Πρόσωπα και γεγονότα που συνδέονται με την ελληνική επανάσταση στην περιοχή του Αλμυρού

    

Σάββατο 10, Απρίλιος 2010 – 18:07 Συγγραφέας: ΤΣΟΛΑΚΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ

Είναι μάλλον περιττό να αναφερθεί ότι η ελληνική επανάσταση αποτελεί το μεγαλύτερο σε μέγεθος, ένταση, έκταση και διάρκεια πολεμικό και κοινωνικό γεγονός και φαινόμενο της νεότερης ιστορίας της Ελλάδας, για τον σημαντικό μάλιστα λόγο, του ότι οδήγησε στη γέννηση του ελληνικού κράτους, με τη μορφή που το γνωρίσαμε τους τελευταίους δύο αιώνες.

Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι ο ετήσιος εορτασμός της 25ης Μαρτίου ως ημέρας έναρξης της επανάστασης έχει αποκτήσει και διατηρεί έκτοτε χαρακτήρα εθνικό και εορτάζεται με λαμπρότητα.

Αποτελεί επίσης ένα παγκόσμιας εμβέλειας γεγονός, καθ” ότι υποχρέωσε τα βλέμματα των ξένων να στραφούν στην πατρίδα μας.

Αποτελεί επιπλέον ένα γεγονός στο οποίο η πανάρχαια πολεμική αρετή της ελληνικής φυλής, που είναι αποδεκτή και εξυμνείται από όλους τους λαούς του κόσμου και σε κάθε αφορμή., όπως λ.χ. και στα γεγονότα του Β΄ παγκοσμίου πολέμου, για να ανατρέξουμε στην πιο πρόσφατη ιστορία, οπότε όλοι οι ηγέτες των δυνάμεων που πρωταγωνίστησαν, δηλαδή τόσο ο ίδιος ο Χίτλερ, όσο και οι Σοβιετικοί, ο Στάλιν και ο Ζουγκόφ, όσο και Τσώρτσιλ αλλά και ο Ιταλός δικτάτορας Μουσολίνι και όλος εν γένει ο κόσμος, όλοι ανεξαιρέτως επαίνεσαν τις αξίες αυτές και τον ηρωισμό που διαπίστωσαν στους Έλληνες στρατιώτες στα πεδία των μαχών.

Αυτή η ανδρεία και η αυτοθυσία για τα ιδανικά του γένους, πέρα από πολιτικές ιδεολογίες και σκοπιμότητες, διαφάνηκε σ” όλο της το μεγαλείο στα χρόνια της Επανάστασης του ’21.

Το ενδιαφέρον το ιστορικό, το ερευνητικό και συγγραφικό για τη συγκεκριμένη περίοδο συνεχίζεται αμείωτο  και μέχρι τις μέρες μας.

Παρ” όλα αυτά, λόγω ακριβώς και της τεράστιας έκτασης των γεγονότων,
αρκετά είναι τα στοιχεία τα οποία βρίσκονται ακόμη υπό έρευνα.

Πρέπει δε να επισημανθεί εκ προοιμίου, ότι η ευρύτερη περιοχή του Αλμυρού
είναι ίσως από τις λιγότερο διερευνημένες ιστορικά, όσον αφορά τα γεγονότα και τους πρωταγωνιστές του 1821.

Γενικά
Η οκτάχρονη πολεμική αυτή περιπέτεια που αφορά την Ελλάδα σ” όλη της την έκταση, κρύβει αναρίθμητες μικρότερες ιστορίες, κάποιες από τις οποίες είναι ακόμα άγνωστες ή και αγνοημένες.

Σε τοπικό μάλιστα επίπεδο ελάχιστη έχει υπάρξει η σημασία που δίνεται στους
πρωτεργάτες της απελευθέρωσης της κάθε περιοχής, κι ας βρίθει το
πανελλήνιο γεγονότων και ηρωισμών.

Οι Θεσσαλοί αγωνιστές βρέθηκαν μαχόμενοι σ” όλα τα μήκη και τα πλάτη της Ελλάδας. Ακόμα και μέχρι το Λίβανο, της Μέσης Ανατολής βρέθηκαν εκστρατεύοντας οι πρόγονοί μας, όπου αναφέρεται μάλιστα ότι κάποιος Μαυρομοιριώτης Θεσσαλός, κατά τη διάρκεια πολιορκίας της εκεί πόλεως της Βηρυτού  το έτος 1826, αναρριχήθηκε σαν γάτα πάνω στα τείχη, πιάστηκε στα χέρια με κάποιον Άραβα στις επάλξεις του φρουρίου και αφού ανατράπηκε, έπεσε μαζί του
στο έδαφος για να σωθεί ως εκ θαύματος, ενώ ο Άραβας βρήκε το θάνατο.

Αλλά και στην ευρύτερη περιοχή της Μαγνησίας υπάρχουν πτυχές και πρόσωπα που μόλις τα τελευταία χρόνια έρχονται στην επιφάνεια, όπως λόγου χάρη οι ηρωικές μορφές του Βελέντζα, των Καλαμιδαίων και του Γεωργίου Γριζάνου, οι οποίες συνδέονται με την περιοχή του Αλμυρού.

         Ας έλθουμε όμως και στην περιοχή του Αλμυρού. 

Κι εδώ άγνωστα παραμένουν ως επί το πλείστον τα καταγόμενα ή συνδεόμενα με την περιοχή πρόσωπα των αγωνιστών.

Είναι μάλιστα γεγονός ότι μπορεί κανείς να μνημονεύσει περισσότερα ονόματα οπλαρχηγών της γειτονικής περιοχής του Πηλίου, απ” όσα συνολικά αγωνιστών, λιγότερο ή περισσότερο γνωστών, από όλη την περιοχή του Αλμυρού.

Δεν είχε όμως και η  περιοχή του Αλμυρού τη δική της ξεχωριστή θέση στα γεγονότα της περιόδου; Αναμφίβολα ναι.

Οι αναφορές στην πόλη ή και στην ευρύτερη περιοχή του Αλμυρού, μάλλον σπανίζουν στην ιστορική βιβλιογραφία. Γιατί όμως συμβαίνει αυτό;

Από τη μια, είναι βέβαια γεγονός ότι δεν έλαβε χώρα στην περιοχή κάποιο μεγάλης σημασίας στρατιωτικό γεγονός, μάχη ή ναυμαχία, όπως λ.χ. στη Γραβιά, στο Μεσολόγγι, στην Αράχωβα, στο Σούλι, στην Εύβοια, στο Τρίκερι ή αλλού.

Αυτό βέβαια από μόνο του δεν αρκεί για να αποδείξει ότι η περιοχή του Αλμυρού έμεινε αμέτοχη στα γεγονότα της Ελληνικής Επαναστάσεως.

Από την άλλη υπάρχει η γειτνιάζουσα περιοχή του Πηλίου, που κράτησε τα πρωτεία της επανάστασης στην περιοχή, επισκιάζοντας τα γεγονότα των γύρω περιοχών και να γιατί:

Το Πήλιο την εποχή του 1821 ήταν πλουτοπαραγωγικό κέντρο, διατέλεσε δε, η πιο πυκνοκατοικημένη περιοχή στην Ελλάδα και βέβαια ελληνοκρατούμενη.

Απολάμβανε μάλιστα πολλά προνόμια και κάπως μεγαλύτερη ελευθερία κινήσεων λόγω της χαλαρής επιτήρησης των Τούρκων.

Όπως μάλιστα χαρακτηριστικά σχολίασε ο ιστορικός Δ. Κόκκινος, ο οποίος είναι ο σημαντικότερος ίσως  ιστορικός της Ελλ. Επανάστασης και τιμήθηκε με βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών για το έργο του, αναφερόμενος στο Πήλιο:

<<Όπου υπήρχε πλούτος, παραγωγή, και ανεπτυγμένη ελληνική κοινότης, εκεί εξερράγη ζωηρότερα η επανάστασης>>.

