὸ αὐτόν, περίπου  ἕνα χιλιόμετρο.
Ὁ νεολιθικὸς οἰκισμὸς «Καραντζάνταλι» δημιουργήθηκε κατὰ τὴν Ἀρχαιότερη Νεολιθικὴ Ἐποχὴ, κάπου μεταξὺ τοῦ 6.700/6.500 καὶ τοῦ 5.800/5.600 π.Χ., ἐνῶ ὁ οἰκισμὸς Μαγοῦλα Ζερέλια πρέπει νὰ ἱδρύθηκε κάπου μεταξὺ τοῦ τέλους τῆς Ἀρχαιότερης καὶ τῆς ἀρχῆς τῆς  Μέσης Νεολιθικῆς Ἐποχῆς, κάπου μεταξὺ τοῦ 5.800/5.600 καὶ τοῦ 5.400/5.300 π.Χ., ἄν καὶ κάποιες τελευταῖες ἀρχαιολογικὲς ἔρευνες οἱ ὁποῖες πραγματοποιήθηκαν στὴ Μαγοῦλα Ζερέλια  ἀπὸ τὸ Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας ὁδηγοῦν σὲ ἀρχαιότερες ἀκόμα ἐποχές. Τὰ ἀρχαιολογικὰ εὑρήματα τῶν δύο αὐτῶν γειτονικῶν νεολιθικῶν οἰκισμῶν ὑποδεικνύουν ὅτι ὑπῆρξε  μία ἐποχὴ κατὰ τὴν ὁποία οἱ δύο αὐτοὶ νεολιθικοὶ οἰκισμοὶ  συνυπῆρχαν.
Λεπτομερέστερες μελέτες καὶ ἐξετάσεις τῶν σχετικῶν ἀρχαιολογικῶν εὑρημάτων τῶν δύο γειτονικῶν αὐτῶν νεολιθικῶν οἰκισμῶν, τοῦ Καραντζάνταλι καὶ τῶν Ζερελίων ὁδηγοῦν μὲ ἀρκετὰ μεγάλη βεβαιότητα, στὴν ἄποψη ὅτι ὁ νεολιθικὸς οἰκισμὸς >Μαγοῦλα Ζερέλια ἦταν ἕνας οἰκισμὸς ὁ ὁποῖος διαδέχτηκε χρονικῶς, ὅσο αὐτὸ διαφαίνεται τοὐλάχιστον στὴν μεγάλη ἀκμή του, τὸν νεολιθικὸ οἰκισμὸ Καραντζάνταλι καὶ μάλιστα ὅτι ὑπῆρξε μία χρονικὴ περίοδος, μεταξὺ τοῦ τέλους τῆς Ἀρχαιότερης Νεολιθικῆς καὶ τῆς ἀρχῆς τῆς Μέσης Νεολιθικῆς Ἐποχῆς, κατὰ τὴν ὁποία συνυπῆρξαν οἱ δύο αὐτοὶ  γειτονικοὶ  νεολιθικοὶ  οἰκισμοί.
Ὑπῆρξε μία χρονικὴ περίοδος κατὰ τὴν ὁποία ὁ ἀρχαιότερος οἰκισμός, τὸ Καραντζάνταλι, πρέπει νὰ βρισκόταν σὲ πορεία παρακμῆς καὶ νὰ  ἐγκαταλειπόταν καὶ τὴν ἴδια χρονικὴ περίοδο ἱδρυόταν καὶ ἀναπτυσσόταν ὁ νεότερος, «trong>Μαγοῦλα Ζερέλια».
Ὅποια  κι ἄν εἶναι ἡ  λεπτομερέστερη καὶ ἀκριβέστερη πραγματικότητα  στὸ θέμα αὐτὸ  γεγονὸς βεβαιωμένο καὶ πραγματικὸ  εἶναι ὅτι ὁ νεολιθικὸς οἰκισμὸς  «Ζερέλια»  συνέχισε νὰ ὑπάρχει  καὶ νὰ ἀκμάζει καὶ  μετὰ τὴν ἐγκατάλειψη τοῦ νεολιθικοῦ οἰκισμοῦ «Καραντζάνταλι».
Ὡστόσο τόσο ἡ ἵδρυση ὅσο καὶ ἡ ὕπαρξη καὶ ἡ δραστηριοποίηση ἐπὶ ἀρκετὲς ἑκατονταετίες τοῦ νεολιθικοῦ οἰκισμοῦ τοῦ «Καραντζάνταλι<  σὲ μία ἀπόσταση μόλις ἑνὸς περίπου χιλιομέτρου  ἀπὸ τὶς  τόσο πρόσφορες γιὰ τὴν εὔκολη ἄντληση τοῦ ἀπαραίτητου γιὰ τὴν ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου νεροῦ καὶ τόσο ἑλκυστικὲς γιὰ τὴν ἀνθρώπινη παραμονὴ καὶ κατοίκηση, λίμνες τῶν Ζερελίων, δημιουργεῖ    εὔλογα ἐρωτήματα καὶ ἀπορίες.
Γιατὶ ἄραγε οἱ ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι ἀρχικὰ ἵδρυσαν, ἐγκαταστάθηκαν καὶ δραστηριοποιήθηκαν ἐπὶ τόσα χρόνια στὸν οἰκισμὸ τοῦ Καραντζάνταλι< κατὰ τὴν Ἀρχαιότερη Νεολιθικὴ Ἐποχή, δὲν ἔχτισαν τὸν οἰκισμὸ τους  καὶ δὲν ἐγκαταστάθηκαν μόλις ἕνα χιλιόμετρο πιὸ πέρα  ὥστε   νὰ εἶναι δίπλα στὶς  τόσο ἀπαραίτητες γιὰ τὴν ἐπιβίωσὴ τους ἀλλὰ καὶ τόσο βολικὲς καὶ καλόβουλες λίμνες τῶν Ζερελίων, ὅπου μποροῦσαν νὰ ἔχουν πολὺ κοντά τους καὶ πολὺ εὔκολα ἄφθονο νερό;  Εὐλόγως, νομίζω,   δημιουργεῖται τὸ ἐρώτημα αὐτὸ  καὶ εἶναι μία δικαιολογημένη καὶ δυσκολοαπάντητη  ἀπορία. Κοντὰ στὶς  δύο λίμνες δὲν διέτρεχαν κάποιον κίνδυνο  ἀπὸ ξαφνικὴ πλημμύρα, ὅπως κινδύνευαν οἱ νεολιθικοὶ  «Καμαριῶτες» καὶ οἱ «Πουρναρολακιῶτες» στὸν κάμπο τῆς Σούρπης  ἀπὸ τὸν συχνὸ  θυμὸ τοῦ Σαλαμπριᾶ. Δίπλα στὶς  λίμνες τῶν Ζερελίων, ἀντὶ γιὰ τὸν θυμωμένο καὶ συχνὰ ὀργισμένο καὶ ἀπρόβλεπτο «Τιτάνα» «Σαλαμπριά», ἤ ὁποιοδήποτε ἄλλο ποτάμι, ὑπῆρχαν δύο καλόγνωμες, πάντα γελαστὲς καὶ πρόσχαρες νεράιδες, πανέμορφες ναϊάδες, νύμφες, πρόσφορες καὶ πολὺ προσιτὲς πηγὲς νεροῦ, οἱ ὁποῖες τοὺς προσκαλοῦσαν κοντὰ τους μ’ ἀνοιχτὲς ἀγκαλιές. Ἡ εὔλογη αὐτὴ ἀπορία καὶ τὸ σχετικὸ ἐρώτημα γίνονται περισσότερο ἔντονα καὶ ἡ ἀπάντηση δυσκολότερη  ἀπὸ τὸ  γεγονὸς ὅτι στὴν θέση στὴν ὁποία  χτίστηκε τὸ   >Καραντζάνταλι , ὅπως γίνεται φανερὸ ἀπὸ    τὴν ἐπόπτευση της περιοχῆς,  δὲν ὑπῆρχε τόσο ἄφθονο νερό, ἀφοῦ δὲν ὑπῆρχε δίπλα κάποιο ποτάμι παρὰ μόνο μία πηγή.
Μήπως τὴν ἐποχὴ κατὰ τὴν ὁποία δημιουργοῦνταν ὁ οἰκισμὸς τοῦ «Καραντζάνταλι » δὲν ὑπῆρχαν στὴν περιοχή, γιατὶ δὲν εἶχαν ἀκόμη δημιουργηθεῖ, οἱ δύο λίμνες τῶν Ζερελίων;
Μία τέτοια πιθανότητα μπορεῖ νὰ δώσει  μία πολὺ εὔλογη ἀπάντηση στὸ ἐρώτημα τὸ ὁποῖο  τόσο ἔντονα τίθεται. Φαίνεται μάλιστα ὅτι εἶναι ἡ μόνη δυνατὴ καὶ ἀποδεκτὴ λογικὴ ἀπάντηση στὸ ἐρώτημα.
Προσωπικῶς θεωρῶ, χωρὶς βεβαίως νἀ ἔχω νὰ παρουσιάσω σχετκὲς ἀποδείξεις καὶ τεκμήρια, ὅτι εἶναι ὁ μόνος δυνατὸς λόγος, ὁ ὁποῖος  μπορεῖ    νὰ δικαιολογήσει τὴν μὴ ἵδρυση τοῦ οἰκισμοῦ «Καραντζάνταλι» στὴν θέση, στὴν ὁποία φαίνεται ὅτι μετακινήθηκε καὶ ἄκμασε ἀργότερα, στὸν λόφο, δηλαδή,  τῶν Ζερελίων, κοντὰ στὶς  δύο λίμνες, εἶναι ὅτι κατὰ τὴν ἐποχὴ τῆς ἴδρυσης τοῦ Καραντζάνταλι δὲν εἶχαν σχηματισθεῖ οἱ δύο λίμνες τῶν Ζερελίων.
Ἐάν, ὅπως φαίνεται πιθανὸν νὰ συνέβη, ἡ δημιουργία τῶν δύο λιμνῶν τῶν Ζερελίων, ὁποιαδήποτε καὶ ἐὰν ἦταν ἡ αἰτία τῆς δημιουργίας τους, ἔγινε σὲ κάποια ἐποχὴ μετὰ τὴν ἀρχικὴ ἵδρυση τοῦ νεολιθικοῦ οἰκισμοῦ «Καραντζάνταλι», πρέπει νὰ θεωρήσουμε ὡς βέβαιο ὅτι οἱ δύο λίμνες ἦταν ἐκεῖνες οἱ ὁποῖες ἦταν αἰτία γιὰ τὴν ἔναρξη  τῆς πορείας πρὸς τὴν παρακμὴ καὶ τὴν σταδιακὴ ἐγκατάλειψη τοῦ ἱδρυμένου ἤδη  ἀπὸ πολλὰ χρόνια καὶ αἰῶνες ἀρχαιότερου οἰκισμοῦ «Καραντζάνταλι» καὶ γιὰ τὴν μετακίνηση τῶν κατοίκων του κοντὰ σ’ αὐτὲς τὶς  δύο λίμνες καὶ τὴν δημιουργία τοῦ οἰκισμοῦ «Ζερέλια».

