Διαμἀχη Ἀλέων καὶ Θηβαίων

Διαμάχη «Ἁλέων» καὶ «Θηβαίων»

                   Στὴν πεδιάδα τοῦ Ἁλμυροῦ, στὸ γνωστὸ κατὰ τὴν ἀρχαιότητα ὡς «Κρόκιον Πεδίον» ἤ ὡς «Κροκωτόν Πεδίον», δύο κυρίως σημαντικὲς καὶ «ἐπώνυμες» πόλεις κυριαρχοῦσαν καὶ διαμόρφωναν,  ἔχοντας πρωταγωνιστικὸ καὶ κυρίαρχο λόγο, τὴν ἐσωτερικὴ  τοπικὴ ἱστορία καὶ συγκροτοῦσαν τὴν συνολικὴ ζωὴ καὶ δραστηριότητα καὶ τὴν κοινωνικὴ ταυτότητα τῆς περιοχῆς,  ἡ   Ἅλος  καὶ οἱ (Φθιώτιδες) Θῆβες.

                        Εἶναι οἱ δύο σημαντικότερες πόλεις τῆς περιοχῆς τοῦ Ἁλμυροῦ γιὰ τὶς  ὁποῖες διασώθηκαν καὶ μᾶς εἶναι γνωστὲς ἱστορικὲς ἀναφορές, ἀρχαιολογικὰ κατάλοιπα, μνημεῖα,  ἱερά, ὀνόματα πολιτῶν καὶ ἀρχόντων,  ψηφίσματα, ἐρείπια οἰκιῶν καί, γενικῶς, πολλὰ καὶ ἐνδιαφέροντα σαφέστατα ἀποδεικτικὰ τῆς ὕπαρξης καὶ τῆς ἱστορίας τους στοιχεῖα.

                      Τὰ ὅποια ἄλλα μικρότερα, ἀσήμαντα ἤ ἀγνοημένα  ἀπὸ τὶς  διασωθεῖσες ἱστορικὲς πληροφορίες καὶ μαρτυρίες, χωριὰ καὶ  οἰκιστικὰ σύνολα τὰ ὁποῖα  ἀσφαλῶς ὑπῆρχαν,  ἦταν σκορπισμένα στὸν γύρω ἀπὸ αὐτὲς τὶς δύο πόλεις χῶρο, στὶς πεδινές,  παραθαλάσσιες καὶ παραποτάμιες ὄχθιες ἐκτάσεις καὶ στὶς ὑπώρειες περιοχὲς τῆς Ὄρθρης.

                  Τὰ «ἀνώνυμα» καὶ ἄγνωστα σήμερα αὐτὰ χωριὰ καὶ οἰκιστικὰ  σύνολα ἦταν ἕνα εἶδος ἀγροτικῶν ἤ κτηνοτροφικῶν προαστίων ἤ καὶ μεμονωμένων ἀγροικιῶν.

                  Πάντοτε ὑπῆρχαν κάποιοι οἱ ὁποῖοι  ζοῦσαν μακριὰ  ἀπὸ τὰ ἀστικὰ κέντρα ἤ καὶ  ἀπὸ τὰ χωριά, κοντὰ στὶς  καλλιεργούμενες ἐκτάσεις τους καὶ  στοὺς χώρους τῆς ἀτομικῆς ἐπαγγελματικῆς καὶ οἰκογενειακῆς τους ἐνασχόλησης. 

                    Εἰδικῶς οἱ ἐπικρατοῦσες στὴν  εὐρύτερη  περιοχὴ τοῦ  Ἁλμυροῦ κοινωνικοοικονομικὲς συνθῆκες τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, οἱ ὁποῖες στηρίζονταν κυρίως στὴν μικρὴ ἀτομικὴ γεωργικὴ καὶ κτηνοτροφικὴ ἐνασχόληση τῶν κατοίκων, εὐνοοῦσαν καὶ  διευκόλυναν  ἄν δὲν καθιστοῦσαν ἀναγκαστικὴ καὶ ἐπιβεβλημένη τὴν ὕπαρξη μικρῶν καὶ ἀπομονωμένων μεταξύ τους οἰκιστικῶν μονάδων.

                         Οἱ κάτοικοι αὐτῶν ἀσφαλῶς ὑπάγονταν, σχετίζονταν καὶ ἐξαρτῶνταν    ἀπὸ τὰ πλησίον τους  δύο αὐτὰ  «ἀστικὰ κέντρα» καὶ μετεῖχαν, διατηρῶντας ἐπαφὲς ἀλλὰ καὶ  ἐξαρτημένες σχέσεις μαζί τους, γιατί δὲν μποροῦσαν νὰ κάνουν καὶ διαφορετικά, στὶς  δραστηριότητες καὶ στὶς  περιπέτειες, δυσάρεστες ἤ εὐχάριστες τῶν πλησίον τους αὐτῶν πόλεων.

                     Αὐτὸ ἀσφαλῶς συνεπαγόταν καὶ τὴν «ἐν ἀνωνυμίᾳ» συμπερίληψη τῶν δραστηριοτήτων τους καὶ τὴν «ἐν ἀφανείᾳ» ἱστορικὴ παρουσία  τους ἐντὸς τῆς «ἐπωνύμου» καὶ «ἐμφανοῦς ἱστορίας» τῶν δύο αὐτῶν γνωστῶν ἀστικῶν κέντρων. Ἡ δρῶσα,   ὡστόσο,  ἐν «ἀνωνυμίᾳ» καὶ   «ἀφανείᾳ», ἱστορία τῶν χωριῶν   αὐτῶν πρέπει νὰ ἐννοηθεῖ ἐνυπάρχουσα, παρὰ τὴν  ἀποσιώπησή τους, στὶς ἀναφορὲς τῆς παρούσας ἐργασίας. 

                   Ἡ ἱστορικὴ παρουσία τῆς  Ἅλου, πέραν  ἀπὸ τὶς   πάμπολλες μυθολογικὲς ἀναφορὲς τῶν  διαφόρων καὶ διαφορετικῶν μυθολογικῶν ἐκδοχῶν οἱ ὁποῖες  σχετίζονται μ’ αὐτήν, καλύπτει  δύο χρονικὲς περιόδους. Εἶναι ἡ χρονικὴ περίοδος τῶν κλασικῶν χρόνων καὶ ἡ χρονικὴ περίοδος τῶν ἑλληνιστικῶν χρόνων.

                 Χωρίζουμε τὴν ἱστορικὴ παρουσία τῆς Ἅλου ὡς πόλης στὶς  δύο αὐτὲς χρονικὲς περιόδους ἄν καὶ αὐτὲς ἀποτελοῦν συνέχεια ἡ δεύτερη τῆς πρώτης ὄχι κυρίως γιὰ λόγους τακτικῆς καὶ συμφωνίας μὲ τὸν ἀκολουθούμενο  ἀπὸ τοὺς ἱστορικοὺς χρονικὸ διαχωρισμὸ ἀλλὰ διότι γενικῶς ἡ Ἅλος, ὡς πόλη ἑνὸς συνόλου ἀνθρώπων, ὡς πόλη τῶν κατοίκων της, ὡς «Πόλις τῶν Ἁλέων»,  βρέθηκε καὶ ἀναφέρεται,  στὴν συνολικὴ διαχρονικὴ ἱστορική της πορεία, σὲ δύο διαφορετικές, ἀρκετὰ κοντὰ ἡ μία στὴν ἄλλη, θέσεις, κατὰ τὶς  δύο αὐτὲς περιόδους, ὅπως μαρτυρεῖται  ἀπὸ τὶς  γνωστὲς μας διασωθεῖσες πληροφορίες καὶ ἱστορικὲς πηγές.

                     Ἡ   Ἅλος  τῆς κλασικῆς ἐποχῆς, μὲ τεκμηριωμένη καὶ βεβαιωμένη,  ἀπὸ ἱστορικὲς πηγές, τὴν ὕπαρξὴ της κατὰ τὴν περίοδο, τοὐλάχιστον, τῶν Περσικῶν Πολέμων, βρισκόταν στὴν θέση ἡ ὁποία  στὴν σημερινὴ ἐποχὴ εἶναι γνωστὴ ὡς «Πλατανιώτικη Μαγοῦλα». Ἡ   Ἅλος  αὐτή, ἡ   Ἅλος  τῆς «Πλατανιώτικης Μαγούλας»,  ἦταν ἡ πόλη ἡ ὁποία καταστράφηκε κατὰ τὸ ἔτος 346 π. Χ.  ἀπὸ τὸν Παρμενίωνα, τὸν μακεδόνα στρατηγὸ τοῦ Φιλίππου Β΄.

                   Γιὰ τὴν ἵδρυσὴ της δὲν διαθέτουμε πληροφορίες στηριγμένες σὲ ἱστορικὲς πηγές. Συμφώνως, ὡστόσο, μὲ τὶς  γνωστὲς μυθολογικὲς ἀναφορὲς καὶ τὴν ὅποια  «ἱστορικὴ ἀλήθεια» καλύπτεται κάτω ἀπὸ αὐτές, ἡ  ἵδρυσὴ της ἀποδίδεται στὸν μυθικὸ βασιλιὰ Ἀθάμαντα.

