104 Χρόνια Ευξεινούπολη

Τρίτη 11, Οκτώβριος 2011 – 18:13 Συγγραφέας: Τριαντάφυλλος Σπανός, Θεολόγος Γυμνασίου –Λυκείου Σούρπης.

Θα ήθελα κατ΄ αρχάς να εκφράσω τις θερμές ευχαριστίες της Φιλαρχαίου Εταιρείας Αλμυρού προς τον Πολιτιστικό σύλλογο Ευξεινούπολης, για την ιδιαίτερη τιμή να συμμετάσχει το σωματείο μας, που πάντοτε έχει στόχο την ανάδειξη και προβολή της τοπικής μας ιστορίας, στην σημερινή, λιτή, εκδήλωση μνήμης για την ίδρυση του άξιου, δραστήριου και πάντοτε δημιουργικού τόπου της Ευξεινούπολης.

Έχει περάσει πλέον ένας αιώνας ,104 χρόνια συγκεκριμένα, από τις 30 Σεπτεμβρίου του 1907 ,που έγιναν τα εγκαίνια και η θεμελίωση της Ευξεινούπολης Αλμυρού Μαγνησίας , του νέου τόπου που βρήκαν οι Έλληνες πρόσφυγες της Ανατολικής Ρωμυλίας να εγκατασταθούν και να ξεκινήσουν από την αρχή την ζωή τους.

Ο άγριος και συστηματικός διωγμός του ελληνικού πληθυσμού από την Βουλγαρική κυβέρνηση, γύρω στις 400.000 υπολογίζονται οι Έλληνες που ζούσαν το 1906 στην Ανατολική Ρωμυλία, είχε αρχίσει όχι εκείνα τα χρόνια, αλλά πιο πριν, από το 1885 ήδη και κορυφώθηκε δυστυχώς στα τραγικά γεγονότα του 1906. Χιλιάδες Ελλήνων εγκατέλειψαν τις πατρογονικές εστίες και με την βοήθεια του Ελληνικού κράτους, ήρθαν κυρίως στη Θεσσαλία, αφού Μακεδονία και Θράκη ήταν ακόμη στο τουρκικό κράτος, στην Οθωμανική αυτοκρατορία. Ανθελληνικά συλλαλητήρια και διαδηλώσεις γίνονταν συνεχώς το 1906 σε πολλές πόλεις, στη Σόφια ,στη Φιλιππούπολη, στη Βάρνα ,στον Πύργο, λεηλατήθηκαν εκκλησίες ,καταστήματα, σχολεία ,σπίτια. Τα επεισόδια κορυφώθηκαν τον Ιούλιο του 1906,όταν συνέβη και η πυρπόληση της μαρτυρικής Αγχιάλου. Έτσι πολλοί Έλληνες, από όλη την Ανατολική Ρωμυλία, πήραν τον δρόμο του γυρισμού για την Ελλάδα. Στην ευρύτερη περιοχή του Αλμυρού δημιουργήθηκαν δυο χωριά ,για την αποκατάσταση αυτών των προσφύγων, η Νέα Αγχίαλος και η Ευξεινούπολη. Όμως αν και οι πρόσφυγες ,από την Βάρνα, την Στενήμαχο, τον Πύργο ,την Σωζόπολη, την Μεσημβρία είχαν φθάσει στη περιοχή του Αλμυρού από το φθινόπωρο του 1906 ο οικισμός τους άργησε έναν ολόκληρο χρόνο να θεμελιωθεί και τελικά αυτό έγινε στις 30 Σεπτέμβρη του 1907, μια οριακή και ιστορική φυσικά ημερομηνία πλέον για την Ευξεινούπολη. Όλον αυτό τον καιρό οι άνθρωποι αυτοί έμεναν σε κάποια σπίτια στον Αλμυρό ή σε πρόχειρες ξύλινες παράγκες, αλλά και σε υπόστεγα στις αυλές εκκλησιών και σχολείων, πάντα στον Αλμυρό και κυρίως στον τουρκικό στρατώνα στις όχθες του Ξηριά. Ο χειμώνας όμως του 1907 πλησίαζε, η ανέγερση του προσφυγικού οικισμού αργούσε να ξεκινήσει και ο κόσμος πίεζε επιτακτικά να δοθεί λύση. Επίσης πίεζαν με τις ενέργειες τους προς το επίσημο κράτος και οι σύλλογοι που είχαν δημιουργηθεί στον Αλμυρό για την βοήθεια των προσφύγων, όπως ο Σύλλογος Αλληλοβοήθειας Προσφύγων Αλμυρού, με το Γενικό Ταμείο Προσφύγων και η Επιτροπή Περιθάλψεως Προσφύγων Ανατολικής Ρωμυλίας.