Και δεν είχε άδικο, αν αναλογιστούμε ότι τα τρία αυτά στοιχεία δεν ήταν τόσο αναπτυγμένα στην περιοχή του Αλμυρού, είχαμε ως αποτέλεσμα να μην έχουμε την ίδια ένταση στα εδώ γεγονότα.

Συνέπεια λοιπόν ήταν ότι η Ανατολική Μαγνησία, δηλ. το Πήλιο, τοποθετήθηκε αναπόφευκτα στο επίκεντρο του Αγώνα και συνακόλουθα  ο ρόλος του Αλμυρού διαφάνηκε συγκριτικά υποδεέστερος.

Έτσι λοιπόν, το Πήλιο ανέλαβε πρωταγωνιστικό ρόλο τόσο στη διοργάνωση όσο και στην εξέλιξή του ξεσηκωμού, και καρπώθηκε το μεγαλύτερο μερίδιο της αναγνώρισης της συμμετοχής στον Αγώνα. Επιπλέον, εκεί διεξήχθησαν και οι σημαντικότερες από τις μάχες της περιοχής της Μαγνησίας.

Η οργάνωση

Η επανάσταση οργανώθηκε σ”  όλη την Ελλάδα παράλληλα σε δύο τομείς: τον διοικητικό, και τον στρατιωτικό.

Ανάμεσα στα πρόσωπα του οργανωτικού σκέλους του Αγώνα, που η Μαγνησία έχει την τιμή να εκπροσωπείται από τους Ανθ. Γαζή και  Γρ. Κωνσταντά από τις Μηλιές του Πηλίου, συγκαταλέγεται και ο Κωνσταντίνος Σακελλίων, καταγόμενος από τους Κοκκωτούς της Όθρυος.

Οι άνθρωποι αυτοί έπαιξαν σημαντικό ρόλο γιατί συντόνιζαν την κοινή δράση όλων των Ελλήνων.

Τα οικιστικά κέντρα (πόλεις) , τα κάστρα και ο ρόλος τους

Οι στρατηγικής σημασίας οικισμοί της Μαγνησίας στην περίοδο της Τουρκοκρατίας ήταν οπωσδήποτε ο Βόλος, ο Αλμυρός και το Τρίκερι.

Αυτούς τους σημαντικότερους διοικητικά και στρατιωτικά πόλους στην περιοχή της Μαγνησίας, οι Τούρκοι θέλησαν πάση θυσία να τους κρατήσουν στον έλεγχό τους σ” όλη τη διάρκεια των χρόνων της επανάστασης.

Τον δε Αλμυρό, όπου το τουρκικό στοιχείο ήταν έντονο, ούτως ή άλλως, για τον επιπλέον λόγο, ότι βρισκόταν πάνω στη διαδρομή που θα έπρεπε να ακολουθήσει κάποιο οργανωμένο στράτευμα κινούμενο από τη Β. Ελλάδα προς τη Στερεά, όπως αντίστοιχα και τη Λαμία νοτιότερα.

Κοινό χαρακτηριστικό γνώρισμα και των τριών αυτών πόλεων υπήρξε ότι ήσαν πυκνοδομημένες, πυκνοκατοικημένες και μάλιστα, το Τρίκερι και ο Βόλος ήταν οχυρωμένες με τείχη, ως καστροπολιτείες.

Ο Βόλος αποτελούσε επίσης ναυτική βάση των Τούρκων.

Ιδιαίτερα στο Βόλο αλλά και στον Αλμυρό το τουρκικό στοιχείο ήταν πολύ έντονο, ήταν τουρκοκρατούμενες πόλεις.

Οι λιγοστοί Έλληνες κάτοικοι του Αλμυρού δεν μπόρεσαν να συνεισφέρουν όπως θα δούμε σημαντικά στις πρώτες στρατιωτικές επιχειρήσεις της περιοχής, ενώ οι Τρικεριώτες, ευρισκόμενοι συνεχώς υπό την κυριαρχία των Τούρκων, ιδίως μετά το 1823, και παρά τη μεγάλη δύναμη που διέθεταν στη θάλασσα, προσέφεραν λιγότερα ίσως  από τα αναμενόμενα.

Η επανάσταση από της σκοπιά της μορφολογίας του εδάφους

Η επανάσταση ως στρατιωτικό γεγονός οφείλει να εξεταστεί και από μια άλλη σκοπιά, που έχει να κάνει με τη μορφολογία του εδάφους.

Ενώ οι πεδινές περιοχές, όπως ο κάμπος του Αλμυρού, ήταν ιδιαίτερα
ευάλωτες και ο άμαχος πληθυσμός δεν εύρισκε καταφύγιο σε περίπτωση επιθέσεων και αντιποίνων από τους Τούρκους, από την άλλη οι ορεινές περιοχές αποτέλεσαν τα επίκεντρα της δράσης των επαναστατών, καθώς εκεί μπορούσαν να οργανωθούν και να κρύβονται με ευχέρεια.

Οι δύο ορεινοί όγκοι  της Μαγνησίας, το Πήλιο και η Όθρυς, έγιναν τα επίκεντρα της κινητοποίησης και των επιχειρήσεων.

Η Όθρυς, είναι το μεγάλο και δύσβατο βουνό της περιοχής. Μοιραία εδώ εντοπίζονται οι σημαντικότερες προσπάθειες για τη συγκρότηση της επαναστατικής δράσης στην περιοχή του Αλμυρού.

Δεν είναι τυχαίο ότι σημαντική κινητοποίηση πραγματοποιήθηκε στο χωριό της Ανάβρας, ορεινό και δυσπρόσιτο οικισμό, που παρείχε τα πλεονεκτήματα της ελευθερίας και στρατιωτικής οργάνωσης.

Στα προηγούμενα της Επανάστασης χρόνια η ανάπτυξη κλέφτικων σωμάτων λόγω του δύσβατου της ορεινής περιοχής, είχε προετοιμάσει το έδαφος σε στρατιωτικό επίπεδο. Οι αγωνιστές της Γούρας συνεργάστηκαν και πρωταγωνίστησαν στα σώματα του Καραϊσκάκη, του Πανουργιά, του Οδ.
Ανδρούτσου κι άλλων διάσημων οπλαρχηγών του ’21. Ανάμεσά τους ο Φιλικός Πλατυγένης, από την αρχοντική γενιά των Πλατυγένηδων, και οι Καραγεωργαίοι, που ήταν καπεταναίοι της περιοχής και πολέμησαν στο χωριό Φούρκα  της Δυτικής Όθρυος το 1821 κατά του Ομέρ Βρυώνη που κατευθυνόταν με το στρατό του προς την Πελοπόννησο, για να του ανακόψουν την κάθοδο. Καθυστέρησαν μάλιστα εκεί επί 3 μέρες την προέλαση των Τούρκων.

Πολλοί άλλοι επίσης κάτοικοι της περιοχής αναφέρονται ως αγωνιστές που υπηρέτησαν κάτω από τις διαταγές των οπλαρχηγών των γύρω περιοχών.

Το μοναστήρι της Ξενιάς, έπαιξε σίγουρα κι αυτό το ρόλο του, όπως όλα άλλωστε τα μοναστήρια, σ” όλη την έκταση της Ελλάδας, είτε ως σημεία μυστικών συναντήσεων των οπλαρχηγών, είτε ως θέσεις άμυνας λόγω της οχύρωσης που διέθεταν, είτε ως τόπος ξεκούρασης των αγωνιστών και περίθαλψης των τραυματιών. Τέλος χρησίμευσαν και ως καταφύγια αμάχων.
Ακόμα από τους Κοκκωτούς, άλλο σημαντικό ορεινό χωριό της περιοχής, καταγόταν ο  Κωνσταντίνος Σακελλίων, στον οποίο αξίζει μια ιδιαίτερη αναφορά. Παρ” όλο που δεν υπάρχουν αρκετές πληροφορίες γι” αυτόν, όλα τα στοιχεία συντείνουν στο ότι ο Σακελλίων υπήρξε σημαντική μορφή της περιοχής, που συγκαταλέγεται στους πρωταγωνιστές του Αγώνα.
Ο Σακελλίων ανέπτυξε εκτός από πολιτική – οργανωτική δράση και στρατιωτική.