                  Ἡ ἀκριβής, ὡστόσο, χρονολογία τῆς ἵδρυσής της δὲν  εἶναι γνωστὴ  ἀπὸ ἱστορικὲς ἀναφορές. Χάνεται στὸ βάθος τοῦ χρόνου, ὅπως συμβαίνει μὲ τὶς  περισσότερες πόλεις, τῶν ὁποίων ἡ   ἵδρυση  χάνεται σὲ ἀπύθμενα βάθη τοῦ χρόνου, ἐκεῖνα στὰ  ὁποῖα ὁ «μύθος» καὶ ἡ «ἱστορία»  ἀλληλοκαλύπτονται καὶ συγχέονται, σὲ τέτοιο βαθμὸ ὥστε νὰ εἶναι σχεδὸν ἀδύνατος  ὁ διαχωρισμός τους.

                     Ὁ Ἀθάμας, ὁ Φρῖξος, ἡ Ἕλλη, ὁ «Χρυσόμαλλος Κριὸς» ἀναφέρονται ἀσφαλῶς σὲ  μύθους. Τὰ νομίσματα ὅμως τῆς Ἅλου, τὰ εὑρήματα τῶν ἀνασκαφῶν μὲ ἐπιγραφὲς στὶς ὁποῖες ἀναφέρονται τὰ πρόσωπα αὐτὰ  εἶναι ὑπαρκτὰ καὶ χρονολογήσιμα. Αὐτὸ σημαίνει, μὲ κάθε βεβαιότητα, ὅτι οἱ κάτοικοι τῆς Ἅλου πίστευαν στὴν ὕπαρξη αὐτῶν τῶν προγόνων τους καὶ στὴν «ἱστορία» τους. Δὲν εἶναι ἡ Ἅλος  ἀποικία κάποιας ἄλλης ὥστε νὰ μπορεῖ νὰ προσδιορισθεῖ  χρονολογία τῆς ἵδρυσής της.

                     Ἡ Ἅλος  τῶν κλασικῶν χρόνων, ἡ Ἅλος τῆς «Πλατανιώτικης Μαγούλας» ἦταν μία παραλιακὴ πόλη μὲ λιμάνι ἀρκετὰ εὐρύχωρο ἀφοῦ ἦταν ἀρκετὸ γιὰ τὴν ἀγκυροβόληση ὅλου τοῦ ἑλληνικοῦ στόλου ὅταν χρειάστηκε, σύμφωνα μὲ τὴν ἀρχικὴ ἀπόφαση τῶν Ἑλλήνων, νὰ ἀποβιβαστοῦν σ’ αὐτὸ οἱ δέκα χιλιάδες πεζοῦ στρατοῦ γιὰ νὰ πορευτοῦν στὰ Τέμπη καὶ νὰ ἀντιμετωπίσουν ἐκεῖ    τὰ περσικὰ στρατεύματα.

                     Ἡ ὕπαρξή της εἶναι βεβαιωμένη καὶ ἀπὸ τὰ ἀνασκαφικὰ δεδομένα  καὶ ἀπὸ ἱστορικὲς πηγές.  Ἄν ὁ «Λαφύστιος Δίας»  καὶ ὁ «Ἀθάμας» εἶναι μυθικὰ κατασκευάσματα, τὸ «Ἱερὸ»    τοῦ Λαφύστιου Δία καὶ ἡ «οἰκία» τοῦ Ἀθάμαντα  ἦταν ὑπαρκτὰ ἀφοῦ, συμφώνως μὲ ἱστορικὲς γραπτὲς ἀναφορές, τὰ εἶδε καὶ τὰ σεβάστηκε ὁ ὑπαρκτὸς Ξέρξης, ὅπως τὸ βεβαιώνει καὶ τὸ καταγράφει ὁ ἐπίσης  «ὑπαρκτός» Ἡρόδοτος.  

                     Ἡ ἄλλη   Ἅλος, ἡ   Ἅλος  τῆς ἑλληνιστικῆς ἐποχῆς, δὲν ἔχει καθαρὰ δικὸ της ἰδιαίτερο μυθολογικὸ παρελθόν, ἀφοῦ αὐτὸ ταυτίζεται μὲ τὸ μυθολογικὸ παρελθόν τῆς  προκατόχου της Ἅλου, τῆς Ἅλου τῆς Πλατανιώτικης Μαγούλας.

                   Τῆς Ἅλου αὐτῆς, τῆς «Νέας  Ἅλου» εἶναι γνωστὴ καὶ βεβαιωμένη ἱστορικὰ τόσο ἡ ἵδρυσὴ της, ὅσο καὶ ἡ συνολικὴ ἱστορικὴ πορεία της ἀλλὰ καὶ τὸ τέλος της.

                      Η «Νέα   Ἅλος», τῶν ἑλληνιστικῶν χρόνων, ἱδρύθηκε, ἤ ὀρθότερα καὶ ἀκριβέστερα χτίστηκε,  44 ἤ 45, περίπου,  χρόνια μετὰ τὴν καταστροφὴ τῆς Ἅλου τῶν κλασικῶν χρόνων, σὲ μικρὴ ἀπόσταση, νοτιοδυτικῶς  ἀπὸ αὐτήν, κοντὰ στὶς  ὄχθες τοῦ ἀρχαίου ἱεροῦ Ἄμφρυσου Ποταμοῦ, τοῦ γνωστοῦ μὲ τὴν σύγχρονη ὀνομασία «Κεφάλωση».

                     Αὐτὴ ἡ «ἑλληνιστικὴ»   Ἅλος, ὡς οἰκιστικὸ σύνολο καὶ ὡς οἰκιστικὴ ὑπόσταση, διατηρήθηκε, ὡς πόλη κατοικημένη  μὲ ἀνθρώπους ὀργανωμένους καὶ ἐνταγμένους σὲ ἐνιαῖο κοινωνικὸ σύνολο,  γιὰ λίγα μόνο χρόνια, κάπου τριάντα πέντε.

                    Καταστράφηκε  ἀπὸ σεισμὸ κατὰ τὸ ἔτος 265 π. Χ καὶ τότε πρέπει νὰ ἐγκαταλείφθηκε ὁριστικὰ καὶ  ἀπὸ ὅσους κατοίκους της ἐξακολουθοῦσαν νὰ ζοῦσαν σ’  αὐτὴ   καὶ ἔτσι  σταμάτησε ν’  ἀναφέρεται  στὴν ἱστορία  ὡς πόλη.

                      Ἡ ἄποψη αὐτή, ὡστόσο, στηριγμένη ἁπλῶς καὶ μόνο στὴν μὴ εὔρεση μέχρις  τώρα εὑρημάτων τὰ ὁποῖα νὰ ὑποδεικνύουν χρονολογίες μετὰ τὸ ἔτος 265 π. Χ., δὲν μπορεῖ νὰ θεωρηθεῖ ἐπαρκῶς τεκμηριωμένη.

                      Οἱ ὅροι «Κλασικὴ   Ἅλος» καὶ «Ἑλληνιστικὴ   Ἅλος» εἶναι ὅροι βεβαίως τοὺς ὁποίους  χρησιμοποιοῦν οἱ σύγχρονοι μελετητές, κυρίως γιὰ λόγους  τοπικοῦ καὶ χρονικοῦ προσδιορισμοῦ καὶ καθορισμοῦ τῆς μίας ἐκ τῶν δύο οἰκιστικῶν θέσεων, στὶς  ὁποῖες ἀνακαλύφθηκαν κατάλοιπα ἀρχιτεκτονικὰ εὑρήματα, τῆς «Πλατανιώτικης Μαγούλας» καὶ τῆς «Κεφάλωσης», στὶς  ὁποῖες θέσεις ἀναπτύχθηκε ἡ πόλη, ὡς οἰκιστικὸ σύνολο.

                       Ἡ «ἑλληνιστικὴ»   Ἅλος, γιὰ τὴν ὁποία οἱ γνώσεις μας  κυρίως, ἄν ὄχι ἀποκλειστικῶς, εἶναι ἀσφαλεῖς καὶ περιορίζονται στὴν οἰκιστική της ὑπόσταση καὶ δομή, εἶναι πάρα πολλὲς σὲ σχέση μὲ τὴν «κλασικὴ»  Ἅλο, ὑπῆρξε μόνο γιὰ μία περίοδο μόλις τριάντα πέντε περίπου χρόνων. Τὰ τριάντα πέντε αὐτὰ χρόνια,  ἀπὸ περίπου τὸ ἔτος 300 π.Χ. μέχρι, πάλι περίπου, τὸ  265 π.Χ., εἶναι μία περίοδος γιὰ τὰ ἱστορικὰ γεγονότα τῆς ὁποίας δὲν ὑπάρχουν σαφεῖς, συγκεκριμένες καὶ ἐπιμερισμένες χρονικῶς πληροφορίες ὅσον ἀφορᾶ στὴν ἐσωτερικὴ ζωὴ τῆς πόλης.

