Τὸ ἀπελευθερωτικὸ κίνημα τοῦ ἔτους 1854
Α” ΜΕΡΟΣ
Τὸ κοινὸ χαρακτηριστικὸ γνώρισμα ὅλων τῶν ἀπελευθερωτικῶν κινημάτων τῶν Ἑλλήνων, μετὰ ἐκεῖνο τῶν ἐτῶν 1821 – 1830, ἀποτέλεσμα τοῦ ὁποίου ἦταν ἡ δημιουργία τοῦ πρώτου Ἑλληνικοῦ Κράτους, εἶναι ἡ ἐχθρικὴ ἀντιμετώπισή τους ἀπὸ τὶς ἰσχυρές χῶρες τῆς Εὐρώπης. Περισσότερο ἔντονη ἀλλὰ καὶ περισσότερο συστηματικῶς ὀργανωμένη καὶ συνδυασμένη ἡ ἐχθρικὴ αὐτὴ ἀντιμετώπιση τῶν ἰσχυρῶν κρατῶν τῆς Εὐρώπης, κυρίως τῆς Γαλλίας καὶ τῆς Ἀγγλίας, ἀλλὰ καὶ τῆς Ρωσίας, ἦταν εἰδικῶς ἀπέναντι στὸ ἀπελευθερωτικὸ κίνημα τοῦ ἔτους 1854.
Γενικῶς τὸ πολιτκὸ κλῖμα τῆς Εὐρώπης κατὰ τὸ ἔτος 1854 ἦταν, σαφέστατα καὶ ρητῶς καὶ κατηγορηματικῶς διατυπωμένο, ἐναντίον κάθε ἀπελευθερωτικοῦ κινήματος τῆς Ἑλλάδας. Ἡ ἐποχὴ αὐτή, τοῦ ἀπελευθερωτικοῦ κινήματος τοῦ ἔτους 1854, οὐδεμία ὁμοιότητα εἶχε μὲ τὴν ἐποχὴ τοῦ κινήματος τῶν ἐτῶν 1821 -1830, ἄν καὶ τὰ δύο ἀπελευθερωτικὰ αὐτὰ κινήματα ἀπέβλεπαν στὸν ἴδιο ἀκριβῶς σκοπό, τὴν ἀπελευθέρωση σκλαβωμένων ἑλληνικῶν χωρῶν καὶ λαῶν.
Στὸ ἀπελευθερωτικὸ κίνημα τοῦ ἔτους 1854 ἀντὶ γιὰ τὴν συμπάθεια, τὸν ἁγνὸ φιλελληνισμὸ καὶ τὴν συμπαράσταση τὰ ὁποῖα εἶχαν παρατηρηθεῖ καὶ ἐκδηλωθεῖ κατὰ τὸν ἀγῶνα τῶν ἐτῶν 1821 -1830, ἐκ μέρους τῶν μεγάλων εὐρωπαϊκῶν κρατῶν, κατὰ τὸ ἀπελευθερωτικὸ κίνημα τοῦ 1854 ὑπῆρξε ἐπιμελῶς ὀργανωμένη καὶ συστηματικῶς μεθοδευμένη ἡ ἐχθρικὴ ἀντιμετώπιση. Ἀντὶ τοῦ δραστηριοποιημένου φιλελληνισμοῦ τοῦ ἀγῶνα τοῦ 1821 τώρα, στὰ μεγάλα εὐρωπαϊκὰ κράτη, κυριότατα τῆς Γαλλίας καὶ τῆς Ἀγγλίας, κυριαρχοῦσαν καὶ μεθοδεύονταν συστηματικῶς ἀνθελληνικὲς δραστηριότητες καὶ πολιτικὲς συμπεριφορὲς ἐντελῶς ἀντίθετες καὶ καθαρῶς πολέμιες σὲ κάθε προσπάθεια ἐδαφικῆς ἐπέκτασης τῆς Ἑλλάδας.