Αὐτὸ ἐνισχύεται σὲ μεγάλο βαθμό, μέχρι σχεδόν ἀποκλεισμοῦ κάποιου ἄλλου λόγου,  ἀπὸ τὸ  γεγονὸς ὅτι ὁ οἰκισμὸς «Ζερέλια», ὅπως ἀναφέραμε ἤδη, φαίνεται νὰ εἶναι ἤ θὰ μποροῦσε νὰ θεωρηθεῖ  ἕνας νεολιθικὸς οἰκισμὸς διάδοχος τοῦ αραντζάνταλι< ὅπως  βεβαιώνεται   ἀπὸ  τὰ σχετικὰ εὑρήματα τῶν ἀρχαιολογικῶν ἐρευνῶν οἱ ὁποῖες  ἔχουν διεξαχθεῖ    στὴν ἐκεῖ    περιοχή.
Ἔτσι θεωροῦμε πολὺ εὔλογη τὴν παραδοχὴ ὅτι τὸ τέλος τῆς ὕπαρξης τοῦ νεολιθικοῦ οἰκισμοῦ «Καραντζάνταλι» συμπίπτει χρονικῶς περίπου μὲ τὴν ἵδρυση τοῦ οἰκισμοῦ «Μαγοῦλα Ζερέλια», ἀσφαλῶς μὲ μία ἐνδιάμεση περίοδο συνύπαρξης τῶν δύο νεολιθικῶν οἰκισμῶν κατὰ τὴν ὁποία ὁ ἕνας βρισκόταν σὲ σταδιακὴ παρακμὴ καὶ ἐγκαταλειπόταν καὶ ὁ δεύτερος ἱδρυόταν καὶ αὐξανόταν. Στὴν ἄποψη αὐτὴ θεωρεῖται βεβαίως ἐπιβαλλόμενη καὶ δικαιολογημένη κάποια ἐπιφύλαξη ἤ καὶ ἔνσταση  ἀπὸ τὸν λιγοστὸ ἀρθμὸ  τῶν σχετικῶν ἀρχαιολογικῶν εὑρημάτων, γιατὶ δὲν εἶναι δυνατὸν  νὰ βρεθοῦν μὲ τὰ λιγοςστὰ αὐτὰ εὑρήματα σχετικὲς ἀποδείξεις.
Ὅλα τὰ παραπάνω  δεδομένα καὶ βεβαιωμένα  ἀπὸ ἀρχαιολογικὲς ἔρευνες γεγονότα ὁδηγοῦν  στὸ λογικὸ συμπέρασμα ὅτι ἡ δημιουργία τῶν δύο λιμνῶν τῶν Ζερελίων ἦταν ἡ καθοριστικὴ αἰτία ἡ ὁποία  σήμανε τὴν ἐγκατάλειψη καὶ τὸ  τέλος τοῦ οἰκισμοῦ «Καραντζάνταλι» καὶ τὴν ἀρχὴ τῆς ἵδρυσης καὶ δημιουργίας τοῦ νεολιθικοῦ οἰκισμοῦ τῶν «Ζερελίων».
Δὲν δικαιολογεῖται διαφορετικὰ ἡ ἵδρυση ἀρχικῶς τοῦ νεολιθικοῦ οἰκισμοῦ «Καραντζάνταλι» σὲ μία ἀπόσταση μόλις ἑνὸς περίπου χιλιομέτρου  ἀπὸ τὴν τοποθεσία τῶν δύο λιμνῶν τῶν Ζερελίων καὶ ἡ ἐγκατάλειψη ἀργότερα τοῦ ἀρχικοῦ αὐτοῦ οἰκισμοῦ καὶ ἡ μετακίνησὴ του κοντὰ στὶς  λίμνες.
Βρίσκουμε πολὺ εὔλογη τὴν ἄποψη ὅτι ἡ δημιουργία τῶν δύο λιμνῶν τῶν Ζερελίων εἶναι ἡ μόνη δυνατὴ δικαιολογία, γιὰ τὴν ἐγκατάλειψη τοῦ οἰκισμοῦ «Καραντζάνταλι» καὶ τὴν μετακίνηση τῶν κατοίκων του πρὸς αὐτές, μόλις ἕνα χιλιόμετρο πιὸ πέρα. Δὲν βρίσκεται εὔκολα μία ἄλλη εὔλογη ἀπάντηση.
Δὲν ἔγινε μετακίνηση σὲ μία πολὺ μεγάλη ἀπόσταση, σὲ πολὺ ἀπομακρυσμένο μέρος, ὅπου θὰ ἦταν, π.χ. εὐφορότερος ὁ τόπος  ἤ θὰ  εἶχε περισσότερο ἐκτεταμένα ἐδάφη, ἤ γιατί κάποια θανατηφόρος λοιμικὴ νόσος τοὺς ὑποχρέωσε νὰ φύγουν μακριὰ  ἀπὸ τὸ  μολυσμένο μέρος τους. Ἡ μετακίνηση ἑνὸς οἰκισμοῦ σὲ ἀπόσταση μόλις ἑνὸς χιλιομέτρου δὲν μπορεῖ   νὰ δικαιολογηθεῖ     ἀπὸ τέτοιους ἤ παρόμοιους λόγους.
Ἡ δημιουργία τῶν δύο λιμνῶν τῶν Ζερελίων πρέπει λειτούργησε ὡς ἕνα «θεϊκὸ» κάλεσμα ἤ ὡς μία «θεϊκὴ» ἐντολὴ γιὰ τὴν μετακίνηση τοῦ οἰκισμοῦ τοῦ «Καραντζάνταλι»  κοντὰ στὶς  δύο λίμνες καὶ τὴν ἵδρυση ἐκεῖ    ἄλλου οἰκισμοῦ.
Ἐὰν ἡ δημιουργία τῶν δύο λιμνῶν τῶν Ζερελίων γινόταν σὲ κατοπινότερους χρόνους, στὰ ἱστορικὰ χρόνια, θὰ εἶχαν ὁπωσδήποτε διασωθεῖ    κάποιοι μύθοι στὸ συνολικὸ ὁμαδικὸ φυλετικὸ ὑποσυνείδητο τῶν ἀνθρώπων τῆς περιοχῆς. Ἀσφαλῶς καί, ἔπειτα  ἀπὸ ἕνα τέτοιο γεγονός, θὰ διαμορφώνονταν καὶ θὰ διατυπώνονταν γραπτῶς, κάποιες ἀναμνήσεις, οἱ ὁποῖες  θὰ διασώζονταν ὡς τὴν ἐποχὴ μας ὡς μύθοι, οἱ ὁποῖοι θὰ μιλοῦσαν γιὰ κάτι τέτοιο.
Ἐκτιμοῦμε ὅτι τὸ «ὀφθαλμοὶ Διὸς», ὡς ὀνομασία τῶν δύο λιμνῶν τῶν Ζερελίων, ὀνομασία  ἡ ὁποία  διασώθηκε στὴ μνήμη τῆς σύγχρονης ἐποχῆς, πρέπει νὰ εἶναι φραστικὸ ἀποσπασματικὸ ὑπόλειμμα  κάποιων σχετικῶν μυθολογικῶν ἀναφορῶν.
Ὡστόσο, αὐτὴ   ἡ μετακίνηση τῶν νεολιθικῶν κατοίκων τῆς περιοχῆς τοῦ «Καραντζάνταλι»  ἀπὸ τὸν ἕνα οἰκισμὸ στὸν ἄλλο, σὲ ἀπόσταση μόλις ἑνὸς χιλιομέτρου, πρέπει νὰ ἔγινε σταδιακῶς καὶ μὲ ἀργοὺς ρυθμούς. Δὲν ὑπῆρχε κάποιος λόγος βίαιης καὶ ταυτόχρονης συνολικῆς ἐγκατάλειψης τοῦ παλαιοῦ οἰκισμοῦ καὶ μεταφορᾶς του στὴν νέα θέση.