                        Στὴν ὅλη συνολικὴ ἱστορικὴ πορεία τῆς πόλης τῆς  Ἅλου, ὡς μίας καὶ ἐνιαίας πόλης, ὡς πόλης τῶν πολιτῶν της, ἀνεξαρτήτως τῆς ἰδιαίτερης οἰκιστικῆς θέσης της, ἡ «Ἑλληνιστικὴ   Ἅλος» ἦταν μόλις μία σύντομη καὶ ἀναγκαστικὴ παρένθεση τριάντα πέντε χρόνων.

                        Οἱ περισσότεροι  ἀπὸ τοὺς ἐνεργοὺς πολίτες αὐτῆς τῆς  Ἅλου, τῶν ἑλληνιστικῶν χρόνων, εἶχαν ζήσει προηγουμένως σὲ ἄλλους οἰκισμούς, ἐπὶ ἀρκετὰ χρόνια, πρὶν τὴν ὑποχρεωτικὴ μετεγκατάστασὴ τους σ’ αὐτήν. Μερικοὶ   ἀπὸ αὐτοὺς ἐξακολούθησαν τὴν ζωὴ τους καὶ μετὰ τὴν ἐγκαταβίωσὴ τους στὴν «παρένθεση» αὐτή, μετὰ τὴν καταστροφὴ της, ἔξω καὶ μακριὰ  ἀπὸ αὐτήν.

                         Γι’ αὐτοὺς τοὺς κατοίκους τῆς  Ἅλου, ἡ ἐγκατοίκησὴ τους στὴν «ἑλληνιστική»  Ἅλο ἦταν μία ἀκούσια καὶ ἀναγκαστικὴ περιπέτεια, μία παρένθεση, ἡ ὁποία τοὺς ἔβγαλε  ἀπὸ τὸ ρυθμὸ τῆς ζωῆς τὴν ὁποία περνοῦσαν καὶ  εἶχαν ἐπιλέξει ἤ προγραμματίσει νὰ ζήσουν. Ἦταν μία περίοδος προσφυγικῆς ζωῆς τριάντα πέντε χρόνων στὸ σύνολο τῆς ζωῆς τους. Κάποιων  ἀπὸ αὐτοὺς τερματίστηκε ἡ ζωὴ τους κατὰ τὴ διάρκεια τῆς ζωῆς τους στὴν Ἑλληνιστικὴ  Ἅλο. Κάποιοι ἄλλοι ἄρχισαν νὰ κάνουν τὰ σχέδιὰ τους σ’ αὐτὴν χωρὶς νὰ προφτάσουν νὰ τὰ ὑλοποιήσουν, ἀφοῦ πολὺ νωρίς τὴν ἐγκατέλειψαν, εἵτε ἐξ αἰτίας τοῦ σεισμοῦ, εἴτε καὶ γιὰ ἄλλους λόγους. Καὶ σ’ αὐτῶν τὴν συνολικὴ  ζωὴ ἡ παραμονὴ τους στὴν «ἑλληνιστικὴ»  Ἅλο ἦταν μία παρένθεση

                      Γιὰ τοὺς λόγους αὐτούς, στὴν συνολικὴ  ἱστορία  τῆς εὐρύτερης περιοχῆς τοῦ Ἁλμυροῦ, ἡ ἱστορία  τῆς  Ἅλου, τῆς «κλασικῆς» καὶ τῆς «ἑλληνιστικῆς», πρέπει νὰ ἀντιμετωπίζεται ὡς μία καὶ ἐνιαία ἱστορία.

                          Εἶναι ἡ ἱστορία  μίας πόλης, ἡ ὁποία ἄρχισε πολὺ νωρίς, μὲ ἀδιευκρίνιστο τὸ πόσο πολὺ νωρίς,  στὸν χῶρο  τῆς Πλατανιώτικης Μαγούλας, στὸν  ὁποῖο συνεχίστηκε ἡ ζωὴ της μέχρι καὶ τὸ ἔτος 346 π. Χ. ἀκολούθησε ἕνα χρονικὸ διάστημα σαράντα πέντε περίπου χρόνων χρόνων, 346 – 300 π. Χ., κατὰ τὸ ὁποῖο ἡ πόλη ὡς συγκεκριμένη οἰκιστικὴ  μονάδα ἔπαψε νὰ ὑπάρχει καὶ οἱ κάτοικοί της, οἱ Ἁλεῖς,  φαίνεται νὰ ἔζησαν ἀπάτριδες καὶ σκορπισμένοι σὲ διάφορα μέρη, τὰ ὁποῖα  εἶναι ἄγνωστα  ἀπὸ ἱστορικὲς πηγές.

                       Στὴ συνέχεια ἡ ἱστορία  τῆς Ἅλου ἐπικεντρώνεται στὴν ἑλληνιστικὴ   Ἅλο, τὴν  Ἅλο ἡ ὁποία  χτίστηκε  ἀπὸ τὸν μακεδόνα στρατηγὸ Κάσσανδρο στὴν θέση «Κεφάλωση», γύρω στὸ 300 π.Χ. μὲ συνολικὴ  διάρκεια ζωῆς τριάντα πέντε περίπου χρόνων, 300 – 265 π. Χ. κατὰ τὰ ὁποῖα  οἱ «Ἁλεῖς» ἔζησαν ἀναγκαστικῶς συνοικισμένοι μὲ κατοίκους ἄλλων οἰκιστικῶν συνόλων.

                      Μετὰ τὸ ἔτος 265 π.Χ., ἡ   Ἅλος, ὡς πόλη ἑνὸς συνόλου συμπολιτῶν,  καὶ ὄχι ὡς οἰκιστικὴ  μονάδα, παρουσιάζεται, μέσα  ἀπὸ βεβαιωμένα ἱστορικὰ γεγονότα, νὰ ἐξακολουθεῖ    νὰ ὑπάρχει, ὡς ὀργανωμένη καὶ πειθαρχημένη κοινωνία, μὲ δικούς της ἄρχοντες, μὲ δικὴ της ἰδιαίτερη βουλὴ  καὶ δικούς της ἰδιαίτερους διαφόρους ἄλλους πολιτικοὺς καὶ στρατιωτικοὺς ἀξιωματούχους, χωρίς, ὅμως, νὰ εἶναι γνωστὴ  καὶ συγκεκριμένη, μὲ σαφὴ ἀποδεικτικὰ δεδομένα,  ἡ οἰκιστικὴ της θέση, ἄν, βεβαίως, ὑπῆρχε μία καὶ μόνη τέτοια θέση.

                        Ἐκεῖνο ποὺ  εἶναι γνωστὸ καὶ ἀναμφισβήτητα βεβαιωμένο  ἀπὸ ἐπιγραφικὲς μαρτυρίες εἶναι ὅτι ὑπάρχουν ἐπώνυμες οἰκογένειες τῆς Ἅλου οἱ ὁποῖες  διατηροῦν δούλους, τοὺς ὁποίους ἐνίοτε ἐλευθερώνουν καὶ ἡ ἀπελευθέρωσὴ τους γίνεται καὶ ἐπικυρώνεται μὲ διοικητικὲς ἀποφάσεις τῆς «πόλης» τους. Δὲν γνωρίζουμε, ὅμως, σὲ ποιὰ θέση ζοῦσαν.

                         Στὰ χρόνια μετὰ τὸ 265 π. Χ., μετά, δηλαδή, τὴν καταστροφὴ της   ἀπὸ τὸν σεισμό, ἐξακολουθεῖ    νὰ ὑπάρχει πόλη   Ἅλος, ἐξακολουθεῖ  νὰ  ὑπάρχει καὶ νὰ ἀναφέρεται Βουλὴ  τῆς  Ἅλου, ὑπάρχουν ἐπώνυμοι ἄρχοντες καὶ διάφοροι ἄλλοι ἀξιωματοῦχοι, ταμίες, στρατηγοί. Ἐξακολουθεῖ     νὰ ὑπάρχει ἡ πόλη   Ἅλος, νὰ ἐκδίδει ψηφίσματα, νὰ ἀποδίδει  τιμὲς σὲ εὐεργέτες, ὅπως γίνεται φανερὸ  ἀπὸ γραπτὰ μνημεῖα.  Ποῦ βρισκόταν, ὡστόσο, αὐτὴ    ἡ   Ἅλος, ὡς οἰκιστικὸ σύνολο, μετὰ τὸ 265 π. Χ. ; Ποῦ εἶχαν τὴν ἕδρα τους  οἱ ἀρχὲς της;

                    Μὴν ἔχοντας σαφεῖς καὶ συγκεκριμένες πληροφορίες καὶ ἀποδεικτικὰ στοιχεῖα γιὰ τὸ συγκεκριμένο αὐτὸ θέμα θὰ προσπαθήσουμε   νὰ καταθέσουμε κάποιες προσωπικὲς ἀπόψεις καὶ σκέψεις γιὰ τὶς  πιθανὲς οἰκιστικὲς θέσεις τῆς πόλης Ἅλου μετὰ τὸ ἔτος 265 π.Χ.