Κατὰ τὸ ἀπελευθερωτικὸ κίνημα τοῦ ἔτους 1854, ἄν καὶ ἐντελῶς ὅμοιο στοὺς σκοπούς, στὶς ἐπιδιώξεις καὶ στοὺς προσανατολισμοὺς μὲ τὸ κίνημα τοῦ ἔτους 1821, ὄχι μόνο ἔλειψαν οἱ φιλέλληνες καὶ οἱ φιλελληνικὲς δραστηριότητες Εὐρωπαίων ἀλλὰ ἀντιθέτως δημιουργοῦνταν, μὲ τὴν κατάλληλη προπαγάνδα τῶν πρεσβειῶν καὶ τῶν κυβερνήσεων τῶν μεγάλων εὐρωπαϊκῶν κρατῶν καὶ τῶν ἐφημερίδων τους, ἔντονη καὶ δραστικὴ ἀνθελληνικὴ ἀτμόσφαιρα.
Ἀφανής, ἀλλὰ καὶ οὐσιαστικὸς συνεργός, ὑποκινητὴς καὶ φανατικὸς ὑποστηρικτὴς τοῦ ἀνθελληνικοῦ αὐτοῦ κλίματος καὶ τῶν ἀνθελληνικῶν πολιτικῶν καὶ στρατιωτικῶν συμπεριφορῶν τῶν εὐρωπαϊκῶν κρατῶν, τῆς Γαλλίας καὶ τῆς Ἀγγλίας κυρίως, ὅλως ἰδιαιτέρως κατὰ τὸ ἀπελευθερωτικὸ κίνημα τοῦ ἔτους 1854, ἦταν ὁ ἀρχηγὸς τῆς Δυτικῆς Ἐκκλησίας, Πάπας Πῖος ὁ Θ΄, γιὰ τοὺς δικούς του ἀσφαλῶς, ἐνττελῶς διαφορετικοὺς καὶ ξεχωριστοὺς λόγους, ὅπως ἀναφέρουμε στὴν συνέχεια.
Τὸ ἀπελευθερωτικὸ κίνημα τοῦ ἔτους 1854, σὲ ἀντίθεση μὲ τὶς ἄλλες εὐρωπαϊκὲς χῶρες, τὴν Γαλλία κὶ τὴν Ἀγγλία, ὑποστηριζόταν ἀπὸ τὴν Ρωσία, ὄχι βεβαίως γιατὶ αὐτὴ παρακινοῦνταν ἀπὸ ἁγνὰ φιλελληνικὰ αἰσθήματα ἀλλὰ ἐπειδή, μὲ τὴν ἀπασχόληση τουρκικῶν στρατιωτικῶν δυνάμεων στὴν καταπολέμηση τοῦ ἑλληνικοῦ αὐτοῦ ἀπελευθερωτικοῦ κινήματος διευκολυνόταν ὁ δικός της παράλληλος ἐκείνη τὴν ἐποχὴ πόλεμος μὲ τὴν Τουρκία, ὁ λεγόμενος Κριμαϊκὸς Πόλεμος.
Τὴν εὐνοϊκή αὐτὴ γιὰ τὸ ἑλληνικὸ ἀπελευθερωτικὸ κίνημα διάθεσή της ἡ Ρωσία τὴν δικαιολογοῦσε καὶ οὐσιαστικῶς τὴν κάλυπτε κάτω ἀπὸ τὸ ὄνομα μιᾶς δῆθεν ἐπιδιωκόμενης καὶ ἐπιβαλλόμενης συνένωσης καὶ ἀπελευθέρωσης ὅλων τῶν ὀρθοδόξων χριστιανῶν ὑπὸ τὸ ὀρθόδοξο πατριαρχεῖο τῆς Κωνσταντινουπόλεως.
Ἡ πιθανότητα μιᾶς τέτοιας συνένωσης τῶν ὀρθοδόξων χριστιανῶν καὶ ἡ διαφαινόμενη δυνατότητα μιᾶς ἀνασύστασης τῆς Ὀρθόδοξης Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας καὶ ἀνάδειξης σὲ κυριαρχο ρόλο τοῦ ὀρθοδόξου Πατριαρχείου καὶ τοῦ Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως προκαλοῦσε τὴν ὀργὴ τοῦ Πάπα τῆς Ρώμης καὶ γι’ αὐτὸ συμπαραστεκόταν, παρακινοῦσε καὶ ὑποστήριζε τὶς προσπάθειες Γαλλίας καὶ Ἀγγλίας ἐναντίον τῆς ἀπελευθέρωσης ὀρθοδόξων περιοχῶν. Δὲν ἤθελε τὴν πανεθνικὴ ἕνωση τῶν ὀρθοδόξων χριστιανῶν ὑπὸ ἕνα Πατριαρχεῖο εἴτε τῆς Κωνσταντινουπόλως, εἴτε τῆς Μόσχας καὶ τὴν δημιουργία μᾶς μεγάλης Ἑλλάδας, ἡ ὁποία θὰ μείωνε τὴν ἐπιβολὴ καὶ τὴν κυριαρχία τοῦ καθολικοῦ Πατριαρχείου τῆς Ρώμης.