Στὴν ἄποψη αὐτὴ   συνηγοροῦν καὶ οἱ μαρτυρίες τὶς ὁποῖες  μᾶς δίνουν τὰ ἀρχαιολογικὰ εὑρήματα τῶν δύο αὐτῶν νεολιθικῶν οἰκισμῶν, τοῦ «Καραντζάνταλι» καὶ τῶν «Ζερελίων». Ὅλα   ὁδηγοῦν στὴν ἄποψη ὅτι ἡ ἐγκατάλειψη τοῦ ἀρχαιότερου οἰκισμοῦ καὶ ἡ ἵδρυση τοῦ νεότερου συμπίπτουν γενικῶς χρονικῶς. Ὑπῆρξε – ἤ, ἔστω, πρέπει νὰ ὑπῆρξε – μία χρονικὴ περίοδος κατὰ τὴν ὁποία παράκμαζε καὶ σταδιακῶς ἐγκαταλειπόταν   ὁ οἰκισμὸς «Καραντζάνταλι» καὶ ἱδρυόταν καὶ αὐξανόταν  ὁ οἰκισμὸς «Ζερέλια».

Ἡ δημιουργία καὶ ἡ ὕπαρξη τῶν δύο λιμνῶν ἦταν μὲν ἕνας ἀρκετὰ ἑλκυστικὸς παράγοντας μετακίνησης τοῦ παλαιοῦ οἰκισμοῦ πρὸς αὐτὲς ἀλλὰ καὶ ἡ πολὺ μικρὴ ἀπόστασὴ του  ἀπὸ αὐτὲς δὲν δροῦσε πολὺ πιεστικὰ γιὰ μία βίαιη μετεγκατάσταση, ἰδιαίτερα γιὰ τοὺς νεότερους οἰκιστὲς τοῦ «Καραντζάνταλι» οἱ ὁποῖοι  πρόσφατα εἶχαν δημιουργήσει τὸ  νοικοκυριὸ τους. Δὲν ξεριζώνεται εὔκολα ἕνα καλὰ δημιουργημένο καὶ ὀργανωμένο νοικοκυριὸ καὶ δὲν στήνεται εὔκολα ἕνα νέο, ἐὰν δὲν ὑπάρχουν σοβαροὶ  λόγοι.

Αὐτό, ἐκτὸς  ἀπὸ τὸ  ὅτι θεωρεῖται λογικό, ὑποδεικνύεται καὶ βεβαιώνεται καὶ  ἀπὸ τὴν ἐξέταση τῶν ἀρχαιολογικῶν εὑρημάτων τῶν δύο αὐτῶν τόσο πολὺ γειτονικῶν οἰκισμῶν. Σύμφωνα μὲ τὰ πορίσματα τῶν εἰδικῶν ἐπιστημόνων καὶ στὶς  δύο αὐτὲς νεολιθικὲς οἰκιστικὲς θέσεις ἐντοπίζονται ἀρχαιολογικὰ εὑρήματα τὰ ὁποῖα  ἀνήκουν στὸ χρονικὸ διάστημα μεταξὺ τοῦ τέλους τῆς Ἀρχαιότερης  καὶ τῆς ἀρχῆς τῆς Μέσης Νεολιθικῆς Ἐποχῆς.

Στὸ «Καραντζάνταλι» τὸ  συντριπτικῶς μεγάλο μέρος τῶν εὑρημάτων του ἀνήκει στὴν Ἀρχαιότερη Νεολιθικὴ Ἐποχὴ καὶ λίγα  ἀπὸ αὐτὰ ἀνήκουν στὴ Μέση Νεολιθική. Ἀντιθέτως  στὰ «Ζερέλια» λίγα εἶναι τὰ εὑρήματα τὰ ὁποῖα  μποροῦν νὰ καταταχθοῦν στὴν Ἀρχαιότερη Νεολιθικὴ Ἐποχὴ ἐνῶ τὸ  συντριπτικὰ μεγάλο μέρος τους ἀνήκει στὴν Μέση, στὴν  Νεότερη καὶ στὴν Τελικὴ Νεολιθικὴ Ἐποχὴ ἀλλὰ καὶ σὲ κατοπινότερες ἐποχὲς μέχρι καὶ   τὴν Βυζαντινή.