                           Το λιμάνι τῆς πρώτης, τῆς ἀρχαιότερης,  Ἅλου, αὐτῆς ἡ ὁποία  βρισκόταν στὴν «Πλατανιώτικη Μαγούλα» κατὰ τὴν κλασικὴ  ἐποχή, ἦταν τὸ μοναδικὸ λιμάνι τῆς  περιοχῆς Ἁλμυροῦ. Βορειότερα ἦταν τὸ λιμάνι τῶν Φθιωτίδων Θηβῶν, ἡ Πύρασος τῶν προϊστορικῶν καὶ τῶν ὁμηρικῶν χρόνων, καὶ νοτιότερα τὸ λιμάνι τοῦ Πτελεοῦ.  Τὸ λιμάνι τῆς Ἅλου ἦταν βασικὸ διαμετακομιστικὸ ἐμπορικὸ κέντρο τοῦ θεσσαλικοῦ χώρου, χρησιμότατο γιὰ τὴν ἐξυπηρέτηση τῶν ἐμπορικῶν συμφερόντων τῆς Ἀθηναΐκῆς Δημοκρατίας καὶ γι’ αὐτὸ βρισκόταν ὑπὸ τὸν ἀποκλειστικό, σχεδόν, ἔλεγχὸ της.

                    Γιὰ τὴν καταπολέμηση τῶν ἀθηναϊκῶν αὐτῶν συμφερόντων καὶ τὴν παράλληλη ἐξυπηρέτηση τῶν γενικότερων μακεδονικῶν συμφερόντων ἡ   Ἅλος  αὐτὴ    τῆς Πλατανιώτικης Μαγούλας καταστράφηκε  ἀπὸ τοὺς Μακεδόνες τὸ 346 π. Χ.

                       Ἡ καταστροφὴ  αὐτὴ    μπορεῖ    μὲν νὰ σήμαινε τὸ τέλος τῆς Ἅλου ὡς λιμενικοῦ κέντρου τῆς ἀθηναΐκῆς ἐμπορικῆς δραστηριότητας δὲν σήμαινε ὅμως αὐτομάτως καὶ τὸ τέλος τῆς ζωῆς τῆς πόλης καὶ τῶν κατοίκων τῆς  Ἅλου, ὡς αὐτόνομης ὕπαρξης.

                   Ἡ «Ἅλος  τῶν Ἁλέων», ἡ   Ἅλος, δηλαδή, ὡς οἰκιστικὴ  ἕδρα  τῶν «Ἁλέων» μπορεῖ    νὰ ἔπαψε νὰ ἀνήκει σ’ αὐτούς, ἐξακολουθοῦσαν ὅμως νὰ ὑπάρχουν οἱ κάτοικοί της, οἱ «Ἁλεῖς τῆς  Ἅλου», σκορπισμένοι, φυγαδευμένοι, ζῶντας ὡς πρόσφυγες σὲ ἄλλα μέρη ἤ καὶ ὡς αἰχμάλωτοι καὶ ὑποτελεῖς τῶν Φαρσαλίων, ἀλλὰ καὶ κάποιοι ὡς κάτοικοι τῶν ἐρειπίων τῆς καταστραμένης  Ἅλου.

                          Ὅλοι τους ὅμως αὐτοὶ  ζοῦσαν μὲ τὴν αἴσθηση ὅτι εἶναι «Ἁλεῖς». Τὸ μακροχρόνιο κοινὸ παρελθόν τους καὶ ὅ,τι αὐτὸ  εἶχε δημιουργήσει μέσα τους, ὅπως κάθε μακροχρόνιο κοινὸ ἀνθρώπινο παρελθόν, δὲν  εἶχε πάψει νὰ ὑπάρχει, γιατί αὐτὸ δὲν διαλύεται καὶ δὲν σβήνει μὲ ὁποιαδηποτε καταστροφή. Ἡ ἱστορία  τους συνεχιζόταν.

                      Ἡ αἰφνιδιαστικὴ  καὶ ἀναγκαστικὴ  διακοπὴ  τῆς ἐνιαίας πειθαρχημένης καὶ ρυθμισμένης μὲ κανόνες, νόμους, ἤθη καὶ ἔθιμα, ζωῆς τους, σὲ ἕνα καὶ τὸ αὐτὸ οἰκιστικὸ σύνολο, τὸ ἔτος 346 π. Χ., δὲν σήμαινε αὐτόματα καὶ τὴν διακοπὴ  καὶ ἐξαφάνιση τοῦ αἰσθήματος τοῦ «συνανήκειν» καὶ τῶν ὑπαρκτῶν συνδέσμων μεταξύ τους.

                        Λίγα χρόνια ἀργότερα ἀρκετοὶ   ἀπὸ αὐτούς, ὅπως ἀναγκαστικῶς εἶχαν ἐγκαταλείψει τὴν Ἅλο τους, πάλι ἀναγκαστικῶς ὑποχρεώθηκαν νὰ συγκατοικήσουν μαζὶ μὲ ἄλλους ἀνθρώπους, ξεσπιτωμένους καὶ  αὐτοὺς  ἀπὸ τὰ δικὰ τους χωριά, σὲ μία νέα πόλη μὲ τέλειο ρυμοτομικὸ σχέδιο, σὲ ὁμοιόμορφα σπίτια. Ἐπειδὴ δὲ οἱ περισσότεροι  ἀπὸ αὐτοὺς ἦταν «Ἁλεῖς τῆς  Ἅλου», κάτοικοι τῆς παλαιᾶς  Ἅλου, τῆς Ἅλου τῆς «Πλατανιώτικης Μαγούλας», ὀνόμασαν καὶ τὴν νέα τους πατρίδα  Ἅλο. Ἦταν ἡ «Νέα   Ἅλος» στὴν δεξιὰ ὄχθη τοῦ Ἄμφρυσου ποταμοῦ, στὴ σημερινὴ  θέση «Κεφάλωση».

                      Ἐμεῖς, ὅπως ὅλοι οἱ ἐρευνητές, γιὰ διάκριση αὐτὴ τὴν  Ἅλο τὴν ὀνομάζουμε «Ἑλληνιστικὴ» ἤ «Νέα»  Ἅλο καὶ τὴν πρώτη «Κλασικὴ » ἤ «Ἀρχαία»  Ἅλο. Μία ὅμως ἦταν ἡ   Ἅλος  καὶ στὶς  δύο περιπτώσεις, μὲ ἐνιαία καὶ κοινὴ  τὴν ἱστορικὴ της συνέχεια, ἡ   Ἅλος  ἡ ὁποία   εἶχε τὴν πρώτη ἀρχὴ της στὴν Πλατανιώτικη Μαγούλα.

                             Ἡ   Ἅλος  αὐτή, τῆς «Πλατανιώτικης Μαγούλας», παρ’ ὅλη τὴν καταστροφὴ της, φαίνεται ὅτι δὲν ἐγκαταλείφθηκε ὁριστικῶς καὶ  ἀπὸ ὅλους  τοὺς «Ἁλεῖς». Καὶ ἄν ἐγκαταλείφθηκε γιὰ λίγο διάστημα, μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Φιλίππου καὶ τὴν ἀνακήρυξη τοῦ Ἀλεξάνδρου ὡς βασιλιὰ τῆς Μακεδονίας, πολλοὶ  ἐπέστρεψαν καὶ ἔζησαν καὶ πάλι  σ’ αὐτὴ    καὶ κάποιοι, ἴσως, ὡς δοῦλοι τῶν νέων κατόχων.

                      Ἀκόμα καὶ κατὰ τὴ διάρκεια τῆς ἀναγκαστικῆς ἐγκατάστασής τους, ἐπὶ τριάντα πέντε περίπου χρόνια, στὴν «ἑλληνιστικὴ»  Ἅλο, κάποιοι ζοῦσαν καὶ στὴ «κλασικὴ»  Ἅλο, τὴν  Ἅλο τῆς Πλατανιώτικης Μαγούλας. Ἡ οριστικὴ  ἐγκατάλειψη τῆς «ἑλληνιστικῆς» Ἅλου τὸ ἔτος 265 π.Χ. σήμαινε καὶ τὴν εὐκαιρία γιὰ κάποιους νὰ ξαναγίνουν «Ἁλεῖς» τῆς πρώτης Ἅλου καὶ νὰ συνεχισθεῖ    ἔτσι ἡ ζωὴ  τῆς μίας καὶ μόνης  Ἅλου.