Οἱ μεγάλες εὐρωπαϊκὲς δυνάμεις τῆς ἐποχῆς τοῦ ἔτους 1854 ἤθελαν τὴν Ἑλλάδα ἕνα μικρὸ ἄβουλο κρατίδιο, ὥστε νὰ μὴν μπορεῖ νὰ ἀσκεῖ κυρίαρχο ρόλο γιὰ νὰ μποροῦν οἱ ἴδιες νὰ τὸ χρησιμοποιοῦν κατὰ βούληση στὴν ἐξυπηρέτηση τῶν δικῶν τους συμφερόντων. Γιὰ τὴν ἐξυπηρέτηση τῶν δικῶν τους συμφερόντων καὶ ἐπιδιώξεων φρόντιζαν νὰ διαβιβάζουν καὶ νὰ ἐπιβάλλουν τὴν ἑκάστοτε κατὰ τὶς ἐπιδιώξεις τους θέλησή τους διὰ τῶν πρεσβειῶν τους πρὸς τὴν ἑλληνικὴ κυβέρνηση ἀλλὰ καὶ πρὸς τὸν ἴδιο τὸν Ὄθωνα.
Τὸ δυστύχημα ἦταν ὅτι ἡ πολιτικὴ συμπεριφορὰ τῶν μεγάλων εὐρωπαϊκῶν κρατῶν τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, Ἀγγλίας, Γαλλίας καὶ Ρωσίας, ὑποστηριζόταν καὶ ἀπὸ τὰ τότε ἑλληνικὰ πολιτικὰ κόμματα μὲ τὰ χαρακτηριστικὰ ὀνόματα (Φιλο)αγγλικὸ Κόμμα, (Φιλο)γαλλικὸ Κόμμα, (Φιλο)ρωσικὸ Κόμμα.
Τὴν φανερὴ ἀνθελληνικὴ στάση τῆς Γαλλίας καὶ τῆς Ἀγγλίας καὶ τὶς ἐνέργειές τους καὶ ἐπεμβάσεις γιὰ τὴν ἀποτροπὴ καὶ καταπολέμηση κάθε ἀπελευθερωτικοῦ κινήματος ἐναντίον τῆς Τουρκίας διευκόλυναν καὶ ἐνίσχυαν καὶ οἱ οἰκογενειακὲς σχέσεις, δεσμοὶ καὶ ἐξαρτήσεις τοῦ νεαροῦ βασιλιᾶ τῆς Ἑλλάδας. Ὁ πατέρας τοῦ Ὄθωνα, βασιλιὰς τῆς Βαυαρίας, Λουδοβῖκος, καὶ ὁ ἀδερφός του, βασιλιὰς τῆς Πρωσσίας, Μαξιμιλιανός, ἀκολουθῶντας καὶ ὑπηρετῶντας καὶ αὐτοὶ τὶς γαλλικὲς καὶ ἀγγλικὲς ἐπιδιώξεις, συμβούλευαν καὶ πίεζαν τὸν Ὅθωνα νὰ ἀποφεύγει καὶ νὰ ἐναντιώνεται σὲ κάθε πολεμικὴ δραστηριότητα κατὰ τῆς Τουρκίας ἡ ὁποία θὰ ἀπέβλεπε στὴν ἐδαφικὴ ἐπέκταση τῆς Ἑλλάδας.
Ἀντιθέτως ἡ Ρωσία, ἀποβλέποντας στὴν δική της καὶ μόνο ἐδαφικὴ ἐπέκταση εἰς βάρος τῆς Τουρκίας, τὴν ὁποία ἐπιδίωκε εἰδικῶς τὴν ἐποχὴ ἐκείνη, προέτρεπε τοὺς Ἔλληνες σὲ ἐξέγερση κατὰ τῆς Τουρκίας καὶ ἦταν ἐκείνη ἡ ὁποία συνέβαλε οὐσιωδῶς στὴν ἔναρξη τοῦ ἀπελευθερωτικοῦ κινήματος τοῦ ἔτους 1854.