Δὲν φαίνεται νὰ ὑπῆρξε κάποιο ἄλλο γεγονός, τὸ ὁποῖο  νὰ μποροῦσε νὰ καταστήσει ὑποχρεωτικὴ καὶ ἐπιβεβλημένη αὐτὴ   τὴν μετακίνηση. Γι’ αὐτὸ καὶ τὰ ἀρχαιολογικὰ δεδομένα τῶν σχετικῶν ἐρευνῶν, ἀνασκαφῶν καὶ μελετῶν δείχνουν ὅτι ὑπῆρξε καὶ πρέπει νὰ μεσολάβησε ἕνα χρονικὸ διάστημα κατὰ τὸ  ὁποῖο οἱ δύο αὐτοὶ  οἰκισμοὶ  συνυπῆρξαν. Ἦταν ἡ χρονικὴ περίοδος κατὰ τὴν ὁποία ἄρχιζε καὶ ἐγκαταλειπόταν τὸ  «Καραντζάνταλι» καὶ δημιουργοῦνταν τὰ «Ζερέλια».

Ἡ δημιουργία, σὲ κάποια χρονικὴ στιγμή, τῶν δύο λιμνῶν, τῶν δύο «ὀφθαλμῶν τοῦ Διός», ὅπως συνήθιζαν νὰ ὀνομάζουν ἤ νὰ ἐκλαμβάνουν τὶς  δυὸ λίμνες οἱ κάτοικοι τῆς περιοχῆς, ἦταν μὲν ἕνας ἀρκετὰ  ἑλκυστικὸς καὶ προκλητικὰ δελεαστικὸς παράγοντας γιὰ ἐγκατάσταση οἰκισμοῦ, ἀλλά, ὅσο ἑλκυστικὸς καὶ δελεαστικὸς καὶ ἄν ἦταν, δὲν ὑποχρέωνε κανέναν νὰ ξεσπιτωθεῖ    «ἄρον -ἄρον», νὰ ἐγκαταλείψει τὴν βόλεψὴ του τὴν ὁποία  μὲ κόπο καὶ προσπάθειες  εἶχε κατορθώσει ν’ ἀποκτήσει,  καὶ νὰ ἐγκατασταθεῖ    ἕνα χιλιόμετρο πιὸ πέρα.

Οἱ δύο «ὀφθαλμοὶ  τοῦ Διός» ἦταν συνεχῶς ἐκεῖ    καὶ ἔνευαν εὐμενῶς καὶ καλοῦσαν τοὺς νεολιθικοὺς «Καραντζανταλιῶτες», ἀλλὰ καὶ ἄλλους νὰ πᾶνε κοντά τους. Ἔτσι σιγὰ σιγὰ ἐγκαταλείφθηκε τὸ  «Καραντζάνταλι» καὶ δημιουργήθηκαν  τὰ «Ζερέλια».

Σὲ ἀντίθεση μὲ τὸν νεολιθικὸ οἰκισμὸ τοῦ «Καραντζάνταλι», ὁ ὁποῖος ὑπῆρξε μόνο κατὰ τὴν Ἀρχαιότερη Νεολιθικὴ Ἐποχὴ καὶ κατόπιν φαίνεται νὰ ἐγκαταλείφθηκε ὁριστικῶς, ἡ ὕπαρξη τοῦ οἰκισμοῦ «Μαγούλα Ζερέλια» ἦταν συνεχὴς καὶ μακροχρόνια. Ὁ οἰκισμὸς τῶν Ζερελίων κατοικοῦνταν γιὰ χιλιάδες  χρόνια.

Ὅταν ὑπάρχουν μόνιμες καὶ σταθερὲς εὐνοϊκὲς συνθῆκες διαμονῆς σ’ ἕναν τόπο, ὁ τόπος αὐτὸς δὲν ἐγκαταλείπεται. Ἔτσι οἱ νεολιθικοὶ «Καραντζανταλιῶτες» ἔγιναν σιγὰ σιγὰ «Ζερελιῶτες», πλήθαιναν συνεχῶς καὶ πρόκοβαν καὶ ἐπεκτεινόταν ἡ κυριαρχία τους  ὥστε    ἀπὸ ἐκεῖ    ἀρκετοὶ  μετακινοῦνταν καὶ πρὸς ἄλλα μέρη καὶ  ἔτσι  ὁδηγήθηκαν στὸ νὰ κατακυριεύσουν τὸν ὑπόλοιπο εὐλογημένο κάμπο τοῦ Ἁλμυροῦ.

Στὸν κάμπο τοῦ Ἁλμυροῦ, ἀφοῦ ὁ πανίσχυρος Ὀλύμπιος Δίας ὑπόταξε τοὺς «τιτάνες» τῆς Ὄρθρης, τὸν Ξηριά, τὸ  Χολόρεμα, τὸ  Πλατανόρεμα, τὸν Ἄμφρυσο, τὸν Σαλαμπριὰ καὶ τοὺς «ὑποχρέωσε» νὰ ὑπηρετοῦν ὑπάκουα τοὺς ἀνθρώπους οἱ ὁποῖοι  στὰ κατοπινὰ χρόνια θὰ ζοῦσαν στὸ εὐλογημένο «Κρόκιο Πεδίο», δημιουργήθηκαν δεκάδες ἄλλων νεολιθικῶν οἰκισμῶν.

Ἐὰν ἡ δημιουργία τῶν δύο λιμνῶν τῶν Ζερελίων ὀφείλεται στὴν πτώση δύο μετεωριτῶν, ὅπως ἀνακοινώθηκε πρόσφατα, μποροῦμε νὰ φαντασθοῦμε ποιὲς συγκλονιστικὲς στιγμὲς ἔζησαν οἱ  ἄνθρωποι τοῦ «Καραντζάνταλι» ἐκείνης τῆς ἐποχῆς, οἱ ὁποῖοι  εἶδαν «μὲ τὰ μάτια τους» αὐτὴν τὴν πτώση καὶ τὸ  θαυμαστὸ γεγονὸς τῆς αἰφνιδιαστικῆς δημιουργίας, δίπλα τους ἀκριβῶς, δύο τεράστιων κρατήρων διαμέτρου διακοσίων πενήντα καὶ ἑκατόν πενήντα περίπου μέτρων ἀντιστοίχως.