Σύλλογοι, όπου πρωτεργάτης ήταν ένας πρόσφυγας ,από παλιότερες εποχές που είχε έρθει στον Αλμυρό, ο Ηπειρώτης Νικόλαος Γιαννόπουλος, ο ιδρυτής ουσιαστικά της Φιλαρχαίου Εταιρείας Αλμυρού. Στις 12 Σεπτεμβρίου του 1907,λίγες ημέρες πριν τα εγκαίνια, δεν υπήρχε ακόμη σχέδιο του συνοικισμού, που θα δημιουργούνταν για τους πρόσφυγες, ούτε επακριβώς είχε οριστεί η έκταση, που θα γίνονταν ο νέος τους τόπος. Μάλιστα τους είχε προταθεί η παραθαλάσσια έκταση στον Αη Γιάννη ,στο Τσιγκέλι, στον όρμο του Αλμυρού, αλλά εκεί δεν ήθελε κανείς να πάει, αφού υπήρχε ο βάλτος και η ελονοσία που θέριζε. Ο χειμώνας λοιπόν του 1907 πλησίαζε, οι πρόσφυγες αγωνιούσαν και στον πρώην τουρκικό στρατώνα ,στον Ξηριά , που ήταν μαζεμένοι οι περισσότεροι, δυνατότητα θέρμανσης δεν υπήρχε. Αποφασίστηκε τελικά να δοθεί η περιοχή πάνω από τον Αλμυρό, έγινε η παραχώρηση από την Κοινότητα Αλμυρού, εγκρίθηκε η μελέτη και τα σχέδια ανέγερσης του νέου χωριού, με 10 οικοδομικά τετράγωνα, με 10 κάθετους και 10 οριζόντιους δρόμους, και 600 τ.μ και 720 τ.μ το κάθε οικόπεδο που θα δίνονταν στον κόσμο.

30 Σεπτεμβρίου 1907 ,ημέρα Σάββατο, γίνονται με λαμπρή τελετή, πρώτα τα εγκαίνια και η θεμελίωση της Ν.Αγχιάλου, στις 9 το πρωί και αμέσως μετά ,στις 3 το μεσημέρι της Ευξεινούπολης, σε εξέδρα στολισμένη με μυρτιές ,παρουσία του Διαδόχου Κωνσταντίνου, πολιτικών , στρατιωτικών και εκκλησιαστικών αρχών. Ο Διάδοχος, ενώ παιάνιζε η Φιλαρμονική του Αλμυρού, έβαλε σε έναν ανοιγμένο λάκκο τον θεμέλιο λίθο της Ευξεινούπολης, από λευκό μάρμαρο Πεντέλης, όπου επάνω στον λίθο υπήρχε η κατάλληλη επιγραφή, με την αναφορά της θεμελίωσης του νέου χωριού. Τα εγκαίνια έγιναν, οι επίσημες αρχές αναχώρησαν για την Αθήνα και τον Βόλο, αλλά πέρασαν δύο χρόνια για να γίνει ο οικισμός. Τον Μάρτιο του 1909 είχαν κτισθεί 700 από τα 850 σπίτια του νέου χωριού και τα υλικά, κυρίως το αμμοχάλικο, για την ανοικοδόμηση των σπιτιών, τα έφερναν από την κοίτη του χειμάρρου Ξηριά, με ειδικές ράγες και βαγονέτα, μόνο που ο Ξηριάς τον Σεπτέμβρη του 1908 πλημμύρισε και κατέστρεψε όλες τις εγκαταστάσεις. Έγιναν τελικά τα σπίτια του νέου οικισμού ,παραδόθηκαν στους Ρωμυλιώτες πρόσφυγες, που ως καλοί νοικοκυραίοι ,τα έβαψαν με ώχρα και λουλάκι, κρέμασαν το εικονοστάσι, έβαλαν μέσα σ’ αυτό την στεφανοθήκη, αλλά και το πολύτιμο γι’ αυτούς χαρτί, το παραχωρητήριο του κλήρου, που τους έδωσε το κράτος. Στους τοίχους του νέου σπιτικού τους κρέμασαν τα κάδρα των προγόνων τους, περιέφραξαν οι άνδρες με παλιούρια από τον Ξηριά τις αυλές των σπιτιών τους και εκεί μέσα πλέον έκλεισαν τον πόνο του ξεριζωμού τους ,αλλά και τα όνειρά τους, για μια νέα ελπιδοφόρα ζωή. Κτήματα και χωράφια τους δόθηκαν, χέρσες όμως εκτάσεις, ερημοτόπια, βαλτότοποι, άγονα χώματα, αλλά η εργατικότητά τους και η ευρηματικότητα τους τα μετέτρεψε σε εύφορους τόπους, γόνιμα καπνοτόπια, ονομαστά αμπέλια. Όλα αυτά βέβαια με ατυχίες και αναποδιές , η εφημερίδα Πρωία του Βόλου έγραφε τον Ιούλιο του 1910 ‘‘Ανταπόκριση από τον Αλμυρό, οι πρόσφυγες είναι πολύ ατυχείς, όλα τα κακά τους βρίσκουν το ένα μετά το άλλο, είναι σε απόγνωση, αφού καταστράφηκαν τα σπαρτά τους από τις επιδρομές ακρίδων. Συνάμα διάφορες ασθένειες, επιδημίες, τους μαστίζουν ακόμη και οι έμμισθοι γιατροί που τους επισκέπτονταν, έπαψε το κράτος να τους στέλνει’’. Και η ίδια εφημερίδα έναν μήνα πριν έγραφε : Το Δημοτικό συμβούλιο του Αλμυρού ενέκρινε τον διορισμό δασκάλων στην Ευξεινούπολη, αλλά η κατάσταση των διδακτηρίων είναι οικτρή, κυρίως του Παρθεναγωγείου, είναι πολύ χειρότερη και από τα μισοτελειωμένα σπίτια του χωριού, χωρίς υαλοπίνακες στα παράθυρα, χωρίς πόρτες, χωρίς θρανία και οι δυστυχείς μαθήτριες κάθονται σταυροπόδι στο έδαφος.