Στις 25 Αυγούστου του 1821 και ενώ η πρώτη επαναστατική απόπειρα του Πηλίου είχε κατασταλεί από το Δράμαλη, βρέθηκε στη Βυτίνα της Αρκαδίας, όπου τον συναντούμε να συνυπογράφει επιστολή, με άλλες προσωπικότητες της εποχής, όπως το Δρόσο Μανσόλα, το Γρηγόριο Κωσταντά, τον επίσκοπο Νεόφυτο της Λαμίας κ.α.).

Ήταν ο επίσημος απεσταλμένος αντιπρόσωπος της περιοχής Αλμυρού. Μαζί με άλλους εκπροσώπους της Στερεάς και Θεσσαλίας ζητούσαν βοήθεια για την οργάνωση κατά τόπους της επανάστασης από διάφορες σημαντικές προσωπικότητες της εποχής. Η επιστολή αυτή είναι και η μοναδική ίσως επίσημη διακύρηξη  που αφορά την επαρχία του Αλμυρού με την οποία εκδηλώνεται η επιθυμία για συμμετοχή στην Επανάσταση.

         Άλλο ορεινό χωριό της περιοχής, ήταν οι Κωφοί.

Από εδώ καταγόταν ο περίφημος Στέφανος Κομητάς, που διετέλεσε κι αυτός Φιλικός και αναφέρεται μάλιστα ως ένας από τους 5 εφόρους της Φιλικής Εταιρίας.
Αλλά και ο Πλάτανος είχε, όπως όλα δείχνουν, σημαντική παρουσία στον Αγώνα. Για το λόγο μάλιστα αυτό οι Τούρκοι έκαψαν το χωριό στα χρόνια της επανάστασης.

Πρέπει δε να σημειώσουμε ότι συνήθως καταστρέφονταν χωριά που είχαν σημαντική συνεισφορά , ιδίως αν από αυτά κατάγονταν σημαντικοί οπλαρχηγοί.

Η προσωπική μου άποψη είναι ότι υπήρξε ο Πλάτανος ο σημαντικότερος επαναστατικός πυρήνας στη γύρωθεν του κάμπου του Αλμυρού περιοχή, και χρήζει βέβαια συστηματικότερης διερεύνησης ο ρόλος των Πλατανιωτών στα γεγονότα.
Στην επανάσταση πήραν επίσης μέρος άνδρες από τα χωριά Σούρπη, Πτελεός, και Χαμάκω.

Έχω μάλιστα την τιμή να παρουσιάσω για πρώτη φορά  τα ονόματα τριών άγνωστων μέχρι τώρα, πλην όμως σημαντικών αγωνιστών της περιοχής του Αλμυρού, που έτυχε να πέσουν στην αντίληψή μου, επιφυλασσόμενος να επανέλθω σύντομα με όλα τα στοιχεία  που έχω στη διάθεσή μου:

Ο πρώτος είναι Ο ΑΡΓΥΡΙΟΣ ΔΗΜΟΥ ΦΑΡΜΑΚΗΣ, ο οποίος καταγόταν  από τον Πτελεό. Το έτος 1821 ήταν ηλικίας 22 ετών.

Αναφέρει χαρακτηριστικά ο ίδιος :

<<…κατετάχθην από του 1821 εις τα κατά καιρούς παρευρεθέντα σώματα ως υπολοχίας και παρευρέθην εις όλας τας κατά καιρούς συμβάσας μάχας υπέρ του ανεξαρτησίας αγώνος…>>

Τιμήθηκε μάλιστα ο ίδιος και με αριστείο (σιδηρούν) για την προσφορά του.

Άλλος αγωνιστής ήταν ο  ΠΑΝΑΓΗΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ, ο οποίος ήταν
μόλις  19 ετών το ’21.

Ήταν γεννημένος στον (Παλιό) Πλάτανο και εγκαταστάθηκε αργότερα στη Χαμάκου. Την υπηρεσία του βεβαίωσαν διάφοροι οπλαρχηγοί και τιμήθηκε κι αυτός με σιδηρούν αριστείο, τιμητική διάκριση που δινόταν στους αγωνιστές στα χρόνια της Βασιλείας του Όθωνα.

Άγνωστος στις μέρες μας είναι και  ο ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΣ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ
από τη Χαμάκου  (-ω).

Αυτός ήταν ακόμα νεότερος, όταν έπιασε τα όπλα σε ηλικία  17 ετών το 1821. Αναφέρει ο ίδιος περιληπτικά για την συνεισφορά του στον Αγώνα τα εξής:

<<… Καταχθείς από τα 1821 ως απλός στρατιώτης εις τα κατά καιρούς παρευρεθέντα σώματα μέχρι της ελεύσεως της Αυτού Μεγαλειότητος (ενν. τον βασιλιά Όθωνα) στην Ελλάδα και παρευρεθείς εις όλας τας κατά καιρούς μάχας υπέρ του ανεξαρτησίας αγώνος της Ελλάδος, είμαι εις των αγωνισθέντων και πληγωθέντων εις τον προληφθέντα αγώνα…>>

Αργότερα μάλιστα υπηρέτησε και στο σώμα της Οροφυλακής που είχε ως σκοπό τη διαφύλαξη της τάξης κατά μήκος των πρώτων ελληνικών συνόρων που βρίσκονταν στην περιοχή.

Οι οπλαρχηγοί – ο ρόλος τους

Ας περάσουμε όμως σε ένα άλλο κεφάλαιο, τους στρατιωτικούς ηγέτες του Αγώνα, τους αποκαλούμενους οπλαρχηγούς.

Ήταν αυτοί που μερίμνησαν για τη συγκρότηση, τη χρηματοδότηση και τη συντήρηση των διάφορων στρατιωτικών ομάδων.

Οι περισσότεροι από αυτούς ήταν ευυπόληπτοι άνθρωποι, πρόκριτοι, καραβοκύρηδες, σημαίνοντα πρόσωπα της τοπικής κοινωνίας, εύποροι επί το πλείστον, αλλά και παλιοί αρματολοί και κλέφτες, ακόμα και ιερωμένοι. Άνθρωποι δηλαδή όλου του φάσματος της τότε κοινωνίας. Χωρίς την πρωτοβουλία και τη συνδρομή, ιδίως μάλιστα την οικονομική  των σημαντικών αυτών ανθρώπων κάθε περιοχής, η επανάσταση δεν θα είχε καμία απολύτως τύχη. Γι” αυτό και η Φιλική Εταιρία είχε φροντίσει να τους προσεγγίσει πριν ακόμα το 1821.

Η περιοχή του Αλμυρού τώρα, έχει την τύχη, να συνδέεται ιστορικά και με κάποιους από αυτούς τους μεγάλους άνδρες, αξιωματούχους και στρατιωτικούς ηγέτες της επανάστασης, με μακρόχρονη και σημαντική δράση. Αφ” ενός, με τον Ι. Βελέντζα, λόγω της καταγωγής του από την περιοχή του Πτελεού και αφ” ετέρου με τους τέσσερις γιους του ήρωα της Μαγνησίας, του αντιστράτηγου Δ. Καλαμίδα, που έπεσε μαχόμενος το 1826 στην Αταλάντη αλλά και με τον Μιτζελιώτη Γ. Γριζάνο.

Ο Γριζάνος και οι Καλαμιδαίοι, Μιτζελιώτες στην καταγωγή, επέλεξαν μάλιστα να μετεγκατασταθούν στην περιοχή του Αλμυρού  αμέσως μετά την  οριστική χάραξη των πρώτων ελληνοτουρκικών συνόρων το έτος 1832, ιδρύοντας την Αμαλιάπολη και για το λόγο αυτό συνδέθηκαν με την περιοχή του Αλμυρού.