Ποιὲς ἐντυπώσεις ἄραγε δημιουργήθηκαν σ’ ἐκείνους τοὺς ἀνθρώπους ὅταν  ξαφνικὰ εἶδαν τὸ  πρωτοφανὲς θέαμα, νὰ πέφτουν  ἀπὸ τὸν οὐρανὸ δύο τεράστιοι βράχοι ἀναμμένοι;

Πῶς ἄραγε νὰ ἑρμήνευσαν τὸ  πρωτοφανὲς αὐτὸ γεγονός; Θεώρησαν τοὺς βράχους αὐτοὺς ὡς κεραυνοὺς τοὺς ὁποίους ἔριξε ὁ Δίας ἐναντίον τῶν Τιτάνων ἤ ὡς φλεγόμενους βράχους τοὺς ὁποίους  ἐκτόξευσαν οἱ Τιτάνες τῆς Ὄρθρης ἐναντίον τοῦ Δία;

Πόσος πανικός, πόσος φόβος, πόσος τρόμος διαπέρασε τὶς  ψυχὲς ἐκείνων τῶν ἀνθρώπων οἱ ὁποῖοι  ξαφνικὰ ἔνιωσαν καὶ εἶδαν τὸ  πρωτοφανὲς καὶ συγκλονιστικὸ αὐτὸ γεγονός; Ποιὲς  ἑρμηνεῖες  νὰ δόθηκαν ἄραγε  ἀπὸ τοὺς «μάγους» ἤ τοὺς «ἱερεῖς» τοῦ τόπου; Τὶ νὰ εἶπαν οἱ  μεγάλοι καὶ φωτισμένοι σοφοὶ  ἑρμηνευτὲς τοῦ θείου θελήματος; Μπόρεσαν ἄραγε νὰ ἀρθρώσουν κάποια λέξη ἤ  ἔμειναν καὶ αὐτοὶ  ἄναυδοι καὶ ἀμίλητοι, ὅπως ὅλοι οἱ ἄλλοι τριγύρω τους;

Κι ὅταν κάποτε πέρασε ὁ πρῶτος πανικὸς ποιὲς  ἑρμηνεῖες δόθηκαν μετὰ ἀπὸ  πόσο καιρὸ καὶ κατὰ πόσο ἔγιναν πιστευτές;

Ἀναρωτιέται κανεὶς ἔπειτα  ἀπὸ τὰ παραπάνω –  καὶ ἀναρωτιέται θαρρῶ βάσιμα  –  μήπως σ’ αὐτὸ ἀκριβῶς τὸ  γεγονός, τῆς πτώσης τῶν μετεωριτῶν στὰ Ζερέλια, ὀφείλεται τὸ  γεγονὸς ὅτι ὁ μύθος τῆς «Τιτανομαχίας», τοῦ ἀγῶνα μεταξὺ τῶν Τιτάνων καὶ τῶν Ὀλυμπίων Θεῶν, ἀναφέρεται στὴν Ὄρθρη;

Οἱ Τιτάνες, λέει ὁ σχετικὸς μύθος, ἔχοντας ἕδρα τους τὴν Ὄρθρη, ἔριχναν ἀναμμένους βράχους ἐναντίον τῶν θεῶν τοῦ Ὀλύμπου οἱ ὁποῖοι ἤθελαν νὰ ἀμφισβητήσουν τὴν κυριαρχία τους.

Οἱ λίμνες τῶν Ζερελίων βρίσκονται μεταξὺ τῆς Ὄρθρης καὶ τοῦ  Ὀλύμπου. Αὐτὸ ἐνισχύει τὴν σκέψη ὅτι οἱ φλογισμένοι μετεωρίτες οἱ ὁποῖοι μὲ τὴν πτώση τους σχημάτισαν τὶς λίμνες φάνηκε ὅτι ἐκτοξεύτηκαν ἀπὸ  τὴν Ὄρθρη ἐναντίον τοῦ Ὀλύμπου. Ἔτσι εἶναι   πολὺ   δικαιολογημένη καὶ πολὺ  εὐλογοφανὴς ἡ δημιουργία τοῦ μύθου ὅτι οἱ Τιτάνες ἀπὸ τὴν Ὄρθρη  πολεμοῦσαν ἐναντίον τῶν θεῶν τοῦ  Ὀλύμπου.

«Τιτῆνες τε θεοὶ καὶ ὅσοι Κρόνου ἐξεγένοντο, οἱ μὲν ἀφ᾽ ὑψηλῆς Ὄρθρυος Τιτῆνες ἀγαυοί, οἱ δ᾽ ἄρ᾽ ἀπ᾽ Οὐλύμποιο θεοὶ δωτῆρες ἐάων οὓς τέκεν ἠύκομος Ῥείη Κρόνῳ ἐὐνηθεῖσα», ἔγραψε ὁ Ησίοδος[1]

Δηλαδή: «Οἱ θεοὶ  Τιτάνες κι ὅσοι ἀπ᾽ τὸν Κρόνο γεννηθήκανε, οἱ ἔνδοξοι Τιτάνες  ἀπὸ τὴν Ὄρθρη τὴν ψηλή, κι  ἀπὸ τὸν Ὄλυμπο οἱ θεοί, τῶν ἀγαθῶν οἱ χορηγοί, αὐτοὶ  ποὺ  ἡ Ρέα γέννησε σαν πλάγιασε μὲ τὸν Κρόνο».

Εἶναι συγκλονιστικὸ νὰ σκέφτεται κάποιος ὅτι ἕνα τέτοιο τρομακτικὸ γεγονὸς καταγράφηκε στὴν προγονικὴ ἱστορία  τούτου τοῦ τόπου καὶ ἕνα τέτοιο φαινόμενο ἔζησαν κάποιοι πρόγονοί μας.

Ἐὰν εἶναι ἔτσι, πόσος καιρὸς ἄραγε νὰ χρειάστηκε  ὥστε   οἱ  ἄνθρωποι τοῦ «Καραντζάνταλι», οἱ ὁποῖοι ἀντίκρυσαν ἕνα τέτοιο γεγονός,  νὰ ξεπεράσουν τὸν ἀρχικὸ πρῶτο τρόμο τους καὶ νὰ τολμήσουν νὰ πλησιάσουν ἐκεῖ, στὸν τόπο τὸν ὁποῖο τοὺς «ὑπόδειξε» ἤ τὸν ὁποῖο βούλιαξε ὁ θεός;

Ποιὲς συγκλονιστικὲς στιγμὲς νὰ ἔζησαν ὅταν κάποια μέρα, ὕστερα  ἀπὸ καιρό, ὕστερα ἴσως ἀπὸ πολλὰ χρόνια, εἶδαν  στοὺς δύο τεράστιους αὐτοὺς κρατῆρες οἱ ὁποῖοι  ξαφνικὰ εἶχαν δημιουργηθεῖ    νὰ ἀναβλύζει νερὸ καὶ σιγὰ σιγὰ νὰ σχηματίζονται οἱ δύο λίμνες;

Πῶς νὰ μυθόπλασαν τὸ  γεγονὸς αὐτὸ καὶ πῶς νὰ τὸ  αἰτιολόγησαν  μὲ μυθοπλασίες; Σίγουρα στὸ τέλος, μετὰ τὸν πρῶτο τρόμο, καὶ ἰδίως μετὰ τὴν βαθμιαία καὶ σταδιακὴ μετατροπὴ τῶν δύο κρατήρων σὲ  δύο λίμνες, τὸ γεγονός ἀπὸ «ὀργὴ Θεοῦ» πρέπει νὰ θεωρήθηκε «εὐλογία Θεοῦ».

Κάπως  ἔτσι δὲν ἔγινε πολλὰ χρόνια ἀργότερα ὅταν ὁ Μωυσῆς μὲ τὴ ράβδο του χτύπησε τὸν  βράχο καὶ ξεπήδησε ἄφθονο νερό;

Πῶς νὰ ὀνόμασαν ἄραγε τὸν δικό τους «Μωυσῆ» καὶ πῶς τὴν «ράβδο» του μὲ τὸ  χτύπημα τῆς ὁποίας μέσα  ἀπὸ τὸ  τίποτε ἄρχισε νὰ ἀναβλύζει ἄφθονο νερό; Πόσος καιρὸς νὰ χρειάστηκε  ὥστε   τὸ  φαινόμενο αὐτὸ  ἀπὸ «ὀργὴ θεοῦ» καὶ «κεραυνὸς τοῦ Δία» ἤ ἀπὸ «φλεγόμενοι βράχοι» θυμωμένων Τιτάνων νὰ γίνει «εὐλογία» καὶ «δῶρο» θεοῦ, δῶρο τοῦ Δία ἤ, ἴσως, δῶρο τοῦ γαιοσείστη Ποσειδῶνα καὶ νὰ ἐρμηνευθεῖ   ὡς θεϊκὸ κάλεσμα γιὰ μετεγκατάσταση τῶν Καραντζανταλιωτῶν στὴ νέα θέση;