                        Κατὰ τὴν ἐποχὴ  τῆς Ρωμαιοκρατίας, ἡ ὁποία ἀκολούθησε τὴν ἐποχὴ  τῆς Μακεδονοκρατίας, ἡ   Ἅλος  ἐξακολουθοῦσε νὰ ὑπάρχει, ὅπως μαρτυρεῖται  ἀπὸ γεγονότα, κάποια  ἀπὸ τὰ ὁποῖα  καταγράφονται στὴ συνέχεια. Ἀβέβαιη εἶναι, γιατί δὲν ὑπάρχουν ἐνδείξεις ἤ ἀρχαιολογικὰ δεδομένα καὶ ἱστορικὲς μαρτυρίες, ἡ ἀκριβὴς οἰκιστική της θέση, ἐὰν ὑπῆρξε μία σταθερὴ  καὶ μόνη τέτοια οἰκιστικὴ  θέση. Τίποτε δὲν ἀποκλείει τὴν δυνατότητα ἐπανακατοίκησης τῆς Ἅλου τῆς Πλατανιώτικης Μαγούλας.  Ἡ ὕπαρξη τοῦ λιμανιοῦ στὴν θέση αὐτὴ    δὲν ἔπαψε ποτὲ νὰ εἶναι δυνατὸς ἑλκυστικὸς παράγοντας.

                         Ἀλλὰ καὶ ὁ ὀργανωμένος οἰκιστικὸς καὶ περιτειχισμένος χῶρος  τῆς «ἑλληνιστικῆς»  Ἅλου, στὴν δεξιὰ ὄχθη τοῦ Ἄμφρυσου ποταμοῦ, παρεῖχε τὶς  δυνατότητες ἐγκατοίκησης καὶ μετὰ τὴν καταστροφὴ της  ἀπὸ τὸν σεισμὸ τοῦ ἔτους 265 π. Χ. γιὰ ὅσους δὲν εἶχαν κάποια ἄλλη εὔκολη καὶ προσιτὴ  ἐπιλογὴ  καὶ δὲν εἶχαν ἰσχυροὺς δεσμοὺς μὲ κάποιο ἄλλο οἰκιστικὸ σύνολο τῆς περιοχῆς.

                    Κάποιοι κάτοικοι τῆς Ἑλληνιστικῆς Ἅλου θὰ πρέπει νὰ ἐπέστρεψαν στὸ Δίον καὶ στὸν Ὀρχομενό, στὶς  παλιὲς τους ἑστίες  ἀπὸ ὅπου εἶχαν ξεριζωθεῖ βίαια ἤ καὶ στὶς ἄλλες τὶς πρῶτες τους οἰκιστικὲς θέσεις, τὶς ὁποῖες εἶχαν ὑποχρεωθεῖ ἀπὸ τὸν Κάσσανδρο νὰ ἐγκαταλείψουν. 

                         Ὡστόσο, ἐπειδὴ  ἡ πρώτη ἀρχὴ  τῆς ὕπαρξης τῶν δύο οἰκισμῶν  στὶς  δύο ὄχθες τῆς ἐκβολῆς τοῦ Κουάριου Ποταμοῦ (τοῦ σημερινοῦ Ξηριᾶ), οἱ ὁποῖοι ἀργότερα ἔγιναν γνωστοὶ  ὡς «Βυζαντινοὶ  Ἁλμυροί», φαίνεται νὰ ἐντάσσεται χρονικὰ μεταξὺ τῆς καταστροφῆς  ἀπὸ σεισμὸ τῆς «Ἑλληνιστικῆς  Ἅλου», τὸ ἔτος 265 π. Χ. καὶ τῆς παρακμῆς καὶ ἐγκατάλειψης τῶν Χριστιανικῶν Φθιωτίδων Θηβῶν, στὰ τέλη τοῦ 6ου ἤ ἀρχὲς τοῦ 7ου αιῶνα μ. Χ., καὶ ἡ θέση αὐτὴ    μπορεῖ    νὰ ἐνταχθεῖ    στὶς  πιθανὲς  θέσεις τῆς Ἅλου μετὰ τὸ 265 π.Χ..

                        Τέλος ἡ εὕρεση ἐπιγραφῶν, ἐπιτυμβίων καὶ ἀναθηματικῶν στηλῶν τῆς ρωμαϊκῆς ἐποχῆς καὶ τῆς ἐποχῆς τῶν πρώτων χριστιανικῶν χρόνων στὴν θέση τοῦ σημερινοῦ Ἁλμυροῦ, ὑποδεικνύουν τὴν δυνατότητα μιᾶς τέταρτης πιθανῆς θέσης τῆς Ἅλου μετὰ τὸ 265 π. Χ.

                         Συμπερασματικῶς, ἔχοντας ὡς βεβαιωμένο γεγονὸς ὅτι ἡ   Ἅλος, ὡς ἕνα κοινωνικὸ σύνολο μὲ δικούς του ἄρχοντες καὶ διοικητικὲς ἀρχές, βουλή, ταμίες, στρατηγοὺς κτ.λ. καὶ ἕνα μακροχρόνιο ἱστορικὸ παρελθὸν ἐξακολουθοῦσε νὰ ὑπάρχει, ὡς ὀργανωμένη ἀλλὰ καὶ σημαντικὴ  πόλη, καὶ μετὰ τὸ ἔτος 265 π. Χ., ὅταν φαίνεται νὰ ἐγκαταλείφθηκε ἡ «ἑλληνιστικὴ»   Ἅλος, βρίσκουμε τέσσερες πιθανὲς  θέσεις της, 1) τὴν «Πλατανιώτικη Μαγούλα», 2) τὴν θέση τῆς «ἑλληνιστικῆς  Ἅλου» στὴν Κεφάλωση, 3) τὶς  ἐκβολὲς τοῦ Ξηριᾶ, ὅπου ἀργότερα ἀναπτύχθηκαν οἱ «Δύο Βυζαντινοὶ  Ἁλμυροί» καὶ 4) τὴν θέση τοῦ σημερινοῦ Ἁλμυροῦ.

Προσωπική μας ἐκτίμηση εἶναι ὅτι μπορεῖ    νὰ συνυπῆρξαν, τοὐλάχιστον γιὰ κάποιο διάστημα, ὡς μερικότερα οἰκιστικὰ τμήματα μιᾶς καὶ τῆς αὐτῆς πόλης, ἡ ὁποία   εἶχε τὴν ὀνομασία   Ἅλος, καὶ οἱ τέσσερες αὐτὲς θέσεις.

                         Ἀποφεύγοντας, στὴν ἐργασία αὐτή,  τὴν παράθεση λεπτομερέστερων σκέψεων, συλλογισμῶν καὶ δεδομένων, καταθέτουμε τὴν προσωπικὴ μας καταληκτικὴ  ἄποψη:

                           Ἡ   Ἅλος, ὡς ἐπώνυμη πόλη, μετὰ τὴν βιαία καὶ ἐπιβληθεῖσα παρεμβολὴ τῆς διακοπῆς τῆς συνεχοῦς ἱστορίας της τῶν ὀγδόντα περίπου χρόνων, μεταξὺ τοῦ 346 καὶ τοῦ 265 π.Χ., μὲ τοὺς ἄρχοντὲς της καὶ τοὺς ἄλλους ἀξιωματούχους της,  εἶχε ὡς οἰκιστικὴ της θέση, ἤ ἔστω πρέπει νὰ εἶχε,  ὡς ἕδρα τοὐλάχιστον τῶν ἀρχῶν της, τὴν θέση τοῦ σημερινοῦ Ἁλμυροῦ ἔχοντας ὡς μερικότερα οἰκιστικὰ σύνολα, ὡς ἕνα εἶδος προαστίων, τοὺς οἰκισμοὺς οἱ ὁποῖοι ὑπῆρχαν στὴν «Πλατανιώτικη Μαγούλα», στὴ θέση τῆς «Ἑλληνιστικῆς  Ἅλου» καὶ στὶς  ἐκβολὲς τοῦ Ξηριᾶ.

                   Οι τέσσερες αὐτὲς θέσεις τελικῶς συγχωνεύτηκαν καὶ ἔγιναν δύο, ὁ σημερινὸς Ἁλμυρὸς καὶ τὸ ἐπίνειὸ του στὴν ἐκβολὴ  τοῦ Κουάριου Ποταμοῦ, τοῦ σημερινοῦ Ξηριᾶ, τὸ λιμάνι τοῦ Ἁλμυροῦ, τὸ ὁποῖο, μὲ τὴν ἐγκατάσταση σ’ αὐτὸ ἰσχυρῶν βενετικῶν, γενουατικῶν, πισατικῶν, ἑβραϊκῶν καὶ ἱσπανικῶν ναυτεμπορικῶν ἐπιχειρήσεων καὶ οἰκογενειῶν, ἀναδείχτηκε στὴν λαμπρὴ πόλη τῶν «Δύο Βυζαντινῶν Ἁλμυρῶν».