Ὡστόσο καὶ ἡ εὐμενὴς αὐτὴ διάθεση τῆς Ρωσίας καὶ ἡ παρότρυνσή της πρὸς μία νέα ἐξέγερση τῶν Ἑλλήνων δὲν σήμαινε ὅτι εὐνοοῦσε ἤ ἐπιθυμοῦσε τὴν ἐδαφικὴ ἐπέκταση τῆς Ἑλλάδας. Ἐπιδίωξή της ἦταν ἡ φθορὰ τῆς Τουρκίας γιὰ νὰ εἶναι εὐκολότερη ἡ δική της ἐδαφικὴ ἐπέκταση σὲ βάρος τῆς Τουρκίας.
Τρανὴ ἀπόδειξη αὐτοῦ εἶναι ἡ καταληκτικὴ σαφέστατη καὶ λίαν ἀποκαλυπτικὴ τῶν πραγματικῶν διαθέσεων καὶ ἐπιδιώξεών της φράση τοῦ Τσάρου τῆς Ρωσίας Νικολάου Α΄, τὸν Φεβρουάριο τοῦ 1853, σὲ συζήτησή του μὲ τὸν Ἄγγλο πρεσβευτὴ στὴν Πετρούπολη. Δήλωσε τότε ὁ Τσάρος Νικόλαος Α΄ : «Δὲν ἐπιθυμῶ τὴν Ἑλλάδα μεγάλη ἤ τὴν ἐπανίδρυση τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας. Θὰ προτιμοῦσα νὰ φονευθεῖ καλύτερα καὶ ὁ τελευταῖος Ρῶσος στρατιώτης παρὰ νὰ ἐπιτρέψω τὴν ἐδαφικὴ ἐπέκταση τῆς Ἑλλάδας».
Ὡστόσο, παρὰ τὸ γενικευμένο αὐτὸ ἀποτρεπτικὸ κλῖμα τῆς Εὐρώπης ἔναντι κάθε ἀπελευθερωτικῆς κίνησης τῆς Ἑλλάδας καὶ παρὰ τὴν διστακτικὴ στάση καὶ αὐτῆς ἀκόμα τῆς Ἑλληνικῆς Κυβέρνησης ἀθρόα καὶ ἐνθουσιώδης ἦταν ἡ συμμετοχὴ στὸ κίνημα τοῦ ἔτους 1854 ἐθελοντῶν πολεμιστῶν τῆς ἐλεύθερης Ἑλλάδας.
Ἡ ἀθρόα καὶ ἐνθουσιώδης αὐτὴ συμμετοχὴ ἐθελοντῶν πολεμιστῶν τῆς ἐλεύθερης Ἑλλάδας ἦταν μάλιστα μεγαλύτερη καὶ περισσότερο ἐνθουσιώδης καὶ ἀπὸ αὐτὴ ἀκόμα τῶν μονίμων κατοίκων τῶν σκλαβωμένων μερῶν.