Και στους τρεις αυτούς άνδρες, τον Καλαμίδα, το Γριζάνο και τον Βελέντζα δόθηκε ο χαρακτηρισμός του πολέμαρχου από τους κατά καιρούς μελετητές, και όχι άδικα, αφού υπήρξαν ικανότατοι στρατιωτικοί ηγέτες, από τους σημαντικότερους σ” ολόκληρη τη Θεσσαλία.

Αξίζει όμως τον κόπο να σταθούμε λίγο και στην ίδρυση της Αμαλιάπολης, ενός οικισμού που ξεπήδησε θα λέγαμε μέσα από τις φλόγες του πολέμου και η γέννηση του είναι άμεσα συνδεδεμένη με τον Αγώνα.

Η Αμαλιάπολη, δημιουργήθηκε από τους κατοίκους του χωριού της Παλιάς Μιτζέλας του Πηλίου, στην περιοχή της Ζαγοράς,  που καταστράφηκε ολοκληρωτικά εξ” αιτίας της μαζικής συμμετοχής των κατοίκων του στην επανάσταση.

Οι κάτοικοι του χωριού αυτού μεταφέρθηκαν με πλοία στο νησί της Σκοπέλου όπου έζησαν για έξι χρόνια ως πρόσφυγες.

Οι περισσότεροι από τους Μιτζελιώτες αυτούς αγωνιστές του ’21 με τις οικογένειές τους, ανάμεσά τους και κάποιοι σημαντικοί οπλαρχηγοί του Αγώνα, όπως ήταν οι Καλαμιδαίοι, και ο Γριζάνος και αρκετοί άλλοι, που σχηματίζουν ολόκληρο κατάλογο, εγκαταστάθηκαν στην περιοχή και ανοικοδόμησαν τη μετέπειτα περίφημη ναυτική κωμόπολη του 19ου αιώνα που αναπτύχθηκε ως ένα σημαντικό οικονομικό και διοικητικό  κέντρο και λιμάνι και γνώρισε σημαντική οικονομική ευημερία χάρη στη συστηματική ενασχόληση των κατοίκων της με το ναυτεμπόριο.

Οι κάτοικοι του χωριού, μυημένοι στο θαλασσινό εμπόριο και τις μεταφορές που επιτελούσαν στα λιμάνια όλης της Ευρώπης, ήταν σε μεγάλο ποσοστό πλοιοκτήτες ή κυβερνήτες των ιστιοφόρων πλοίων και χάρη στην ανάπτυξη αυτής της επιχειρηματικής τους πρωτοβουλίας πέτυχαν τη σημαντική οικονομική άνθιση του τόπου τους σε σχέση μάλιστα με τα γύρω χωριά της περιοχής, εξασφαλίζοντας όχι μόνο σταθερή εργασία αλλά και υψηλά εισοδήματα στους άνδρες του χωριού.

Έτσι μάλιστα έμεινε στην ιστορία η λαϊκή ρήση για τους Μιτζελιώτες ότι

<<έφερναν με τα καράβια τους τις λίρες με τα ζεμπίλια, και ταις μετρούσαν με τα φέσια>>.

Στις αρχές του 20ου αιώνα οι περισσότεροι από τους απογόνους των αγωνιστών του ’21 και γηγενών της Μιτζέλας, άρχισαν σταδιακά να εγκαταλείπουν τον τόπο της καταγωγής τους λόγω της πτώσης που γνώρισε η ιστιοφόρος ναυτιλία με την επικράτηση της ατμοπλοΐας, που είχε ως συνέπεια, την απώλεια του εμπορικού στόλου της περιοχής.

Βέβαια τίποτα σχεδόν, σήμερα δεν θυμίζει το λαμπερό παρελθόν και την ιστορία του  τόπου αυτού και την άμεση σύνδεσή του με την Ελληνική Επανάσταση, εκτός ίσως από λιγοστά εναπομείναντα από τα επιβλητικά αρχοντόσπιτα των πρώτων οικιστών.

Ανάμεσά τους, στην πλατεία του χωριού, το πέτρινο τριώροφο αρχοντικό του οπλαρχηγού Γώγου Καλαμίδα.

Πρέπει να τονίσουμε ότι οι σημαντικοί αυτοί οπλαρχηγοί που συνδέονται με την περιοχή, δηλ. ο Βελέντζας, ο Γριζάνος και οι Καλαμιδαίοι, συνεργάζονταν στενά και πολεμούσαν συνήθως όλοι μαζί στις κατά καιρούς διεξαγόμενες μάχες και εκστρατείες τους.

Ίσως μάλιστα και η έλευση των Μιτζελιωτών προσφύγων στην περιοχή να συνδέεται σε κάποιο βαθμό και με την παρουσία και εγκατάσταση του Βελέντζα στον Πτελεό.

Ανάμεσα στις ιστορικές μάχες που πήραν μέρος, ήταν στη Γατζέα του Πηλίου, στο Τρίκερι το 1823 αλλά και το 1827, στην περιοχή της Πύλου στην Πελοπόννησο, στην Αταλάντη, όπου τραυματίστηκε σοβαρά και κινδύνεψε να αιχμαλωτισθεί ο Βελέντζας και έπεσε μαχόμενος ηρωικά ο Δ. Καλαμίδας.
Πως όμως βρέθηκαν να συμπολεμούν οι Πηλιορείτες Καλαμιδαίοι με τον Αλμυριώτη Βελέντζα;

Αναδρομή στα γεγονότα της επανάστασης στην περιοχή της Μαγνησίας

Η πανηγυρική κήρυξη της επανάστασης στην περιοχή του Πηλίου έγινε την εκκλησία των Ταξιαρχών στις Μηλιές στις 6-5-1821.

Μέχρι σήμερα σώζεται το λάβαρο της Αναστάσεως κάτω από το οποίο κηρύχθηκε και ευλογήθηκε η έναρξη του αγώνα, ενώ η σημαία της επανάστασης  βρίσκεται στη βιβλιοθήκη του ίδιου χωριού.

Την επανάσταση κήρυξε ο λόγιος αρχιμανδρίτης   Άνθιμος Γαζής, ως άλλος Παλαιών Πατρών Γερμανός.

Ο ίδιος διετέλεσε σημαντικό στέλεχος της Φιλικής εταιρίας. Καμία ενέργεια δεν γινόταν από τη Φιλική εταιρεία χωρίς τη σύμφωνη γνώμη του Γαζή.

Μύησε λοιπόν ο Γαζής στους σκοπούς της Φιλικής εταιρίας πολλά σημαίνοντα πρόσωπα από της περιοχής. Ανάμεσα σ” αυτούς που μυήθηκαν ήταν κι ο Μιτζελιώτης ήρωας Δημήτριος Καλαμίδας και ο επίσης Μιτζελιώτης Γεώργιος Γριζάνος.
Την ίδια εποχή, ο Ζαγοριανός Κυριάκος Μπασδέκης κατείχε το αρματολίκι όλης της σημερινής Μαγνησίας, συμπεριλαμβανομένου και του Αλμυρού αλλά και του Δομοκού.

Στις 7 Μαΐου του 1821, οι επαναστάτες επιτέθηκαν στο κάστρο του Βόλου. Σύμφωνα με τις πληροφορίες που έχουμε, στην πολιορκία συμμετείχαν και οι Μιτζελιώτες, που κατέβηκαν από το Πήλιο κι ενώθηκαν με τους υπόλοιπους επαναστατημένους. Η πολιορκία του φρουρίου δεν έφερε αποτέλεσμα, παρ” όλο που ελληνικά καράβια  που είχαν εισέλθει στον Παγασητικό το κανονιοβολούσαν και από τη θάλασσα.

Οι Τούρκοι κράτησαν με επιτυχία την άμυνα. Τότε ο στρατός των Πηλιορειτών άρχισε να σκέφτεται τις επόμενες κινήσεις του.

Ο αντίκτυπος της επανάστασης στην υπόλοιπη Μαγνησία.