Πόσος καιρὸς πέρασε καὶ πόσες σκέψεις καὶ συλλογισμοὶ  δημιουργήθηκαν μέχρι τελικῶς ὁ γύρω τόπος νὰ φανεῖ    στὰ μάτια τους ἕνας εὐλογημένος τόπος ὅπου τοὺς προσκαλοῦσαν νὰ πᾶνε κοντά τους καλόγνωμες νύμφες καὶ νεράιδες;

Μὲ ποιὰ αἰσθήματα ἐγκατέλειψαν τὰ σπίτια τους στὸ «Καραντζάνταλι» καὶ ἐγκαταστάθηκαν δίπλα στὸ θεόσταλτο αὐτὸ δῶρο; Μήπως τέτοια γεγονότα καὶ τέτοιες σκέψεις ὁδήγησαν στὴν μεταμόρφωση τοῦ «Λαφύστιου Δία» σὲ «Μειλίχιο Δία»;

Πῶς εἶναι δυνατόν στὴν ἐποχὴ μας, ὅσο σοφοὶ  κι ἄν εἴμαστε, νὰ κατανοήσουμε τὶς  σκέψεις καὶ τὰ αἰσθήματα ἐκείνων τῶν ἀνθρώπων, ἐκείνων  τῶν μακρινῶν προγόνων μας, διατυπώνοντας δικά μας πορίσματα στηριγμένοι  στὴν ἐξέταση τῶν λίγων κεραμικῶν ὑπολειμμάτων τους τὰ ὁποῖα  διασώθηκαν ὠς τὴν ἐποχή μας;

Ὡστόσο αὐτοὶ  οἱ «ἄγνωστοι» εἶναι οἱ πρόγονοί μας τῶν ὁποίων εἴμαστε ἡ συνέχεια καὶ τῶν ὁποίων συνεχίζουμε τὴν ἱστορία  τους ἀλλὰ καὶ προσπαθοῦμε νὰ τὴν κατανοήσουμε καὶ νὰ τὴν καταγράψουμε.

Οἱ παραπάνω σκέψεις καὶ τὰ ἐρωτήματα δημιουργοῦνται βεβαίως ἐὰν ὑποθέσουμε ὅτι οἱ  ἄνθρωποι τοῦ νεολιθικοῦ Καραντζάνταλι εἶδαν «ἰδίοις ὄμμασι» τοὺς μετωρῖτες νὰ πέφτουν.

Ἐὰν ὅμως ἡ πτώση τῶν μετεωριτῶν ἔγινε πολὺ πιὸ πρὶν  ἀπὸ τὶς  8 -12 χιλάδες χρόνια, σύμφωνα μὲ κάποιες ἀπὸ τὶς  ἀπόψεις τῶν ὑπεύθυνων μελετητῶν καὶ ἐρευνητῶν, καὶ οἱ κάτοικοι τοῦ Καραντζάνταλι δὲν εἶδαν τοὺς μετεωρίτες νὰ πέφτουν, οἱ παραπάνω σκέψεις δὲν ἔχουν νόημα.

Στὴν περίπτωση αὐτὴ    τὸ  ἐρώτημα γιατὶ οἱ κάτοικοι τοῦ Καραντζάνταλι δὲν ἔχτισαν τὸν οἰκισμὸ τους κοντὰ στὶς  δύο λίμνες παραμένει ἀναπάντητο καὶ δικαιολογεῖται μία ἄλλη διαφορετικὴ ὑπόθεση καὶ αὐτὴ   εὔλογη: Ναὶ μὲν  ἡ πτώση τῶν μετεωριτῶν ἔγινε πολὺ πρὶν   ἀπὸ τὶς  8 -12 ἤ καὶ περισσότερες χιλιάδες χρόνια, κατὰ τὴν Παλαιολιθικὴ Ἐποχὴ, ἀλλὰ οἱ λάκοι οἱ ὁποῖοι  ἀνοίχτηκαν  ἀπὸ τὴν πτώση τους μεταβλήθηκαν σὲ λίμνες πολλὰ χρόνια ἀργότερα. Δὲν μπορεῖ    ἀμέσως μετὰ τὴν δημιουργία τους νὰ γέμισαν μὲ νερὸ οἱ δύο κρατῆρες καὶ νὰ σχηματίσηκαν οἱ λίμνες.

Οἱ κρατῆρες τῶν Ζερελίων ἄρχισαν νὰ μεταβάλλονται σὲ λίμνες, μὲ τὴν σταδιακὴ εἰσροὴ νερῶν σ’ αὐτές, ἀφοῦ  εἶχε ἱδρυθεῖ    ὁ νεολιθικὸς οἰκισμὸς τοῦ Καραντζάνταλι καὶ πρὶν ἱδρυθεῖ ὁ νεολιθικὸς οἰκισμὸς τῶν Ζερελίων. Ἔτσι παραμένει καὶ πάλι ὡς  ἡ μόνη πολὺ λογικὴ ἄποψη ὅτι ἡ δημιουργία τῶν δύο  λιμνῶν τῶν Ζερελίων ἦταν τὸ  γεγονὸς τὸ ὁποῖο  προκάλεσε τὴν ἐγκατάλειψη τοῦ οἰκισμοῦ Καραντζάνταλι καὶ τὴν μετακίνησὴ του στὰ Ζερέλια.

Ἡ μετακίνηση αὐτὴ   πρέπει νὰ ἔγινε μεταξὺ τοῦ τέλους τῆς Ἀρχαιότερης Νεολιθικῆς Ἐποχῆς καὶ τῆς ἀρχῆς τῆς Μέσης Νεολιθικῆς Ἐποχῆς, κάπου, δηλαδή, στὰ 6.000 -5.500 χρόνια πρὸ Χριστοῦ.

Μὲ τὴν χρονολόγηση αὐτὴ   συμφωνοῦν καὶ τὰ ἀρχαιολογικὰ εὑρήματα τῶν δύο αὐτῶν γειτονικῶν νεολιθικῶν οἰκισμῶν.

[1] Θεογονία, 630, 632-634.

Η ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝΜΥΘΟΛΟΓΙΑ

Η καταγωγή των Ελλήνων

                        Σχετικό και επιβεβαιωτικό της καταγωγής των Ελλήνων από τον Έλληνα, το γιο του Δευκαλίωνα και της Πύρρας, είναι και το παρακάτω χαρακτηριστικό απόσπασμα της αρχαιοελληνικής γραμματείας που μας βεβαιώνει ότι από τον Έλληνα, τον φιλοπόλεμο βασιλιά, γεννήθηκαν ο Δώρος, ο επώνυμος ήρωας των Δωριέων, ο Ξούθος, από τον οποίον αργότερα γεννήθηκαν ο Ίωνας, ο επώνυμος ήρωας των Ιώνων και ο Αχαιός, ο επώνυμος ήρωας των Αχαιών, και ο Αίολος, ο καβαλάρης πολεμιστής, ο επώνυμος ήρωας των Αιολέων, από τον οποίον και κατάγονταν οι βασιλιάδες που απένειμαν το δίκαιο ο Αθάμαντας, ο  Σίσυφος, ο Σαλμωνέας και ο Περιήρης:

«῞Ελληνος δὲ ἐγένοντο φιλοπτολέμου βασιλῆος

Δῶρός τε Ξοῦθός τε καὶ Αἴολος ἱππιοχάρμης.