                          Σ’  ὁλόκληρη τὴν διάρκεια τοῦ τετραμεροῦς χρονικοῦ διαστήματος τῆς ἱστορικῆς ὕπαρξης τῆς  Ἅλου, ἤτοι : α) τὸ πρὸ τῆς καταστροφῆς της, κατὰ  τὸ ἔτος 346 π. Χ.,  ἀπὸ τὸν Παρμενίωνα,  β) τὸ φαινομενικῶς κενό, σκοτεινὸ καὶ ἄγνωστο, χρονικὸ διάστημα μεταξὺ τοῦ ἔτους καταστροφῆς τῆς «παλιᾶς»  Ἅλου, 346 π. Χ. καὶ τοῦ περίπου 302 π.Χ., ὁπότε ἱδρύθηκε ἡ «Νέα»   Ἅλος , γ) τὸ διάστημα 302 π.Χ. – 265 π.Χ., τῆς ζωῆς τῆς «Νέας»  Ἅλου, στὴν σημερινὴ  θέση «Κεφάλωση»  καὶ δ) τὸ χρονικὸ διάστημα μετὰ τὸ ἔτος 265  π. Χ.,  παράλληλα μὲ τὴν  Ἅλο στὴν πεδινὴ    περιοχὴ τοῦ  Ἁλμυροῦ ὑπῆρξε καὶ μία ἄλλη σημαντικὴ  πόλη, οἱ Φθιώτιδες Θῆβες.

                    Οἱ δύο αὐτὲς πόλεις, ἡ Ἅλος  καὶ οἱ (Φθιώτιδες) Θῆβες ἦταν οἱ σημαντικότερες πόλεις στὴν πεδιάδα τοῦ Ἁλμυροῦ, στὸ «Κρόκιον» ἤ «Κροκωτόν» ἤ «Ἀθαμάντιον Πεδίον».

                     Λέγοντας «σημαντικότερες πόλεις» ἐννοοῦμε ὅτι αὐτὲς ἦταν οἱ δύο πόλεις, οἱ ὁποῖες  ἀποτελοῦσαν, ἡ κάθε μία χωριστά,  αὐθύπαρκτες πολιτικὲς  ὀντότηττες μὲ δικούς της ἄρχοντες ἡ κάθε μία καὶ δικὴ της ἐκλεγμένη ἐξουσία καὶ ἰδιαίτερους ἀξιωματούχους.

Ἔτσι ἀφήνουμε τὴν δυνατότητα στὴν πεδιάδα τοῦ Ἁλμυροῦ νὰ ὑπῆρχαν καὶ κάποιες ἄλλες οἰκιστικὲς μονάδες, μικρότερης ἔκτασης καὶ σημασίας, οἱ ὁποῖες ὑπάγονταν διοικητικῶς στὶς  δύο αὐτὲς πόλεις, μὲ τὴν ἔννοια τῆς οἰκονομικῆς ἐξάρτησης  καὶ ἀναγκαστικοῦ συνδέσμου.

                       Δὲν ὑπάρχει μαρτυρία γιὰ ὕπαρξη ἄλλης πόλης αὐτοδύναμης  καὶ αὐθύπαρκτης καὶ μὲ δική της ἰδιαίτερη ἐξουσία στὸ «Κρόκιον Πεδίον». Ἡ κοινωνικοοικονομικὴ  κατάσταση τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, στηριγμένη κυρίως στὴν γεωργία καὶ τὴν κτηνοτροφία, ἀπαιτῶντας τὴν αὐτοπρόσωπη παρουσία τοῦ γεωργοῦ καὶ τοῦ κτηνοτρόφου στὸν χῶρο  τῆς περιουσίας του, καθιστοῦσε ἀναγκαία τὴν δημιουργία καὶ ὕπαρξη μικρότερων ἀνθρωπίνων κοινωνιῶν ἤ καὶ ἀγροικιῶν στὴν ὕπαιθρο.

                          Ἡ χωρικὴ  ἐπικράτεια τῆς κάθε μίας  ἀπὸ τὶς  δύο αὐτὲς αὐθύπαρκτες καὶ αὐτεξούσιες πόλεις, τῆς Ἅλου καὶ τῶν Φθιωτίδων Θηβῶν,  πρέπει νὰ ἦταν μὲν καθορισμένη καὶ μὲ συγκεκριμένα ὅρια, ἀλλὰ ὄχι μὲ πολλὴ  σαφήνεια καθορισμένα καὶ χαραγμένα καὶ κοινῶς ἀποδεκτά, ἐπιβεβλημένα  καὶ ἐλεγχόμενα ἀπὸ κοινὴ ἀνώτερη ἐξουσία.

                           Δὲν ὑπῆρχαν ἐδαφικὰ σύνορα, ὅπως τὰ σύνορα δύο διαφορετικῶν σημερινῶν πλήρως ἀνεξαρτήτων, αὐτοδύναμων καὶ αὐθύπαρκτων κρατῶν. Ἦταν  ὅρια δύο σημερινῶν ὁμόρων ἑλληνικῶν πόλεων, ἀλλὰ σὲ κάπως παλαιότερες ἐποχές, ὅταν ἡ φύλαξη τῶν ἀγρῶν μὲ ἀγροφύλακες, ἡ ἄρδευση τῆς πόλης, ἡ ἵδρυση σχολείων, ὁ διορισμὸς δασκάλων, οἱ δημοτικοὶ  δασμοὶ  κ.τ.λ. ἀποτελοῦσαν καθαρὰ κοινοτικὴ  μέριμνα.

                     Τὸ διαχωριστικὸ γεωγραφικὸ ὅριο μεταξὺ τῶν περιφερειῶν  τῆς Ἅλου καὶ τῶν (Φθιωτίδων) Θηβῶν, ἦταν ὁ Χαλαῖος Ποταμὸς (σημερινὸ Χολόρεμα). Φαίνεται ὅμως ὅτι μεταξὺ τῶν δύο αὐτῶν πόλεων ὑπῆρχαν καὶ κάποιες ἀμφισβητούμενες ἐκτάσεις, γιὰ τὶς  ὁποῖες, πολλὲς φορές, οἱ δύο πόλεις εἶχαν διαφωνίες καὶ ὑπῆρχαν χρονικὲς περίοδοι ἐντάσεων στὶς  συνοριακὲς διαφορὲς μεταξύ τους.

                    Γιὰ τὴν λύση τῶν διαφορῶν αὐτῶν δὲν κατέφευγαν βεβαίως σὲ πολεμικὲς συγκρούσεις μεταξύ τους ἀλλὰ σὲ εἰρηνικοὺς διακανονισμοὺς καὶ σὲ κοινὰ ἀποδεκτὲς διαιτησίες καὶ δικαστικὲς ἀρχές.

                    Σὲ τέτοιες περιπτώσεις καλοῦνταν δικαστές, κοινῶς ἀποδεκτοί,  ἀπὸ κάποια ἄλλη τρίτη πόλη, ὁρίζονταν ἀντιπρόσωποι τῆς κάθε μιᾶς διάδικης πόλης, καλοῦνταν καὶ μάρτυρες  ἀπὸ ἄλλες γειτονικὲς πόλεις καὶ ὅλοι αὐτοὶ  μαζί,  περιόδευαν πραγματοποιῶντας αὐτοψία στὶς  ἐπίμαχες περιοχές.

                      Οἱ διάδικοι παρουσίαζαν τὶς  ἀπόψεις τους καὶ τὰ ἐπιχειρήματα τους καὶ ὁ δικαστὴς ἤ οἱ δικαστὲς ἔβγαζε τὴν ἀπόφασὴ του, τὴν ὁποία ἦταν ὑποχρεωμένοι ὅλοι νὰ ἀποδεχθοῦν.

                      Γιὰ νὰ προσδώσουν κῦρος καὶ ἐπισημότητα στὴν ἀπόφαση αὐτὴ συνηθιζόταν ἀλλὰ καὶ ὑποχρεώνονταν ἀπὸ τοὺς  ὅρους τῆς σύμβασης ἡ ὁποία ὑπογραφόταν  οἱ διάδικες πόλεις  νὰ χαράξουν τὸ κοινὸ κείμενο τῆς συμφωνίας σὲ μαρμάρινες πλάκες τὶς  ὁποῖες  κατέθεταν σὲ κάποιο ἱερὸ τῆς χώρας τους ἀλλὰ καὶ σὲ ἕνα κεντρικὸ ἱερό, εὐρύτερα γνωστὸ καὶ μὲ καθολικῶς ἀναγνωρισμένη τὴν ἱερότητὰ του, ὅπως τὸ Ἱερὸ τῶν Δελφῶν. Ἡ ὑποχρέωση αὐτὴ    ἀναγραφόταν στὸ κείμενο τῆς συμφωνίας.

                         Ἡ κατάθεση τοῦ χαραγμένου σὲ μαρμάρινες πλάκες  κειμένου τῆς συμφωνίας σὲ ἱεροὺς ναοὺς ἦταν ἕνα εἶδος κατάθεσης σὲ ἱερὸ σεβαστὸ θεοφύλακτο «ὑποθηκοφυλακεῖο». Τὸ στήσιμο ὁμοιόμορφων πλακῶν μὲ χαραγμένο πάνω τους τὸ κείμενο τῆς συμφωνίας μεταξὺ τῶν διαδίκων πόλεων σὲ δημόσιους χώρους ἦταν ἕνα εἶδος δημοσίευσης καὶ δημόσιας ὁμολογίας, ὅπως περίπου σήμερα ἡ δημοσίευση στὴν «Ἐφημερίδα τῆς Κυβερνήσεως».