Αποχή των Αλμυριωτών από το κίνημα. Το ηθικό των Πηλιορειτών κλονίζεται

Προκειμένου λοιπόν να βοηθηθεί η πολιορκία αναζητήθηκαν
αμέσως ενισχύσεις από τη γύρω περιοχή: Έτσι 3 στρατιωτικά σώματα στάλθηκαν προς τη Λάρισα, το Βελεστίνο και τον Αλμυρό για να βρουν βοήθεια.
Ο Γαζής μάλιστα αναφέρει για τον Αλμυρό σε επιστολή του ότι
<<…τα μέρη του Αρμυρού εκινήθησαν χθες>>, (εννοεί στις 8-5-1821).

Ο Γαζής όμως μάλλον βιάστηκε να θεωρήσει δεδομένη τη συνδρομή του Αλμυρού.

Η επίσημη  απάντηση των Αλμυριωτών προς τους εξεγερμένους του Πηλίου, ήταν διαφορετική, και μάλιστα αρνητική. Το βράδυ της 10ης Μαΐου του 1821, οι Αλμυριώτες έστειλαν απεσταλμένο στο Βόλο και ειδοποίησαν ότι φοβούνται τους Τούρκους και ότι δεν θέλουν να επαναστατήσουν.

Δείλιασαν λοιπόν οι κάτοικοι του Αλμυρού φοβούμενοι τους Τούρκους; Αυτό είναι πολύ πιθανό και αναφέρεται μάλιστα πως οι Τούρκοι πήραν ως ομήρους γυναικόπαιδα των Ελλήνων της περιοχής, για να αποτρέψουν την εξέγερση των κατοίκων.

Η είδηση της αποχής των Αλμυριωτών κλόνισε το ηθικό των εξεγερμένων Πηλιορειτών.

Λίγο αργότερα ο Δράμαλης, ο γνωστός Μαχμούτ Πασάς, κατέβηκε από τη Λάρισα με ισχυρό στρατό και σκόρπισε τους επαναστατημένους Πηλιορείτες. Έτσι τέλειωσε το πρώτο κίνημα στην περιοχή.

Οι Καλαμιδαίοι πήγαν στη Χαλκιδική για να βοηθήσουν την επανάσταση της περιοχής που βρισκόταν ακόμα σε εξέλιξη, και άλλοι Πηλιορείτες, με επικεφαλής τον ηγέτη της επανάστασης στο νότιο Πήλιο, Προμυριώτη οπλαρχηγό Γ. Ζορμπά, υποχώρησαν στο νότιο Πήλιο. Τότε λοιπόν πέρασε στο Πήλιο κι ενώθηκε μαζί τους το καλοκαίρι του 1821 ο Βελέντζας. Από αυτή τη στιγμή κι ύστερα το Τρίκερι ήταν πλέον το μοναδικό ελεύθερο μέρος σ” ολόκληρη τη Θεσσαλία.

Στην ίδια περιοχή του νότιου Πηλίου κατέφυγε και το άλλο σημαντικό πρόσωπο της περιοχής του Αλμυρού, ο Σακελλίων. Τον Αύγουστο λοιπόν του 1821 ο Κωνσταντής Σακελλίων, που καταγόταν από το χωριό Κοκκωτοί του Αλμυρού, βρέθηκε πρόσφυγας στο Τρίκερι, όπου είχε καταφύγει μετά την κάθοδο του Δράμαλη στη Μαγνησία, για να σωθεί.

Είχε φαίνεται αναπτύξει κάποια επαναστατική δραστηριότητα στη γενέτειρά του, στους Κοκκωτούς, γι” αυτό ζήτησε προστασία στη δύσβατη περιοχή του Ν. Πηλίου όπου βρισκόταν κι ο Βελέντζας μαζί με άλλους αγωνιστές της περιοχής. Ο Σακελλίων είχε όπως φαίνεται αναπτύξει και κάποια σχέση με τους Τρικεριώτες και στάλθηκε όπως λέγεται ως αντιπρόσωπός τους, στη συνέλευση των Θεσσαλών και των Ρουμελιωτών που πραγματοποιήθηκε λίγο αργότερα στην Άμφισσα.

Το 1823, όλοι μαζί, οι αγωνιστές της Μαγνησίας και της Μακεδονίας, θα ανάψουν εκ νέου την επαναστατική εστία στο Πήλιο.

Κατέβηκε τότε ο Κιουταχής από τη Λάρισα για να τους κατατροπώσει και μετά από φονικές μάχες στο Τρίκερι, στη Γατζέα, στη Μηλίνα και σ” άλλα μέρη, συνάφθηκε ειρήνη στις 19 Ιουλίου του 1823.

Τότε ο Μιτζελιώτης Καλαμίδας, από τους σημαντικότερους πλέον αρχηγούς της περιοχής, στάλθηκε ως απεσταλμένος των Ελληνικών δυνάμεων στο κάστρο του Βόλου για να διαπραγματευθεί του όρους της ειρήνευσης για λογαριασμό ολόκληρου του ελληνικού στρατεύματος. Ένας από τους όρους της συνθήκης αυτής ήταν να δοθεί το αρματολίκι της περιοχής του Αλμυρού στο Βελέντζα. Βέβαια ο Βελέντζας δεν έμεινε σε καμία περίπτωση στη θέση αυτή, δεν συνεργάστηκε δηλαδή με τους Τούρκους, αλλά συνέχισε τη δράση του.

Το 1824, τον συναντούμε στα πεδία των μαχών  με το βαθμό του Ταξίαρχου. Οι μάχες και οι εκστρατείες συνεχίστηκαν σε συνεργασία με τους Μακεδόνες του Ολύμπου και της Χαλκιδικής στη στρατιά των οποίων εντάχθηκαν οι οπλαρχηγοί της περιοχής μας και τόσο ο Βελέντζας όσο και Μιτζελιώτες πρωτοστατούσαν. Τους συναντούμε να πολεμούν και να εκστρατεύουν στη Σκιάθο, στην Ύδρα και στην Πελοπόννησο, όπου πληγώθηκε βαριά ο Βελέντζας, σε μάχη με το στρατό του Ιμπραήμ στην Πύλο και θριάμβευσε ο Καλαμίδας που προήχθη σε αντιστράτηγο.

Το έτος 1826 θα εκστρατεύσουν στην Αταλάντη, όπου θα γνωρίσουν βαριά ήττα από τους Τούρκους και ο Βελέντζας θα τραυματιστεί για δεύτερη φορά και θα κινδυνεύσει να αιχμαλωτιστεί, όταν περικυκλώθηκε από τους εχθρούς σ” ένα εξωκκλήσι και τον έσωσαν οι Μακεδόνες.

Δεν είχε όμως την ίδια τύχη και ο Δημήτριος Καλαμίδας, που τραυματίστηκε,  δεν μπόρεσε να ακολουθήσει την υποχώρηση των Ελλήνων, και αφού αποχαιρέτησε τα παιδιά του και τους στρατιώτες του, έμεινε πίσω για να καλύψει τα νώτα τους και πέθανε με ηρωικό τρόπο.

ότε λοιπόν περικυκλώθηκε από τους Τουρκαλβανούς και μετά από ηρωική αντίσταση,  αφού πρώτα σκότωσε τέσσερις εχθρούς που πήγαν να τον αιχμαλωτίσουν ζωντανό, με τη σπάθα και τις δύο χρυσές του πιστόλες, έπεσε μαχόμενος ηρωικά, πολεμώντας σώμα με σώμα με τις τελευταίες του δυνάμεις.  Για να τον εκδικηθεί μάλιστα επειδή δεν παραδόθηκε, ο επικεφαλής της εχθρικής δύναμης, ο Αλβανός στρατηγός Μουστά Μπέης(Κιαφαζέζας), ο οποίος θεωρούταν ένας από τους σημαντικότερους στρατιωτικούς ηγέτες των Τούρκων και το σώμα του αποτελούσαν από επίλεκτους Αλβανούς, <<το άνθος της Αλβανίας>> όπως αποκαλούνταν, διέταξε να τον διαμελίσουν και το κομματιασμένο σώμα του και να μείνει άταφο, γεγονός το οποίο θεωρούταν ως η ύψιστη ύβρης, ασέβεια και προσβολή απέναντι στον αντίπαλο, πόσο μάλλον όταν αυτός ήταν χριστιανός και Έλληνας.