Αἰολίδαι δ’ ἐγένοντο θεμιστοπόλοι βασιλῆες

Κρηθεὺς ἠδ’ ᾿Αθάμας καὶ Σίσυφος αἰολόμητις

Σαλμωνεὺς τ’ ἄδικος καὶ ὑπέρθυμος Περιήρης».[1]

Δηλαδή:

«Από τον Έλληνα, φιλοπόλεμο βασιλιά, έγιναν (γεννήθηκαν)    και ο Δώρος και ο Ξούθος και ο έφιππος μαχόμενος Αίολος.

Παιδιά του Αίολου ήταν οι δικαστές βασιλιάδες   Κρηθέας και Αθάμαντας και ο ποικιλόβουλος Σίσυφος     και ο άδικος Σαλμωνέας και ο ανδρείος Περιήρης»

Μητέρα πραγματική του Ίωνα και του Αχαιού, από τον Ξούθο, ήταν, κατά μία εκδοχή, που είδαμε πιο πάνω, η Κρέουσα, η κόρη του Ερεχθέα και της Πραξιθέας. Ωστόσο ο Ευριπίδης, στην τραγωδία του «Ίων»,  αμφισβητώντας την παραπάνω εκδοχή για τους δικούς του ασφαλώς λόγους, λέει ότι ο Ξούθος δεν μπορούσε να κάνει παιδιά και ότι η Κρέουσα ενώθηκε με τη βία με το θεό Απόλλωνα σε μια σπηλιά κάτω από την Ακρόπολη και έτσι γεννήθηκε ο Ίωνας. Για να δικαιολογήσει δε το πώς ο Ίωνας ήταν παιδί του Ξούθου λέει ότι πήγαν στο μαντείο των Δελφών και ο Ξούθος, έπειτα από το χρησμό που έλαβε εκεί, αναγνώρισε τον Ίωνα για δικό του παιδί,[2] όπως είδαμε να περιγράφεται με λεπτομέρειες παραπάνω.

Είναι μία από τις πολλές χαρακτηριστικές περιπτώσεις κατά τις οποίες – όπως προαναφέραμε – διάφοροι άρχοντες και βασιλιάδες, προκειμένου ν’ αυξήσουν το κύρος τους απέναντι στους υπηκόους τους και ν’ αποτρέψουν επικίνδυνες αμφισβητήσεις τους, παράγγειλαν σε τραγωδοποιούς να δημιουργήσουν έργα στα οποία θα παρουσίαζαν τον φυσικό τους πατέρα ανίκανο να τεκνοποιήσει και να σκηνοθετήσουν, σε αντικατάστασή του, θεϊκή επίσκεψη στη μητέρα τους.

Σε απόσπασμα του Ησιόδου διαβάζουμε ότι οι απόγονοι του Δευκαλίωνα βασίλευαν στη Θεσσαλία:

«Οἱ ἀπὸ Δευκαλίωνος τὸ γένος ἔχοντες ἐβασίλευον Θεσσαλίας, ὥς φησιν  ῾Εκαταῖος καὶ ῾Ησίοδος». [3]

O Έλληνας, ο γιος του Δευκαλίωνα (ή του Δία), ίδρυσε στην περιοχή στην οποία αποβιβάστηκαν οι γονείς του, την επώνυμή του πόλη και πρωτεύουσa του βασιλείου του «Ελλάδα». Αυτή όμως,  είτε ήταν πόλη, όπως πιστεύουν μερικοί, είτε ήταν χώρα, όπως νομίζουν άλλοι (θέμα που δεν το αντιμετωπίζουμε στη θέση αυτή) βρισκόταν, πέρα από κάθε αμφιβολία και άσχετα με μικροδιαφορές των ειδικών ως προς την ακριβή θέση της, στην Αχαΐα Φθιώτιδα. Γιατί και αν ακόμη ο ισχυρισμός των κατοίκων της Μελιταίας, που είδαμε πιο πάνω, δεν αληθεύει, υπάρχουν και οι Φαρσάλιοι, της ίδιας πάντοτε περιοχής, που ισχυρίζονταν ότι η Ελλάδα ήταν στην περιοχή τους.

Το σχετικό απόσπασμα του Στράβωνα μας δίνει και άλλες χρήσιμες σχετικές πληροφορίες:

«Αὐτὰ δὲ λεχθέντα περὶ τῶν ὑπ’  <Ἀχιλλεῖ> ἐν ἀντιλογίᾳ ἐστί. Τὸ τε γὰρ  Ἄργος τὸ Πελασγικὸν <οἱ μὲν> καὶ πόλιν δέχονται  Θετταλικὴν περὶ Λάρισαν ἱδρυμένην ποτὲ νῦν δ’ οὐκέτι οὖσαν’ οἱ  δ’ οὐ πόλιν ἀλλὰ τὸ τῶν Θετταλῶν πεδίον οὕτως ὀνοματικῶς λεγόμενον, θεμένου τοὔνομα Ἄβαντος ἐξ Ἄργους δεῦρ’  ἀποικίσαντος. Φθίαν τε οἱ μὲν τὴν αὐτὴν εἶναι τῇ Ἑλλάδι καὶ Ἀχαΐᾳ, ταύτας δ’ εἶναι διατεμνομένης τῆς συμπάσης Θετταλίας θάττερον μέρος τὸ νότιον, οἱ δὲ διαιροῦσιν. Ἕοικε δ’ ὁ ποιητὴς δύο ποιεῖν τήν τε Φθίαν καὶ τὴν Ἑλλάδα, ὅταν οὕτως φῇ «οἱ τ‘ εἶχον Φθίην ἠδ’  Ἑλλάδα», ὡς δυοῖν οὐσῶν’ καὶ ὅταν οὕτως «φεῦ<γον> ἔπειτ’  άπάνευθε δι’   Ἑλλάδος  εύρυχόροιο,   Φθίην δ’  ἐξικόμην», καὶ ὅτι πολλαὶ  <Ἀχαιίδε>ς εἰσὶν ἀν’  Ἑλλάδα τε Φθίην τε». Ὁ μὲν οὖν ποιητὴς δύο ποιεῖ, πότερον δὲ πόλεις ἥ χώρας ὑποδηλοῖ. Οἱ δ’  ὕστερον τὴν Ἑλλάδα οἱ μὲν εἰπόντες χώραν διατετάσθαι φαςὶν εἰς τὰς Θήβας τὰς Φθιώτιδας ἀπὸ Παλαιοφαρσάλου (ἐν δὲ τῇ χώρᾳ ταύτῃ καὶ τὸ Θετίδειον ἔστι πλησίον τῶν Φαρσάλων ἀμφοῖν τῆς τε παλαιᾶς  καὶ  τῆς νέας, κἀκ τοῦ Θετιδείου τεκμαιρόμενοι τῆς ὑπὸ τῷ Ἀχιλλεῖ μέρος εἶναι καὶ τήνδε τὴν χώραν), οἱ δὲ εἰπόντες πόλιν Φαρσάλιοι μὲν δεικνύουσιν ἀπὸ ἑξήκοντα σταδίων τῆς ἑαυτῶν πόλεως κατεσκαμμένην πόλιν ἣν πεπιστεύκασιν εἶναι τὴν Ἑλλάδα».