                          Γιὰ τὴν ἐπίλυση μίας τέτοιας διαφορᾶς μεταξὺ τῆς Ἅλου καὶ τῶν Φθιωτίδων Θηβῶν γιὰ ἀμφισβητούμενες μεταξύ τους ἐκτάσεις κάλεσαν, ὕστερα  ἀπὸ κοινὴ  συμφωνία, ἕναν διαιτητὴ   ἀπὸ τὴ Λάρισα, τὸν Μάκωνα, γιὸ τοῦ Ὀμφαλίωνα, ὁ ὁποῖος  ἦταν καὶ στρατηγὸς τῶν Θεσσαλῶν.

                            Ὁ διορισμὸς τοῦ κοινῶς ἀποδεκτοῦ διαιτητοῦ θεωρεῖται   πιθανὸν νὰ ἀποφασιζόταν, νὰ ὑποδεικνυόταν ἤ νὰ διοριζόταν καὶ νὰ ἐπιβαλλόταν καὶ νὰ ἦταν ὑποχρεωτικῶς ἀποδεκτὸς καὶ  ἀπὸ κοινὲς συνθῆκες, ὅπως, π.χ.  ἀπὸ τὸ «Κοινὸ τῶν Θεσσαλῶν» ἤ τὸ «Κοινὸ τῶν Μαγνήτων» ἤ καὶ  ἀπὸ τὸν ἑκάστοτε ἐπικυρίαρχο τῆς περιοχῆς, ὅπως π.χ. ἡ Αἰτωλικὴ Συμμαχία, τὸ Μακεδονικὸ Κράτος, ὁ διοικητὴς τῆς περιοχῆς Ρωμαῖος στρατηγὸς κ.τ.λ.

                       Στὴν συγκεκριμένη περίπτωση, τὴν ὁποία παρουσιάζουμε στὴ συνέχεια, ἦταν ἡ ἐποχὴ  κατὰ τὴν ὁποία οἱ Ἀχαιοὶ  Φθιῶτες ἀνῆκαν στὸ «Κοινὸ τῶν Θεσσαλῶν».

                      Ὁ στρατηγὸς Μάκων, διορισμένος  ἀπὸ τοὺς ἀντιπροσώπους τοῦ Κοινοῦ τῶν Θεσσαλῶν γιὰ τὴν ἐπίλυση τῆς διαφορᾶς μεταξὺ τῆς Ἅλου καὶ τῶν Φθιωτίδων Θηβῶν, συνοδευόμενος  ἀπὸ ἀντιπροσώπους τῶν δύο πόλεων καὶ μάρτυρες  ἀπὸ γειτονικὲς πόλεις, περιόδευσε τὴν ἀμφισβητούμενη   περιοχὴ  καὶ ἔβγαλε κάποια ἀπόφαση.

                    Ἡ ἀπόφαση ὅμως αὐτὴ    τοῦ Μάκωνα, ὅπως διαφαίνεται,  δὲν ἔδωσε τὴν ὁριστικὴ  λύση τοῦ προβλήματος, γιατὶ δὲν ἔγινε ἀποδεκτή. Ὑπῆρξαν ἐνστάσεις καὶ γι’ αὐτὸ  ἀργότερα ἐπανεξετάστηκε ἡ ὑπόθεση καὶ  ἀπὸ ἄλλον  στρατηγὸ τῶν Θεσσαλῶν, πάλι Λαρισαῖο, τὸν Διότιμο, τὸν γιὸ τοῦ Ἑρμία. Ἔτσι πληροφορούμαστε ὅτι ὑπῆρχαν καὶ περιπτώσεις κατὰ τὶς  ὁποῖες ἡ κρίση γινόταν καὶ σὲ δεύτερο βαθμό.

                   Τὸ ὅλο ἱστορικὸ τῆς διαφωνίας, στὴν συγκεκριμένη περίπτωση μεταξὺ Ἅλου καὶ Φθιωτίδων Θηβῶν, ἀλλὰ καὶ τὸ περιεχόμενο τῆς συμφωνίας χαράχτηκε σὲ τέσσερες μαρμάρινους κίονες, καὶ ὄχι πλάκες αὐτὴ  τὴ φορά.  Ἀπὸ τοὺς τέσσερες αὐτοὺς μαρμάρινους κίονες, ὁ πρῶτος στάλθηκε καὶ τοποθετήθηκε στὸ Ἱερὸ τῶν Δελφῶν, ὁ δεύτερος στὴν Λάρισα ὅπου τοποθετήθηκε στὸ Ἱερὸ τοῦ Κερδώου Ἀπόλλωνος, ὁ τρίτος στὴν  Ἅλο, στὴν ὁποία στήθηκε  στὸ Ἱερὸ τῆς Παναχαίας Ἀρτέμιδας καὶ ὁ τέταρτος στὶς  (Φθιώτιδες) Θῆβες, στὶς ὁποῖες τοποθετήθηκε  στὸ Ἱερὸ τῆς Πολιάδας Ἀθηνᾶς.

                    Ἀπὸ τὰ τέσσερα παραπάνω ἀντίγραφα τῆς συμφωνίας σώζεται μόνο ἡ ἐπιγραφὴ  ἡ ὁποία  ἀφιερώθηκε στὸ ἱερὸ τῶν Δελφῶν,  ἀπὸ τὸ κείμενο τῆς ὁποίας, στὸ βαθμὸ τὸν ὁποῖο διασώθηκε καὶ ἀναγνώστηκε,   ἀντλοῦμε τὶς    σχετικὲς πληροφορίες ποὺ  καταθέτουμε.

                    Τὸ κείμενο τῆς ἀφιερωματικῆς αὐτῆς ἐπιγραφῆς δὲν εἶναι σ’ ὅλα  τὰ σημεῖα του ἀναγνώσιμο ἐξ αἰτίας τῆς φθορᾶς τοῦ μαρμάρου. Στὸ γεγονὸς αὐτὸ ὀφείλονται καὶ κάποιες δυσκολίες γιὰ τὴν πλήρη ἀποσαφήνιση τῆς οὐσίας τοῦ προβλήματος τὸ ὁποῖο εἶχε ἀνακύψει  μεταξὺ τῶν δύο ὁμόρων καὶ ἀντιδίκων πόλεων.

                  Εἶναι  δύσκολο, π.χ., νὰ ἐξακριβωθεῖ ποιὰ ἦταν ἡ ἀμφισβητούμενη περιοχή. Ἐκτιμοῦμε, ὡστόσο, ὅτι αὐτὴ βρισκόταν κοντὰ σὲ μία ὄχθη (μᾶλλον τὴν ἀριστερή) τοῦ Χαλαίου ποταμοῦ καὶ ἐκτεινόταν μέχρι τὴ θάλασσα. 

                      Τὸ βασικὸ κίνητρο τῆς διαφορᾶς μεταξὺ τῶν δύο πόλεων δὲν ἦταν κυρίως αὐτὴ καθαυτὴ ἡ ἐδαφικὴ ἔκταση, ὡς ἐκμεταλλεύσιμη καλλιεργήσιμη γεωργικὴ ἔκταση, ἀλλὰ  ἕνας σημαντικὸς «Ιερὸς Ναός», ἕνα «Ἱερό», τὸ ὁποῖο   βρισκόταν στὴν ἀμφισβητούμενη ἔκταση.

                   Δεν εἶναι γνωστὸ γιατί  δὲν δηλώνεται τὸ ὄνομα τοῦ θεοῦ στὸν ὁποῖο ἦταν ἀφιερωμένο τὸ «Ιερό». Φαίνεται ὅμως ὅτι αὐτὸ  εἶχε ἀρκετὴ  περιουσία καὶ πολλὰ ἔσοδα, ἡ ἐκμετάλλευση τῶν ὁποίων ἦταν προσοδοφόρα καὶ αὐτὸ ἦταν ἐκεῖνο τὸ ὁποῖο  προκαλοῦσε τὶς  διαφορὲς καὶ τὶς ἀντιπαραθέσεις καὶ διαφωνίες μεταξύ τῶν δύο αὐτῶν  ὁμόρων πόλεων.

                      Οἱ γεωλογικὲς πληροφορίες οἱ ὁποῖες  προκύπτουν  ἀπὸ ἐδαφολογικὲς ἐξετάσεις στὴν  ἐπίμαχη   περιοχὴ  ἔχουν δείξει ὅτι σὲ παλαιότερες ἐποχὲς ἡ κοίτη τοῦ Χαλαίου Ποταμοῦ (Χολορέματος) βρισκόταν πλησιέστερα πρὸς τὸ Ἀΐδίνι  ἀπὸ τὴ σημερινὴ  θέση τοῦ ποταμοῦ. Ἔτσι εἶναι πιθανόν ἡ διαμάχη αὐτὴ    μεταξὺ «Ἁλέων» καὶ «Θηβαίων» νὰ συνδέεται μ’ αὐτὴ    τὴν μετατόπιση τῆς κοίτης τοῦ Χαλαίου.