(Το έθιμο της ταφής των νεκρών από την αρχαιότητα και στη διάρκεια των χριστιανικών χρόνων αποτελεί σημαντικό στοιχείο του πολιτισμού και της θρησκείας μας).

Ο Δημήτριος Καλμίδας έφερε το βαθμό του αντιστρατήγου, που ήταν ο υψηλότερος ανάμεσα στους οπλαρχηγούς της Μαγνησίας την εποχή εκείνη.

Το επικό και δραματικό τετράστιχο που ακολουθεί, αναφέρεται στο θάνατο αυτού του Μιτζελιώτη ήρωα, το οποίο αποδίδεται σε Αλβανό αξιωματικό που θαύμασε την γενναιότητά του στη μάχη αυτή:

Και τότε μόνος έπεσε μουγκρίζων σαν λιοντάρι όταν στη μέση το σπαθί εκόπη σαν βλαστάρι

Όλο το στρατόπεδο των Ελλήνων θρήνησε το θάνατο του Καλαμίδα καθώς χάθηκε ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες αρχηγούς και ο Ι. Κωλέττης, που ήταν ο διοργανωτής αυτής της εκστρατείας, απέστειλε συγκινητική επιστολή στα παιδιά του που βρίσκονταν πρόσφυγες στη Σκόπελο, αναφέροντας χαρακτηριστικά μεταξύ άλλων:

<<Ο ανίκητος ήρως σου έβαψεν ενδόξως με το πολύτιμον αίμα του τα θεμέλια της κοινής ελευθερίας! Η στέρησίς του ελύπησεν κατάκαρδα τας ψυχάς όλων των Ελλήνων …ποίος δύναται να ξεχάση ενταυτώ ότι ο αθάνατος Καλαμίδας με την πολύτιμον θυσίαν του ελάμπρυνε και την οικογένειάν του και το όνομα της πατρίδος του…  Ο γηραιός πατήρ σας επρόσφερεν εις ένδοξον θυσίαν και την τελευταίαν πνοήν του. …Α ι ω ν ί α   τ ο υ  η   μ ν ή
μ η ! Η σκιά του συγκατοική πλέον μ” εκείνην του αθανάτου Μπότσαρη.
Λίγο μάλιστα καιρό πριν σκοτωθεί, είχε κάνει και γράμμα προς τη διοίκηση, ζητώντας την προαγωγή του σε στρατηγό. Λέγεται τέλος, ότι ο περίφημος Μακεδόνας στρατηγός Καρατάσος, που ήταν ο αρχηγός της Επανάστασης στη Β. Ελλάδα, όποτε γινόταν λόγος για ανδρεία, μνημόνευε με υπερηφάνεια το όνομα του Δημητρίου Καλαμίδα, για τον ηρωικό τρόπο με τον οποίο έπεσε.

Τα τέσσερα παιδιά του συνέχισαν τον Αγώνα. Μεγαλύτερος σε
ηλικία από αυτούς ήταν ο Απόστολος Καλαμίδας που ανέλαβε και την αρχηγία του ισχυρού σώματος των Καλαμιδαίων που αποτελούταν από 200 περίπου στρατιώτες. Η εικόνα του, που έχουμε την τιμή να δημοσιεύουμε στο βιβλίο <<Παλαιάς και Νέας Μιτζέλας άπαντα τα ιστορικά >> είναι η μοναδική πιστή απεικόνιση που σώζεται σήμερα από τους οπλαρχηγούς της Μαγνησίας του 1821.

Αδελφός του Απόστολου ήταν και ο Γώγος Καλαμίδας. Αμέσως μετά την απελευθέρωση ήταν από τους πρώτους Μιτζελιώτες που ήρθαν και εγκαταστάθηκαν στη Νέα Μιτζέλα – Αμαλιάπολη. Το σπίτι του, που κτίστηκε το 1834,  σώζεται ακόμα στην πλατεία της Αμαλιάπολης, και αποτελεί μια από τις παλαιότερες και ιστορικότερες βέβαια οικοδομές στην ευρύτερη περιοχή του Αλμυρού.

Οι τέσσερις γιοι του ήρωα Δ. Καλαμίδα συνέχισαν να πολεμούν.
Το έτος 1827 συμμετείχαν όπως κι ο Βελέντζας σε εκστρατεία στο Τρίκερι.

Οι Καλαμιδαίοι μάλιστα θα πρωταγωνιστήσουν εκεί στην εξολόθρευση ενός θρυλικού Τουρκαλβανού στρατηγού, του Νούρκα πασά Σέβρανη (γνωστού και ως Νουρκάμπεη) και θα κρατήσουν ως λάφυρο τη σπάθα του, δύο σημαίες και αρκετά όπλα, γεγονός για το οποίο οι ίδιοι ένοιωθαν μεγάλη υπερηφάνεια. Στο μεταξύ ο Βελέντζας είχε αναρριχηθεί στο βαθμό του στρατηγού, και κατείχε τον μεγαλύτερο πλέον βαθμό μεταξύ των αγωνιστών της Μαγνησίας.

   Οι συμπολεμιστές Οι αγωνιστές της περιοχής που ένωσαν τις δυνάμεις τους, πολέμησαν μαζί με κάποιους από τους σημαντικότερους οπλαρχηγούς του Αγώνα, όπως οι στρατηγοί Χατζή – Χρήστος, που διοικούσε το μοναδικό σώμα ιππικού στην Ελλάδα την εποχή αυτή, ο Γκούρας, ο ηρωικός Βάσσος Μαυροβουνιώτης, ο Κριεζώτης και βέβαια ο Μακεδόνας Καρατάσος, που ήταν επικεφαλής της δύναμης όλης της Βόρειας. Ελλάδας.

Αξιοσημείωτη είναι όπως αναφέραμε και η παρουσία στην περιοχή του Ι. Κωλέττη, που ανέπτυξε κατά καιρούς ιδιαίτερους δεσμούς με τους αγωνιστές της περιοχής, τόσο με τους Μιτζελιώτες, όσο και με τον Βελέντζα. (Αξιοσημείωτο βέβαια είναι ότι σε πρόσφατη έκδοση και αφορά τον Κωλέττη υπάρχει και μια δισέλιδη αναφορά στο πρόσωπο του Βελέντζα, ο οποίος είχε έρθει σε ρήξη με το πολιτικό κατεστημένο των πρώτων χρόνων της ύπαρξης του ελληνικού κράτους).

Το 1831-1832 μάλιστα οι Καλαμιδαίοι με το Γριζάνο αλλά κι ο Βελέντζας πήραν ενεργά μέρος και πρωταγωνίστησαν στο κίνημα των λεγόμενων <<Συνταγματικών>> του Ι. Κωλέττη που οδήγησε στην εγκαθίδρυση της βασιλείας στην Ελλάδα και την έλευση του  Όθωνα, κατέχοντας μάλιστα υψηλότατες θέσεις στη στρατιωτική ιεραρχία (Ο Γριζάνος και ο Απόστολος Καλαμίδας προήχθησαν σε χιλίαρχους).

Κατά περίσταση θαλασσομάχοι

Οι αγωνιστές της περιοχής δεν πολέμησαν όμως μόνο στην ξηρά.
Σημαντικές είναι οι αναφορές για τη θαλασσινή δράση των αγωνιστών μας,
ιδιαίτερα των Μιτζελιωτών. Μεγάλα και επαρκώς εξοπλισμένα καράβια σαν της Ύδρας λ.χ. δεν διέθεταν, ήταν όμως ιδιαίτερα ικανοί στην καταδρομή, ένα είδος ναυτικού πολέμου που μοιάζει με την πειρατεία, και έχει ως στόχο τα εμπορικά καράβια του εχθρού, που αιφνιδιάζονται από τα ταχύπλοα πλοιάρια των επιτιθέμενων και πέφτουν στα χέρια τους.