«Καὶ οἱ μὲν ἐλεύθεροι Ἕλληνες πάντες, ἐπίσημοι καὶ ἄσημοι, δῆμος τε καὶ ὄχλος, ἤθελαν τὴν ἐπανάστασιν· τῶν δὲ ἄλλων Ἐλλήνων οἱ μὲν προὔχοντες πάντες σχεδὸν ὤκνουν λαμβάνοντες πρὸ ὀμμάτων τὸ ἀπαράσκευον τῶν Ἑλλήνων καὶ τὴν παρασκευὴν τῶν Τούρκων καὶ τὴν φαινομένην εὐδαιμονίαν, ἥν ἀπήλαυον πτήσσοντες μὲν ἐνώπιον τοῦ εὐτελεστέρου Τούρκου, ἀγέροχοι δὲ ὄντες ἐνώπιον καὶ τοῦ ἀρίστου Ἕλληνος», γράφει χαρακτηριστικῶς ὁ Γ. Π. Κρέμος στὴν μνημειώδη ἐργασία του «Νεωτάτη Ἱστορία τῆς Ἑλλάδος», τόμος Δ΄, σελ. 1122
Θερμότατος ὑποστηρικτὴς τοῦ ἀπελευθερωτικοῦ κινήματος τοῦ ἔτους 1854, παρὰ τὸ γενικὸ ἐχθρικὸ κλῖμα τῆς Εὐρώπης καὶ τὶς πανταχόθεν πιέσεις τῶν διπλωματικῶν ὑπηρεσιῶν τῆς Γαλλίας καὶ τῆς Ἀγγλίας καὶ παρὰ τὶς ἀντίθετες συμβουλὲς καὶ παροτρύνσεις τοῦ πατέρα του καὶ τοῦ ἀδελφοῦ του, ἦταν, ὡστόσο, ὁ βασιλιὰς τῆς Ἑλλάδας Ὄθωνας ἀλλὰ καὶ ἡ νεαρή, ἐνθουσιώδης καὶ λίαν φιλόδοξη βασίλισσα Ἀμαλία, τῆς ὁποίας ὁ ἐνθουσιασμὸς ἦταν ἀκόμη μεγαλύτερος καὶ ἐνίσχυε τὴν θέληση καὶ τὴν ἐπιθυμία τοῦ Ὄθωνα ὅταν αὐτὴ καμπτόταν καὶ δίσταζε νὰ ἐκδηλωθεῖ κάτω ἀπὸ τὸ γενικὸ ἐχθρικὸ κλῖμα τὸ ὁποῖο κυριαρχοῦσε στὸ περιβάλλον του.
Στὸν ἐνθουσιασμὸ αὐτὸν τοῦ νεαροῦ βασιλικοῦ ζεύγους ἦταν φανερὸ ὅτι ὑπόβοσκε τὸ ὄνειρο τῆς ἀνασύστασης τῆς Μεγάλης Ἑλλάδας, τὸ ὅραμα τῆς «Μεγάλης Ἰδέας» καὶ τῆς ἀναβίωσης τοῦ ἔνδοξου παρελθόντος τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας. Τὸ ὄνειρο αὐτό, τὸ ὁποῖο ἦταν καὶ ὄνειρο πολλῶν Ἑλλήνων τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, ἦταν ἰδιαιτέρως θερμουργὸ καὶ ἀγαπητό, ἐκείνη εἰδικῶς τὴν ἐποχή, γιὰ ἐντελῶς ἰδιαίτερους λαοφίλητους καὶ όνειροτρόφους λόγους.
Στὶς παραμονὲς τοῦ ἀγῶνα αὐτοῦ, ἀκριβῶς καὶ συγκεκριμένως κατὰ τὸ ἔτος 1853, συμπληρώνονταν τετρακόσια ἀκριβῶς χρόνια ἀπὸ τὴν ἅλωση τῆς Κωνσταντινουπόλεως, κατὰ τὸ ἔτος 1453, καὶ σύμφωνα μὲ κάποιους ἑρμηνευτὲς τῶν προφητειῶν τοῦ «Ἀγαθάγγελου», οἱ ὁποῖες ἐκείνη ἰδιαιτέρως τὴν ἐποχὴ ἦταν λαοφίλητες καὶ πιστευτὲς καὶ συνδαύλιζαν παρηγοριτικῶς τὰ ὄνειρα τῶν ὑπόδουλων Ἑλλήνων, ἀναμενόταν ὅτι θὰ πραγματοποιοῦνταν τὸ «πάλι μὲ χρόνια μὲ καιρούς, πάλι δικά μας θἆναι», ὅτι θὰ ἐλευθερωνόταν ἡ Κωνσταντινούπολη καὶ οἱ Ἕλληνες θὰ ἔδιωχναν τοὺς Τούρκους ὡς τὴν «Κόκκινη Μηλιά».
Ἡ νεαρὴ βασίλισσα Ἀμαλία φανταζόταν τὸν ἑαυτό της νὰ στέφεται αὐτοκράτειρα στὴν «Ἁγιὰ Σοφιά». Εἶχε πιστέψει ὅτι θὰ πραγματοποιηθοῦν ὅλα ὅσα περίμεναν οἱ «ἀγαθαγγελισταὶ» νὰ γίνουν.