Νοικοκυρεύτηκαν στα σπίτια τους, έστειλαν τα παιδιά τους στο σχολείο, άρχισαν να καλλιεργούν τα χωράφια τους, έκτισαν και την εκκλησία τους. Τον Οκτώβριο του 1909, δύο χρόνια μετά τον ερχομό τους, εγκαινιάστηκε ο ναός της Παναγίας και αποτέλεσε το κέντρο του προσφυγικού οικισμού της Ευξεινούπολης. Ένας ναός απλός, λιτός, μια τρίκλιτη βασιλική, φτιαγμένη από τα ίδια υλικά που χρησιμοποιήθηκαν για τα σπίτια του χωριού, χωρίς τρούλο, με ξύλινο ταβάνι. Το προαύλιο του ναού μεγάλο, στη μέση του ένα πηγάδι, ψηλά δένδρα, αλλά και λουλούδια ,τριανταφυλλιές κι ένας μανδρότοιχος να το χωρίζει από το διπλανό Δημοτικό σχολείο. Στο κέντρο του ναού οι εικόνες που ήρθαν από την Ανατολική Ρωμυλία, η Παναγία Βρεφοκρατούσα και η Κοίμηση της Θεοτόκου, δύο από τις πάμπολλες εικόνες που έφεραν οι πρόσφυγες από τις ‘’χαμένες πατρίδες’’ τους.

Η Ευξεινούπολη βρίσκεται πλέον στην δεύτερη εκατονταετηρίδα της ύπαρξης της ,οι Ρωμυλιώτες πρόσφυγες, οι Μικρασιάτες, οι Πόντιοι πρόσφυγες, οι Βλάχοι, οι Σαρακατσάνοι, που ήρθαν αργότερα και εγκαταστάθηκαν εδώ σ’ αυτόν τον τόπο, έχουν προκόψει και έχουν δημιουργήσει τη σημερινή Ευξεινούπολη. Μια πόλη πλέον που ξεχωρίζει με την δράση της και την συνολική παρουσία των κατοίκων της σ’ όλη την Νοτιοδυτική Μαγνησία.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:1) Βίκτωρας Κοντονάτσιος, Ένας αιώνας ζωής της Ευξεινούπολης, Ένθετο Διαδρομές της Κυριακάτικης Θεσσαλίας, φ. 8-1-2006

2)Παναγιώτης Τσιακούμης ,Η Εκκλησία της Κοιμήσεως της Θεοτόκου της Ευξεινούπολης ,έκδοση του Ιερού ναού , Αθήνα 2006

3)Λίτσα Λαγγούρα ,Οι Ρωμυλιώτες της Ευξεινούπολης , Αλμυρός 2006