Οι Μιτζελιώτες Καλαμιδαίοι είχαν μάλιστα σχηματίσει μικρό στόλο από επτά τέτοια πλοιάρια με ορμητήριο τη Σκόπελο.

Άλλοτε πάλι, πάντα από τη Σκόπελο, χτυπούσαν και τα παράλια σ” όλη την περιοχή του Β. Αιγαίου, φτάνοντας μέχρι τις ακτές τις Μικράς Ασίας.

Αξιομνημόνευτη και από τις πλέον εντυπωσιακές, είναι μια επιδρομή που πραγματοποίησαν οι Καλαμιδαίοι μέσα στην Θεσσαλονίκη, θέλοντας να αποδείξουν ότι δεν φοβούνται να μπουν στο στόμα του λύκου, αφού όπως είναι γνωστό η Θεσ/νίκη ήταν η έδρα σημαντικής Τουρκικής δύναμης, του πανίσχυρου τότε Λουμπούτ Πασά, ο οποίος κατέπνιξε όλες τις επαναστατικές προσπάθειες των Ελλήνων της Μακεδονίας. Αυτό το αναφέρω γιατί αποτελεί μια μοναδική στο είδος της ενέργεια, τη μοναδική ίσως ανάλογη καταγεγραμμένη πανελλαδικά.
Άλλοι πάλι, εκμεταλλευόμενοι τη ναυτική τους πείρα, όπως ο ναυτικός αγωνιστής που τυχαίνει να είναι και πρόγονός μου, άγνωστος σήμερα, ο Σωτήριος Φιλίππου, προσέφεραν τις υπηρεσίες τους στα καράβια γνωστών καπεταναίων του Αγώνα.

Εκτός όμως από τους Μιτζελιώτες θαλασσινούς επιδρομείς και ναυτικούς, που έδρασαν σ” όλη την περιοχή του Β. Αιγαίου στα χρόνια της επανάστασης, βρίσκουμε κι έναν Σουρπιώτη, τον Κ. Παλληκαρά, για να αναφερθούμε και στη Σούρπη.

Πως εξηγείται όμως ότι ένας στεριανός, κάτοικος της Σούρπης βρέθηκε μεταξύ των θαλασσόλυκων Ψαριανών πυρπολητών ή μπουρλοτιέρηδων, όπως τους αποκαλούσαν, το οποίο έχει καταγράψει και διασώσει ο κ. Τρ. Σπανός στο βιβλίο του για την ιστορία της Σούρπης;

Την περίοδο της επανάστασης, οι Ψαριανοί που είχαν από τα πολύ παλιά χρόνια σχέσεις με τους κατοίκους της Μαγνησίας, πραγματοποίησαν με τα καράβια τους, πάμπολλες επιχειρήσεις στη Μαγνησία. Σε κάποια λοιπόν από τις επιχειρήσεις των Ψαριανών στην περιοχή έγινε ίσως και η επαφή με το Σουρπιώτη που τους ακολούθησε στα καράβια τους. Ποιος ξέρει, ίσως κάποια Ψαριανή γαλιότα ή μίστικο ή κάποια σκαμπαβία να βρήκε προσωρινά καταφύγιο ή και να χρησιμοποίησε και σαν ορμητήριο το απάνεμο επίνειο της Σούρπης, τον όρμο Νηές.

Ακόμα και ο Βελέντζας ερχόταν συχνά οπωσδήποτε σε επαφή με τους Ψαριανούς που είχαν το ναυτικό έλεγχο στα νερά της Μαγνησίας.

ΟΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ

ΤΙ ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΕ ΜΕΤΑ ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΩΝ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

Τα οφέλη και οι συνέπειες της Επανάστασης

Τα πολεμικά γεγονότα τελείωσαν επίσημα το έτος 1829. Μια σειρά όμως γεγονότα που έλαβαν χώρα τα επόμενα χρόνια συνδέονται άμεσα με την περίοδο της επανάστασης και διαμόρφωσαν σε σημαντικό βαθμό την εικόνα της περιοχής όπως τη γνωρίζουμε σήμερα. Μετά λοιπόν το τέλος του πολέμου, οι θυσίες των ανθρώπων αυτών άρχισαν να πιάνουν τόπο.
Ένα από τα πρώτα γεγονότα που αφορούν την περιοχή ήταν  η οριστική τοποθέτηση των πρώτων  ελληνοτουρκικών συνόρων στη γραμμή Παγασητικού Αμβρακικού, το έτος 1832, και συγκεκριμένα εδώ στην περιοχή, στο σημείο που εκβάλλει ο χείμαρρος της Σούρπης. Κατ” αυτόν τον τρόπο η περιοχή διχοτομήθηκε.

Το νότιο λοιπόν τμήμα της περιοχής της επαρχίας του Αλμυρού, από τη Σούρπη και νοτιότερα, εντάχθηκε στο πρώτο ελληνικό κράτος. Ήταν μάλιστα και η μοναδική χερσαία περιοχή του σημερινού νομού Μαγνησίας (πλην των Β. Σποράδων) που μπόρεσε να ενταχθεί στην ελεύθερη Ελλάδα.
Σχηματίσθηκαν λοιπόν στην περιοχή της Ν.Δ. Μαγνησίας οι δήμοι Πτελεατών, και  Ν. Μιτζέλας.

Τι απέγιναν όμως οι αγωνιστές αυτοί που αναφέραμε προηγουμένως:

Πολλοί από τους αγωνιστές της περιοχής που αναφέραμε
υπηρέτησαν τα επόμενα χρόνια στις τάξεις του σώματος της Οροφυλακής, με αντικείμενο τη φύλαξη των συνόρων και την καταδιώξη των ληστοσυμμοριών, ομάδων άτακτων οπλοφόρων που κρύβονταν στα δύσβατα γύρω βουνά και μάστιζαν την περιοχή.

Ανάμεσα στους άνδρες της υπηρεσίας αυτής, υπηρέτησαν ως αξιωματικοί τόσο ο Βελέντζας όσο κι ο Γεώργιος Γριζάνος από τη Μιτζέλα. Ο Βελέντζας όμως, όπως και ο Γ. Γριζάνος, που υπήρξαν και στενοί φίλοι, ρίχτηκαν παράλληλα και στον
πολιτικό στίβο και εξελέγησαν βουλευτές Φθιώτιδας.

Ο Βελέντζας μάλιστα οργάνωσε και αρκετά επαναστατικά κινήματα στην περιοχή. 

Το σημαντικότερο από αυτά έγινε το 1854, και ένα παλιό δημοτικό τραγούδι εξυμνεί τα κατορθώματα του Γριζάνου, που ήταν από τους πρωταγωνιστές της εκστρατείας των επαναστατών που κατευθύνθηκαν στην περιοχή του Τουρκοκρατούμενου Βόλου:

Οι φοβισμένοι Τούρκοι παρακαλούσαν λοιπόν, σύμφωνα με την παράδοση, τον Γριζάνο ως εξής:

Οι Χότζηδες ανέβηκαν τότε στους μιναρέδες και τον Γριτζάνο κράζουνε ρεήμια (:ενέχυρα) να του δώσουν,να σταματήσ” τον πόλεμο, να πάψει το κριλέσι (:σφαγή).

Και απαντάει ο Γριζάνος:

Δεν παύω, λέει, τον πόλεμο, δεν παύω το ντουφέκι, θέλω ρεήμια Τούρκισες, Ρωμιές για να τις κάνω, θέλω να πιάσω τον πασά, σκλάβο να τον επάρω.