Δηλαδή:

«Αυτά που είπε ο Όμηρος για τις χώρες που ήταν υπό την κυριαρχία του Αχιλλέα δημιουργούν πολλές αντιλογίες. Το «Άργος το Πελασγικόν», που σύμφωνα με μερικούς δηλώνει πόλη θεσσαλική κοντά στη Λάρισα η οποία δεν υπάρχει τώρα και σύμφωνα με άλλους  θα μπορούσε να είναι απλή ονομασία πόλης αλλά θα ήταν γενική ονομασία της θεσσαλικής πεδιάδας που υπενθύμιζε την εγκατάσταση εδώ των Αργείων αποίκων υπό την αρχηγία του Άβαντα. Η ίδια διαφωνία υπάρχει και για τη Φθία, διότι, ενώ άλλοι την ταυτίζουν με την Ελλάδα και την Αχαΐα και υποστηρίζουν ότι με τις τρεις αυτές ονομασίες ο ποιητής φανερώνει μία από τις μεγάλες υποδιαιρέσεις της Θεσσαλίας, δηλαδή το μισό προς τον νότο, άλλοι βλέπουν εδώ τρία ονόματα και τρεις χώρες. Πράγματι ο ποιητής φαίνεται ότι θέλει να διακρίνει την Φθία από την Ελλάδα όταν λέει: «εκείνοι επίσης από τη Φθία και την Ελλάδα όπου υπάρχουν ωραίες γυναίκες» σα να επρόκειτο για δύο διαφορετικές περιοχές. Και αλλού λέει: «έφυγα τότε μακριά και διασχίζοντας τις απέραντες εκτάσεις έφθασα ύστερα από λίγο στη Φθία»  και αλλού ακόμη «οι γυναίκες των Αχαιών δε λείπουν στην Ελλάδα ούτε στη Φθία.» Καίτοι δε ο ποιητής χρησιμοποιεί δύο ονομασίες, δε δηλώνει εάν με αυτές εννοεί πόλεις ή χώρες. Μεταξύ των νεοτέρων άλλοι μεν υποστηρίζουν ότι η ονομασία Ελλάδα ήταν ονομασία χώρας και φανέρωνε όλη την περιοχή που απλώνεται από Παλιοφάρσαλα μέχρι τις Φθιώτιδες Θήβες. Επειδή δε στο μέρος αυτό μεταξύ Παλιοφαρσάλων και Νεοφαρσάλων υπάρχει ονομασία Θετίδειον, συμπέραναν  από μόνο αυτή την ονομασία ότι όλη η περιοχή αυτή αποτελούσε μέρος της χώρας της εξουσίας του Αχιλλέα. Άλλοι αντίθετα υποστηρίζουν ότι η αρχαία Ελλάδα ήταν πόλη, ενώ οι κάτοικοι των Φαρσάλων δείχνουν σε απόσταση εξήντα σταδίων από την πόλη τους πόλη ερειπωμένη την οποία δε διστάζουν να ταυτίσουν με την Ελλάδα».

Σύμφωνα με μία εκδοχή του μύθου που ακουγόταν στα μέρη της Αχαΐας Φθιώτιδας ιδρυτής της πόλης Φθία ήταν ο Φθως, ο γιος του Αχαιού και δισέγγονος του Έλληνα, και ιδρυτής της πόλης Ελλάς, ο Έλληνας, ο γιος του Δευκαλίωνα. Από την άποψη αυτή, εάν υποθέσουμε πως αρχαιότερος γενεαλογικά ιδρυτής μιας πόλης σημαίνει και αρχαιότερη πόλη, θα πρέπει τότε να θεωρηθεί ότι η Φθία ήταν πολύ νεότερη πόλη σε σχέση με την Ελλάδα.

Ως προς το ζήτημα αυτό, εάν δηλαδή η Ελλάδα και η Φθία ήταν πόλεις ή χώρες, νομίζουμε ως σωστότερη την άποψη – χωρίς να θέλουμε να υπεισέλθουμε στο σχετικό πρόβλημα με κατάθεση δικής μας άποψης – ότι πρέπει να συνέβαιναν και τα δύο. Υπήρχε πόλη που λεγόταν Ελλάδα και η οποία ήταν «πρωτεύουσα» μιας χώρας που επίσης λεγόταν Ελλάδα, όπως υπήρχε και πόλη που λεγόταν Φθία και ήταν «πρωτεύουσα» μιας χώρας που λεγόταν Φθία. Πάντως, ανεξάρτητα από τα προβλήματα και τις διαφορετικές απόψεις που διατυπώνονται, όλοι συμφωνούν ότι οι δύο αυτές πόλεις και περιοχές ήταν γύρω από τον ορεινό όγκο της Όθρης. Και αυτό είναι εκείνο που στην περίπτωσή μας ενδιαφέρει, αφού στόχος μας δεν είναι η εξέταση και προπαντός η  λύση  των  ιστορικών προβλημάτων αλλά η επισήμανση της σπουδαιότητας των μυθολογικών αναφορών της περιοχής της Αχαΐας Φθιώτιδας.

Σύμφωνα με τον Απολλόδωρο ο Δευκαλίωνας ήταν βασιλιάς «τῶν περὶ τὴν Φθίαν τόπων»

Για τον Έλληνα μας μιλάει και ο Θουκυδίδης, που τον παρουσιάζει μάλιστα όχι πρόσωπο  της  μυθολογίας  αλλά  ως φυσικό υπαρκτό πρόσωπο, το οποίο αγωνίστηκε προκειμένου να επιβληθεί και ότι πρώτοι οι υπήκοοι του Αχιλλέα της Αχαΐας Φθιώτιδας είχαν το όνομα Έλληνες και από αυτούς μετά το πήραν και όλοι οι άλλοι:

«Ἕλληνος δὲ καὶ τῶν παίδων αὐτοῦ ἐν τῇ Φθιώτιδι ἰσχυσάντων, καὶ ἐπαγομένων αὐτοὺς ἐπ’  ὠφελείᾳ ἐς τὰς ἄλλας πόλεις, καθ’  ἑκάστους μὲν ἤδη τῇ ὁμιλίᾳ μᾶλλον καλεῖσθαι Ἕλληνας, οὐ μέντοι πολλοῦ γε χρόνου ἐδύνατο καὶ ἅπασιν ἐκνικῆσαι. Τεκμηριοῖ δὲ μάλιστα Ὅμηρος’ πολλῷ γὰρ ὕστερον ἔτι καὶ τῶν Τρωικῶν γενόμενος οὐδαμοῦ <οὕτω> τοὺς ξύμπαντας ὠνόμασεν οὐδ’  ἄλλους ἤ τοὺς μετ’ Άχιλλέως έκ τῆς Φθιώτιδος, οἳπερ καὶ πρῶτοι Ἕλληνες ἦσαν».[4]

Δηλαδή:

«Όταν δε ο Έλληνας και τα παιδιά του απόκτησαν μεγάλη δύναμη στη Φθιώτιδα και οι άνθρωποι τους καλούσαν σε άλλες πόλεις για βοήθεια, καθένας χωριστά μεν στην αρχή, από την συναναστροφή τους (με τον Έλληνα και τους δικούς του) ονομάζονταν Έλληνες, αλλά δεν μπορούσε να γίνει αυτό με όλους πριν περάσει αρκετός χρόνος. Το τεκμηριώνει αυτό ιδιαιτέρως ο Όμηρος, διότι επειδή έζησε πολύ αργότερα από τον Τρωικό Πόλεμο πουθενά δεν ονόμασε έτσι όλους αλλά μόνο τους συντρόφους του Αχιλλέα από τη Φθιώτιδα, οι οποίοι ήταν οι πρώτοι Έλληνες».

Και ο Θουκυδίδης λοιπόν, όπως βλέπουμε, με τις μαρτυρίες του,  έρχεται να ενισχύσει την ίδια  άποψη.

[1] Hesiodi Carmina, Αποσπάσματα, Ηοίαι  7 (27), έκδ. Lipsiae MCMII  (1902),  σελ. 132 – 133

[2]  Ευριπίδης, Ίων στ. 5301.

[3] Hesiodι, ό. π.  8  (28)  σελ. 133.

[4] Θουκυδίδου Ιστοριών Α , 3. 2-3