                      Ἡ τελικὴ  συμβιβαστικὴ  λύση ἡ ὁποία  βρέθηκε καὶ συμφωνήθηκε γιὰ τὸ ἀγνώστου θεοῦ αὐτὸ «Ἱερό» καὶ γιὰ τὴν διαχείριση τῆς περιουσίας του χαράχτηκε σὲ  τέσσερες μαρμάρινες στῆλες (κίονες) οἱ ὁποπῖες στήθηκαν στὰ τέσσερα «ἱερὰ» τὰ ὁποῖα  προαναφέραμε γιὰ φύλαξη ἀλλὰ καὶ ὡς ἔνδειξη τῆς ἐπίσημης κοινῆς παραδοχῆς τῆς συμφωνίας.

                        Θεωρῶντας ὅτι στὴν παροῦσα ἐργασία δὲν εἶναι ἀπαραίτητη περισσότερη ἐξέταση παραθέτουμε τὸ κείμενο τῆς συμφωνίας, ὅπως βρίσκεται σήμερα στὸ Μουσεῖο τῶν Δελφῶν, ὡς πρὸς τὰ ἀναγνώσιμα σημεῖα του καὶ τοποθετῶντας ἀποσιωπητικὰ στὰ μὴ ἀναγνώσιμα σημεῖα, τὰ ὁποῖα  εἶναι ἀρκετὰ καὶ ἀσφαλῶς δυσκολεύουν τὴν ἐξαγωγὴ σαφῶν συμπερασμάτων:

                    «… Ζώιλος Τιμασιθέου, Ἀφθόνητος Ἀγήτορος καὶ τῶμ πολιτᾶν … Τιμασιθέου, Μνασίθεος Ἰσχομάχου, Φιλόμβροτος ἀἴθωνος, Σιμάδας … Δεινία, Φιλόμβροτος Δεινομάχου, Νικομένης Ἐπαρμόστου, … Τιμασίθεος Βίωνος, Φίλιππος Λυσιμάχου, Τιμοκράτης … Ἀντιγόνου, Θεόμναστος Παρμενίωνος, Κρατησίμαχος … Ἁρμοξένου, Ἄσανδρος Λυσικλέα, Καλλίστρατος Ἀψεύδωνος … καὶ οἱ ἀποταγέντες Δαμάρατος Ἀριστοβούλου, καὶ οἱ ταγοὶ …  Δαμοτίωνος, Ξενόφιλος Βίωνος, καὶ τῶμ πολιτᾶν Μελάνθιος Ὅπλωνος, … Σωσιγένης Δαμαρέτου, Κύναγος Δαμοτίωνος, Βίων Δαμοτίωνος, … Δαμοτίωνος, Φιλόμηλος Δαμοτίωνος, ἑκόντες αὐτοὶ  ποθ’ ἑαυτοὺς ὥστε περὶ τᾶς ἀμφιλεγομένας χώρας αὐταῖς πόθ’ ἑαυτὰς ταῖς πόλεσι κριθῆμεν ἐν διαιτῷ Μάκωνι Ὀμφαλίωνος Λαρισαίῳ καὶ τὰ κριθέντα ὑπὸ τοῦτου κύρια ἐἶμεν· κριθῆμεν δ’ ἐμ μηνὶ ἑνάτῳ, ὡς Θεσσαλοὶ ἄγοντι Θύῳ, στρατηγοῦντος τοῦ αὐτοῦ· τὰν δὲ συνθήκαν κατὰ τὰν ἀποδοθεῖσαν κρίσιν ὑπὸ Μάκωνος ἀναγραφεῖσαν ἐγ κίονας δύο, ἀναθέμεν τὰμ μὲν μίαν ἐν Δελφοῖς, τὰν δὲ ἄλλαν ἐν Λαρίσᾳ ἐν τῷ ἱερῷ τοῦ Ἀπόλλωνος τοῦ Κερδῴου ἐν τῷ καταλειπομένῳ χρόνῳ τοῦ ἐνιαυτοῦ· τὰς δὲ γινομένας δαπάνας ἐἰς ταῦτα δόμεν ἑκατέραν τὰν πόλιν κατὰ τὸ ἥμισυ· ὁπότεροι  δέ κα μὴ ἀποδέχωνται τὰν κρίσιν ἤ τοῖς κριθέντοις ὑπὸ  Μάκωνος μὴ ἐμμείνωντι, ἀποτεισάτωσαν τᾷ τε ἑτέρᾳ πόλει ἀργυρίου τάλαντα πέντε, καὶ χωρὶς τὰ κριθέντα ὑπὸ Μάκωνος … ταῦτα ἀναγράψαντες ἐἰς κίονας δύο ἀναθέτωσαν ἑκάτεραι ἀἱ πόλεις  τὰμ μὲν ἐν Θήβαις ἐν τῷ τᾶς Ἀθανᾶς τᾶς Πολιάδος, τὰν δὲ ἐν Ἅλῳ τᾷ Ἀχαικᾷ ἐν τῷ ἱερῷ τᾶς Ἀρτέμιδος τᾶς Παναχαίας· Ξενοδόκοι Κεφαλίων …  Νικόβουλος Περδίκκα, Πολυσάων Πολίτα, Μελιταιεῖς. Στραταγέοντος Διοτίμου τοῦ Ἑρμία Λαρισαίου, μηνὸς ἐμβολίμου εἰκάδι, … διαιτητὴς ὑπὸ τε τῆς Θηβαίων πόλεως καὶ ὑπὸ τῆς Ἁλέων, Μάκων Ὀμφαλίωνος Λαρισαῖος περὶ τῆς χώρας ἧς ἀμφελέγοντο πρὸς αὑτοὺς οἵ τε Θηβαῖοι καὶ Ἁλεῖς, περιοδεύσας πᾶσαν τὴν χώραν μετὰ τῶν ἀπεσταλμένων ὑφ’ ἑκατέρας τῆς πόλεως καὶ διακούσας τοῦ ὑπ’ ἀμφοτέρων ῥηθέντος μαρτυρίου ᾧ ἔκρινεν, ἑκατέρων εὐδοκεόντων περὶ τᾶς μὲν ἱερᾶς χώρας …  προσοροῦσιν Λιγυναίοις· ὅρια δ’ εἶναι ὡς … ἀνέχουσιν ἐπὶ …   παρὰ τὴν ὁδὸν τὴν …  ὥσπερ οἱ τέρμονες ἔχουσιν … τούτου ἐπὶ …  κεῖται καὶ …  ταύτην τὴν …  τῆς χώρας ὑπάρχει ὅριον … ὥσπερ οἱ τέρμονες οἱ πρῶτοι καὶ ἀπὸ τοῦ  … δι’  ἀνταίαν ἕως τῆς ὁδοῦ … καὶ ἀπὸ τῶν τερμόνων τῷ … θάλασσαν· ἐξεῖναι δὲ ἑκατέροις … μισθοῦ αὐτοῖς, ἑτέροις δὲ ἐγδιδόναι καὶ  οὐ κατ’ ἰδίαν ἀλλὰ κοινῇ … πωλεῖν ἐν ᾧ καιρῷ τάξωσιν αὐταὶ καὶ ἀπὸ τῶν προσόδων συντελεῖν τὰς θυσίας τοῖς θεοῖς, ἐάν τε κοινῇ ἔχωσιν ἀμφότεραι αἱ πόλεις, ἐάν τε διελόμενοι τὰ προσόδια καθ’ ἱδίαν ἑκάτεροι ἔχωσι, τὰς δὲ … ἐκ τοῦτων κειμένας ὑφ’ ἑκατέρων νέμεν ἐξεῖναι· τὸ δὲ κρῖμα τοῦτο ἑκάτεροι ἀναγραψάτωσαν εἰς κίονας λιθίνας τέσσαρας καὶ ἀναθέτωσαν μίαν μὲν ἐν Δελφοῖς, μίαν δὲ ἐν Λαρίσῃ ἐν τῷ ἱερῷ τοῦ Ἀπόλλωνος τοῦ Κερδῴου, μίαν δὲ ἐν Θήβαις ἐν τῷ ἱερῷ τῆς Ἀθηνᾶς τῆς Πολιάδος, μίαν δὲ ἐν Ἅλῳ ἐν τῷ ἱερῷ τῆς Ἀρτέμιδος τῆς Παναχαίας καὶ τοῦτο ποιησάτωσαν ἐν τῷ ἔτει τῷ μετὰ στρατηγὸν Διότιμον· τὸ δὲ ἀνάλωμα εἰς ταῦτα δότωσαν ἑκάτεραι αἱ πόλεις…».