Μπορεί ο Γριζάνος να μην κατόρθωσε τελικά να ελευθερώσει τη Θεσσαλία και να πάρει σκλάβο τον Τούρκο πασά, αφού επενέβησαν οι ξένες δυνάμεις και η επανάσταση έληξε με άδοξο τρόπο, αλλά άφησε ανεξίτηλα χαραγμένη την υπογραφή του στις σελίδες της ιστορίας της περιοχής μας.
Ανάμεσα στα επιτεύγματα της εθνικής προσφοράς του, εξέχουσα θέση καταλαμβάνει η ίδρυση της Αμαλιάπολης. Προκειμένου να εξασφαλίσει για τους ξεριζωμένους από την πατρώα γη του Β. Α. Πηλίου συγχωριανούς του Μιτζελιώτες τόπο για να εγκατασταθούν, πραγματοποίησε ένα δύσκολο και σκληρό αγώνα  απέναντι στην τότε Κυβέρνηση. Ήταν από τις πλέον αναγνωρίσιμες προσωπικότητες ολόκληρης της Βόρειας. Ελλάδας, μετείχε μάλιστα ως εκλεγμένος αντιπρόσωπος σε δύο εθνοσυνελεύσεις, και κατόρθωσε το εξαιρετικά δύσκολο για την εποχή εκείνη επίτευγμα της παραχώρησης της περιοχής όπου ανοικοδομήθηκε η Νέα Μιτζέλα – Αμαλιάπολη.

Δεν στάθηκε όμως μονάχα στην ίδρυσή της Νέας Μιτζέλας, αλλά
προσέφερε τα μέγιστα στην οργάνωση και την ανάπτυξη της νέας του
πατρίδας.

Ο ίδιος διατέλεσε επανειλημμένα δήμαρχος του τόπου και φρόντισε με όλες του τις δυνάμεις για την πρόοδο της κωμόπολης στην ίδρυση της οποίας πρωτοστάτησε.

Αυτός υπήρξε ο μεγάλος και μοναδικός ευεργέτης του τόπου αυτού.
Τέλος θα πρέπει να επισημάνω ότι η οικογένειά του μας άφησε δύο ανεκτίμητα πλην άγνωστα μέχρι σήμερα κειμήλια, δύο βαρύτιμες, χρυσοκέντητες, και αρχοντικές παραδοσιακές φορεσιές, που εκτίθενταιστη λαογραφική συλλογή του Εθνικού Ιστορικού Μουσείου στο Μέγαρο της Παλαιάς Βουλής. Η άγνωστη αυτή παραδοσιακή φορεσιά της Αμαλιάπολης αποτελεί σήμερα μια από τις επίσημες παραδοσιακές ενδυμασίες και βρίσκεται σε περίοπτη θέση ανάμεσα στα άλλα επιτεύγματα του γυναικείου πολιτισμού της χώρας του 19ου αιώνα και βέβαια θα πρέπει κάποιος να μεριμνήσει για να έλθει κάποιο αντίγραφό τους στην περιοχή, ενόψει μάλιστα και της δημιουργίας Ιστορικού Μουσείου στην Αμαλιάπολη με τη φροντίδα του δήμου της Σούρπης, καθώς η φορεσιά αυτή θα αποτελέσει το σημαντικότερο οπωσδήποτε έκθεμα και το μοναδικό τέτοιας σημασίας και αξίας αντικείμενο που συνδέεται με την ιστορία του χωριού.

Οι στρατιωτικοί τους βαθμοί.

Τελειώνοντας θα πρέπει να πούμε ότι περιοχή του Αλμυρού μπορεί να υπερηφανεύεται για τη δράση τριών από τους μεγάλους οπλαρχηγούς της ελληνικής Επανάστασης, και κατά τεκμήριο, ενόσω και οι τρεις φέρουν, προ της συστάσεως του τακτικού ελληνικού στρατού, τους υψηλότερους βαθμούς κατά τη διάρκεια της Επανάστασης ανάμεσα στους οπλαρχηγούς της Μαγνησίας, και όχι μόνον.

Έτσι:
Το 1824   ο Βελέντζας φέρει το βαθμό του Ταξίαρχου

Το 1825   ο Καλαμίδας φέρει το βαθμό του Αντιστράτηγου

Το ίδιο έτος αιτείται την προαγωγή του σε στρατηγό. Στο μεταξύ σκοτώνεται στην Αταλάντη.

Το 1826    ο Βελέντζας προάγεται σε Στρατηγό. Το 1827    ως στρατηγός αναφέρεται κι ο άλλος Μιτζελιώτης οπλαρχηγός, ο Γεώργιος Γριζάνος το  (μάχη Τρίκερι).

Για να γίνει δε καλύτερα κατανοητή η ιστορική σημασία των προσώπων αυτών, και αντίστοιχα το μέγεθος της απαξίας των απογόνων και κατοίκων της περιοχής τους, μπορεί κάποιος να συμβουλευτεί κάποια εγκυκλοπαίδεια, όπως λ.χ. τη Δομή που είναι η πιο πρόσφατη έκδοση που έχω υπ” όψη μου, παρατηρώντας πόση έκταση αφιερώνεται για παράδειγμα στο λήμμα Καλαμίδας, σε σχέση μάλιστα με το λήμμα Κανάρης, που αναφέρεται στον περίφημο και πασίγνωστο Ψαριανό αγωνιστή στον ίδιο μάλιστα τόμο.

Κλείνοντας δε να σημειώσω ότι αυτά τα οποία συνοπτικά σας κατέθεσα σήμερα, αποτελούν μια σύντομη μόνο περίληψη των γεγονότων, καθώς βέβαια οφείλω να αναφέρω ότι το θέμα είναι πολύ μεγάλο σε έκταση και δεν είναι ως εκ τούτου εφικτό να εξαντληθεί σε μια ολιγόλεπτη παρουσίαση.

Γεώργιος Τσολάκης   

Απαραίτητη επισήμανση:

Οι δημοσιευμένες πληροφορίες για την παρουσίαση αντλήθηκαν από τις εξής πηγές στις οποίες μπορεί κανείς να ανατρέξει για περισσότεραστοιχεία και αναλυτική βιβλιογραφία:

-    Μελέτες του δικηγόρου κ. Απόστολου Παπαθανασίου σχετικά με τη δράση και το ρόλο Ι. Βελέντζα  (Δελτία    της Φιλαρχαίου “ΟΘΡΥΣ”  τ. 2 και 11)
–    Τριαντάφυλλου Σπανού, Σούρπη, ιστορία – φυσιογνωμία, έκδοση δήμου Σούρπης, 2005
–    π. Αθανασίου Μηλιώνη,  Η Ανάβρα (Γούρα)  της Όθρυος, 2006
–    Γ. Κορδάτου, Η επανάσταση στη Θεσσαλομαγνησίας το 1821, Αθήναι 1930
και του ίδιου:

-    Η ιστορία της επαρχίας Βόλου Αγιάς, εκδόσεις 20ος αιώνας
–    Στυλ. και Γ. Τσολάκη, Παλαιάς και Νέας Μιτζέλας άπαντα τα ιστορικά,
Πανεπιστημιακές  εκδόσεις Θεσσαλίας – δήμος Σούρπης, 2009.
–    Διονυσίου Κόκκινου, Η Ελληνική Επανάστασις, εκδ. “Μέλισσα”
–    Ν. Χρυσολόγη, Βάσσος Μαυροβουνιώτης, Αθήναι 1876
–    Βόλος 1881-1955, ο χώρος και οι άνθρωποι, εκδόσεις Βόλος, 2004

Το κείμενο της παρουσίασης αναγνώσθηκε στην ημερίδα της Φιλαρχαίου Εταιρείας του Αλμυρού <<“Οθρυς>> της 20ης Μαρτίου 2010 με θέμα τη συμμετοχή της περιοχής του Αλμυρού στην επανάσταση του 1821 και αναρτάται στην ιστοσελίδα του σωματείου κατόπιν σχετικής άδειας του συντάξαντα.

(c) Γ. Τσολάκης και Φιλάρχαιος Εταιρίας Αλμυρού “ΟΘΡΥΣ” 2010.